Τά πάθη εἶναι ἡ αἰτία πολλῶν πνευματικῶν καί σωματικῶν ἀσθενειῶν
Ἡ
Ὁσία Ματρώνα ἡ σύγχρονη τυφλή ἁγία, ὁ «ὄγδοος στύλος τῆς Ρωσίας» κατά
τήν πρόρρηση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης, δίδασκε πώς τά πάθη καί
οἱ δαίμονες δημιουργοῦν αὐτά πού οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι ἀποκαλοῦν ψυχικές
ἀρρώστειες.
«Δέν ὑπάρχουν ψυχικὲς ἀρρώστιες», δίδασκε ὁ ὁσία Ματρώνα,
«ὑπάρχουν πνευματικές: ἀδύναμοι, ἑξαντλημένοι, παθιασμένοι ἀπὸ τὰ
πονηρὰ πνεύματα… Ὑπάρχουν «κατὰ φαντασίαν» ἀρρώστιες, τὶς ὁποῖες στέλνει
κάποιος»[1]. Μέ τήν λέξη «κάποιος» προφανῶς ἐννοοῦσε τόν πονηρό διάβολο.
«Μακρυὰ
ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ ἄνθρωπος», γράφει ὁ π. Μεθόδιος Κρητικός «εἶναι σὰν τὸ
ψάρι ἔξω ἀπὸ τὸ νερὸ, δὲν εἶναι πλέον ὁ ὄντως ἄνθρωπος, ὁ φυσιολογικὸς
ἄνθρωπος. Εἶναι ἄρρωστος, εἶναι ἀνάπηρος, εἶναι τραυματισμένος, εἶναι
πεπτωκώς... εἶναι ἀφύσικη ὕπαρξη.
Ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς στὸ ὑπέροχο ἔργο του «Ἔκδοσις Ἀκριβής της
Ὀρθοδόξου Πίστεως», γράφει: «Στὴν φυσική τους κατάσταση ὅλα τὰ
δημιουργήματα εἶναι ὑποταγμένα καὶ ὑπακούουν στὸν Δημιουργό. Ὅταν ὅμως
κάποιο ἀπὸ τὰ δημιουργήματα ἀφηνιάσει ἑκούσια καὶ δείξει ἀνυπακοὴ στὸν
Δημιουργό του, σχηματίζει μέσα του τὴν κακία. Διότι κακία δὲν εἶναι
κάποια ὕπαρξη, οὔτε γνώρισμα κάποιας ὑπάρξεως, ἀλλὰ κάτι τὸ ὁποῖο
συνέβη. Δηλαδὴ θεληματικὴ παρεκτροπὴ ἀπὸ τὸ κατὰ φύσιν εἰς τὸ παρὰ
φύσιν. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ἡ ἁμαρτία» (Ἔκδοσις Ὀρθοδ. Πίστεως Δ,20).
Ἔχοντας
χάσει λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος –ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας– τὸ μόνο φυσικὸ καὶ
πραγματικὸ ἔρεισμα τῆς ὑπάρξεώς του, ποὺ εἶναι ἡ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ
Δημιουργό του, κλονίζεται συθέμελα ἡ ἐσωτερική του ἁρμονία,
διαταράσσεται, ἐνῶ οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς του ἀποσυντίθεται.
Τὸν
αὐτονομημένο ἀπό τόν Θεό ἄνθρωπο τόν κατακλύζει ἡ ταραχὴ, ὁ φόβος, τὸ
ἄγχος ἐνῶ μέσα στὴν ψυχὴ του δημιουργοῦνται οἱ ἐνοχές. Προσπαθεῖ νὰ
στηριχθεῖ σὲ πράγματα, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ τὸν στηρίξουν ἀληθινά, σὲ
πράγματα ἢ καταστάσεις καὶ πρόσωπα τοῦ κόσμου τούτου. Στὴν προσπάθειά
του αὐτὴν ἀναπτύσσονται μέσα του δυνάμεις ἐξαρτήσεως ἀπὸ αὐτὰ –τὰ
λεγόμενα πάθη– ποὺ καταδυναστεύουν τὴν ζωήν του.
Στερούμενος,
παραδείγματος χάριν, τὴν ἀπόλαυση τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεὸ, ρίχνεται
στὸ κυνήγι τῶν ἡδονῶν καὶ αἰχμαλωτίζεται στὸ πάθος τῆς φιληδονίας, τὸ
ὁποῖο, ὄντας ἀνικανοποίητο, ὁδηγεῖ στὴν κατάθλιψη.
Ἔχοντας
χάσει τὴν πίστη του στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, προσπαθεῖ νὰ νιώσει ἀσφάλεια
ἀποκτώντας ὑλικὰ ἀγαθὰ, χρήματα, περιουσία καὶ τὰ λοιπὰ καὶ αὐτὸ τὸ
πάθος τῆς φιλαργυρίας τὸν γεμίζει μὲ λογιῶν-λογιῶν ἄγχη.
Μὴ
γνωρίζοντας τὴν τιμὴ καὶ τὴν δόξα, ποὺ τοῦ χαρίζει ἡ σχέση μὲ τὸν Θεὸ,
προσπαθεῖ νὰ νιώσει ὅτι ἀξίζει καὶ νὰ ἐπιβληθεῖ στὸ περιβάλλον του,
κυνηγώντας ἀξιώματα, κάνοντας ἐντύπωση, προκαλώντας τὸν θαυμασμὸ τῶν
ἄλλων. Ἔτσι ὀγκοῦται μέσα του τὸ πάθος τῆς κενοδοξίας, ποὺ μπορεῖ νὰ
ὁδηγήσει στὴν παράνοια, μὲ τὶς πολλὲς μορφὲς καὶ παραλλαγές της»[2].
Ἡ διαστροφή τοῦ ἀνθρώπου γίνεται πολύ μεγάλη ὅταν ἀποδέχεται ἄκριτα ὅλα ὅσα ὁ κόσμος ἔχει καί βραβεύει ὡς ὑπεραξίες. Ὁ
κόσμος πράγματι ὑποβάλλει καί βραβεύει τὰ κύρια ἀνθρώπινα πάθη: τήν
φιλαργυρία, τήν φιλοδοξία καί τήν φιληδονία. Αὐτά εἶναι τά ἰδανικά τοῦ
κοσμικοῦ ἀνθρώπου. Γιά νά ἀντισταθεῖ στὀν κόσμο καί στό κοσμικό φρόνημα ὁ
ἄνθρωπος θά πρέπει νά ἔχει πίστη στόν Θεό. Χωρίς αὐτήν νιώθει μετέωρος
καί κενός.
Ζητώντας ἀπεγνωσμένα νὰ βασταχθεῖ ἢ νὰ αὐτοβασταχθεῖ, σὰν τὸν πνιγμένο ἀπὸ τὰ μαλλιὰ του, ὁ ἄνθρωπος αὐτός παραδίδεται τότε στὰ διάφορα πάθη, τὴν φιλαυτία, τὸν ἐγωκεντρισμὸ, τήν ὑπερηφάνεια καὶ δουλεύει κυριολεκτικὰ σ’ αὐτά. Αὐτά
ρυθμίζουν τὴν σκέψη, τὶς ἐπιλογὲς, τὶς ἀποφάσεις, τὶς ἐνέργειες, τὴν
ζωὴ του ὁλόκληρη, μὲ θλιβερά ἀποτελέσματα τόσο γιὰ τὸν ἴδιο ὅσο καὶ γιά
τὸ περιβάλλον του καὶ τὴν κοινωνία[3].
Δουλεύοντας
στὰ πάθη ὁ ἄνθρωπος ἀγχώνεται, ἀπογοητεύεται, καταθλίβεται, θυμώνει,
κάποτε καὶ παραφρονεῖ. Ζεῖ ὅλο καὶ περισσότερο στό τέλμα τῆς ἁμαρτίας,
ἐνῶ ἀποκτᾶ ἐπάνω του δικαιώματα ὁ διάβολος καὶ τὸν ταλαιπωρεῖ μέχρι
δαιμονισμοῦ.
Σ’ ἕνα περιεκτικότατο κείμενό του σχετικὰ μὲ τὸ θέμα ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας γράφει: «Ὅσο ὁ νοῦς παραμένει ἐλεύθερος ἀπὸ τὶς αἰσχρὲς ἡδονὲς ἀπολαμβάνει ἡρεμία,
γαλήνη καὶ ἀποκτᾶ ἀταραξία. Ἐπιπλέον λάμπει μέσα σὲ αὐτὸν καθαρὸ τὸ φῶς
τῆς νήψεως ποὺ χαρίζει ὁ Θεός, ἐνῶ ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ δονεῖ τὴν καρδία καὶ
τὰ διανοήματα. Ὅταν ὅμως ἡ καρδιὰ δεχθεῖ κάποια στιγμὴ τὴν δωροδοκία
τῆς ἀνάρμοστης καὶ πονηρῆς ἡδονῆς, ἡ ὁποία θὰ εἰσχωρήσει σ’αὐτὴν,
τότε τὴν πλημμυρίζει μὲ θορύβους ὁ σατανᾶς καὶ γεννᾶ μέσα σ’ αὐτὴν
λογισμοὺς πονηρούς. Ἐπίσης, τὴν καθιστᾶ πωρωμένη καὶ γεμάτη σκοτάδι
νοητὸ, κυριευμένη ἀπὸ πολέμους καὶ μάχες» (Ἑρμ. Εἰς τὸν Ν΄ Ψαλμό. Α΄, 548)[4].
Μελετώντας λοιπὸν τὴν Παράδοση καὶ τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, φθάνουμε στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ σχέση μεταξὺ ἁμαρτίας καὶ ψυχικῶν διαταραχῶν εἶναι σχέση αἰτίου καὶ ἀποτελέσματος.
Ἡ ἁμαρτία εἶναι τὸ αἴτιο τῆς ἀσθένειας, τὰ ψυχικὰ νοσήματα εἶναι τά
ὀδυνηρὰ καὶ βασανιστικά συμπτώματα-ἀποτελέσματα. «Οὐκ ἔστιν ἴασις ἐν τῆ
σαρκί μου ἀπὸ προσώπου τῆς ὀργῆς σου, οὐκ ἔστιν εἰρήνη ἐν τοῖς ὀστέοις
μου ἀπὸ προσώπου τῶν ἁμαρτιῶν μου» (Ψάλμ. 37.4), λέει ὁ ἱερὸς Ψαλμωδός.
Οἱ ψυχικὲς διαταραχὲς ὀφείλονται στὴν ἁμαρτία, ὅπως βεβαίως καὶ ὅλες οἱ διαταραχὲς μέσα στὸν κόσμο μας, συμπεριλαμβανομένων καί τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν,
ἀκόμη καὶ ὅταν δὲν ὑπάρχει ἐμφανής προσωπικὴ εὐθύνη τοῦ πάσχοντος. Ἐφ’
ὅσον ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο εἴμαστε μεταπτωτικοί, δηλαδή
ἀπόγονοι τοῦ πεπτωκότος Ἀδάμ, κληρονομοῦμε τὴν φθορὰ καὶ τὴν ἀσθένεια,
τόσο τοῦ σώματος ὅσο καὶ τῆς ψυχῆς.
Ἄλλοτε οἱ ψυχικὲς διαταραχὲς ὀφείλονται σὲ προσωπικὲς ἁμαρτίες ποὺ διέπραξε ὁ πάσχων, οἱ ὁποῖες μένουν ἀνεξομολόγητες καί ἀμετανόητες ὁπότε δημιουργοῦν (παγιώνουν) ἐνοχές πού φθάνουν μέχρι καί τήν σωματοποίησή τους[5].
Ἄλλοτε πάλι οἱ ψυχικές διαταραχές ὀφείλονται στήν ἐπίδραση καί τό ἀντίκτυπο πού ἔχουν ἁμαρτίες ἄλλων προσώπων
π.χ. τῶν γονέων. Ὁ Κύριος διά τῆς Ἁγίας Γραφῆς μᾶς διδάσκει: «Ἐγὼ εἶμαι
Κύριος ὁ Θεός σου, Θεὸς ζηλότυπος, τιμωρῶν τέκνα διὰ τὰς ἁμαρτίας τῶν
γονέων μέχρι τρίτης καὶ τετάρτης γενεᾶς, εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι μὲ
μισοῦν. Εἶμαι ὅμως καὶ Θεὸς ἐλεήμων, ὁ ὁποῖος δεικνύω καὶ δίδω ἔλεος
εἰς χιλιάδας ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι μὲ ἀγαποῦν καὶ φυλάσσουν τὰς ἐντολάς
μου (Δευτ. ε’, 9-10)»[6].
Διαπιστώνεται
ἔτσι πολλές φορές ὅταν χωρίζουν οἱ γονεῖς νά παθαίνει κατάθλιψη τὸ
παιδί. «Μοῦ ἔλεγε ἕνας στρατιωτικὸς ἱερέας» παρατηρεῖ ὁ π. Μεθόδιος
Κρητικός, «ὅτι διερευνώντας τὶς περισσότερες περιπτώσεις αὐτοκτονιῶν
στρατιωτῶν στὸν Στρατὸ, διαπιστώνει ὅτι εἶναι παιδιὰ διαλυμένων
οἰκογενειῶν. Ἡ ἁμαρτία φώλιασε στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ. Ἡ ἁμαρτία τῶν
γονέων γέμισε μὲ ψυχικὲς διαταραχὲς τὸ παιδί. Καταλαβαίνουμε πόση εὐθύνη
φέρουμε μέσα στὴν κοινωνία μας, γιατί εἴμαστε ὅλοι ὁ ἕνας δίπλα στὸν
ἄλλο καὶ ἐπηρεάζουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον.
Σὲ μία συζήτηση κάποτε μὲ τὸν Γέροντα Παϊσιο στὸ Ἅγιο Ὅρος εἶχα ἀκούσει νὰ λέει : «Οἱ αἰτίες τῶν ψυχικῶν διαταραχῶν εἶναι κυρίως τρεῖς. Ὑπάρχουν ὀργανικὰ αἴτια καὶ τότε χρειαζόμαστε ἰατρικὴ βοήθεια. Ὑπάρχουν ψυχικὲς διαταραχὲς ποὺ ὀφείλονται στὴν ἁμαρτία, στὰ πάθη καὶ στὸν ἐγωισμό. Καὶ τότε χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος μετάνοια, συγχώρηση καὶ ἄσκηση. Ὑπάρχει καὶ ἡ περίπτωση τοῦ δαιμονισμοῦ.
Καὶ τότε χρειάζεται, ἐφ’ ὅσον μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ τὸ κατανοήσει, νὰ
δεῖ τί τοῦ ἔφταιξε καὶ νὰ ὁδηγηθεῖ σὲ μετάνοια, ἀλλὰ καὶ στὰ μέσα τῆς
Ἐκκλησίας μας τὰ ἁγιαστικὰ καὶ χαριτόβρυτα». Καὶ θυμᾶμαι πού εἶχε πεῖ τό
ἐξῆς: «πολλὲς φορὲς ἔχουμε δαιμονισμένους καὶ προσπαθοῦν νὰ τοὺς
βγάλουν τὸ δαιμόνιο μὲ μηχανήματα. Ὅπως καὶ μερικοὶ ἱερεῖς νομίζουν, ὅτι
οἱ ψυχασθενεῖς εἶναι δαιμονισμένοι καὶ προσπαθοῦν νὰ τοὺς θεραπεύσουν
μόνο μὲ τὰ μέσα τὰ ἐκκλησιαστικὰ, ἐνῶ χρειάζεται νὰ τοὺς στείλουν καὶ
κάπου ἀλλοῦ»»[7].
Τά πάθη ἑπομένως εἶναι ἡ κύρια αἰτία ὅλων τῶν ἀσθενειῶν καί μάλιστα τῶν λεγόμενων ψυχοσωματικῶν.
Κατά βάσιν ὅλες οἱ ἀσθένειες εἶναι ψυχοσωματικές.
«Ἀσθενεῖ τό σῶμα, ἀσθενεῖ μου καί ἡ ψυχή» ψάλλουμε στόν Μικρό
Παρακλητικό Κανόνα πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Κάθε ἀσθένεια τῆς ψυχῆς
ἐπιδρᾶ ὁπωσδήποτε σ’ ἕναν βαθμό καί στό σῶμα.
Ὁ ἄνθρωπος ἀρρωσταίνει πρῶτα στόν νοῦ, στήν ψυχή καί μετά στό σῶμα.
Ὁ
σκοτισμός τοῦ νοῦ, ἡ δυσλειτουργία ἤ καί ἡ παντελής ἀδράνεια τῆς νοερᾶς
ἐνέργειας εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν ψυχοσωματικῶν μας νοσημάτων.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://Hristospanagia3.blogspot.com
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://Hristospanagia3.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου