Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2018

Συμβουλές του μακαριστού επισκόπου Σιατίστης Αντωνίου Κόμπου


εκοιμήθη εν Κυρίω στις 17 Δεκεμβρίου 2005

παραθέτουμε λίγες συμβουλές του μακαριστού επισκόπου,από το βιβλίο Ασκητές μέσα στον κόσμο, τόμος Β

antonios

*«Τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα καθόλου μέλι».

*«Ποτέ δεν μετάνιωσα που δεν μίλησα.»

*”Όταν πάτε στο Άγιο Όρος να προσέχετε με τι ανθρώπους πάτε. Μερικοί πηγαίνουν και γυρνούν, κουτσομπολεύουν και σχολιάζουν”.

*”Η πείνα γρήγορα θα έρθει”.

*”Να βοηθούμε και να προσευχόμαστε να γίνουν χριστιανικές οικογένειες .Αν έχουμε οικογένειες ,θα έχουμε και παιδιά.”

*” Ποτέ μου δεν τιμώρησα Ιερέα, γιατί θα τιμωρούσα και τα παιδιά του”. Τους συμβούλευε κυρίως να μην συγκρούονται με τον κόσμο.

*«Ο Πάπας είναι αιρετικός», έλεγε και απορούσε που μερικοί δεν τον θεωρούν αιρετικό.

*«Για να σωθεί ο άνθρωπος πρέπει να έχει αγάπη για τους εχθρούς του, να εξομολογείται και να κοινωνά».

* Είπε σε γονείς που ανησυχούσαν για τα παιδιά τους: «Τα παιδιά μακριά από τους γονείς, μέσα στην κοινωνία, θα βρουν τα πάντα εκτός από αγάπη. Η αγάπη μπορεί,, αν κάποτε ξεφύγουν, να τα κάνει να ξαναγυρίσουν σπίτι τους, κοντά στους  γονείς τους».

από το βιβλίο Ασκητές μέσα στον κόσμο, τόμος Β.,σ.330-331
για την αντιγραφή Alexia-momyof6

Μνήμη κοιμήσεως 4 σύγχρονων γερόντων (2 Δεκεμβρίου)


 Στην Ορθόδοξη Εκκλησία το μεγαλύτερο καύχημα και ο πιο πολύτιμος θησαυρός της είναι οι Άγιοί Της. Δεν υπάρχει περίοδος στην ανθρώπινη ιστορία που να μην υπάρχουν άγιοι. Οι άγιοι πιστοποιούν στο πρόσωπό τους ενσάρκως την παρουσία του Αγίου Πνεύματος σε κάθε γενεά. Έτσι, σήμερα ξημερώνει για την Ορθοδοξία μας μία μεγάλη μέρα. Κατά συγκυρία ευτυχή, η Εκκλησία μας τιμά την ημέρα κοίμησης 4 σύγχρονων οσιακών μορφών. Ας δούμε εν συντομία τα κεντρικότερα σημεία της αγίας βιοτής των:

.
1. Γέρων Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης
2. Γέρων Αμβρόσιος, πνευματικός μονής Δαδίου
3. Γέρων Κλεόπα Ηλίε
4. Γέρων Ελπίδιος Νεοσκητιώτης
.


1. Γέρων Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

Ο Γέροντας Πορφύριος γεννήθηκε το 1906 στον Άγιο Ιωάννη Καρυστίας Ευβοίας. Το κοσμικό του όνομα ήταν Ευάγγελος. Στο σχολείο φοίτησε μόνον δύο χρόνια. Η ασθένεια του δασκάλου και η φτώχεια της οικογένειάς του τον έσπρωξαν να εργασθεί βόσκοντας τα λίγα ζώα της. Λίγο αργότερα, περίπου εννέα χρονών παιδάκι, εργάστηκε στο ανθρακωρυχείο της περιοχής και μετά στο παντοπωλείο ενός γνωστού της οικογένειας, στον Πειραιά. Ο πατέρας του είχε πάει να δουλέψει στη διώρυγα του Παναμά, για να συντηρήσει την οικογένειά του.
Όταν ήταν 8 ετών, βρήκε ένα φυλλάδιο με το βίο του Αγίου Ιωάννη του Καλυβίτη, το οποίο διάβαζε συλλαβιστά. Ο βίος του αγίου συγκίνησε το μικρό βοσκό και θέλησε να τον μιμηθεί. Έτσι, γύρω στα δώδεκα χρόνια του, ξεκίνησε μόνος του κρυφά για το Άγιο Όρος και στο πλοίο συνάντησε τον μετέπειτα Γέροντά του, ιερομόναχο Παντελεήμονα, τον πνευματικό, που ασκήτευε στην καλύβη του Αγίου Γεωργίου στη Σκήτη Καυσοκαλυβίων του Αγίου Όρους.
Σ΄ αυτόν τον Γέροντα και τον αυτάδελφό του μοναχό Ιωαννίκιο, ο νεαρός δόκιμος έκανε χαρούμενη και άκρα υπακοή και έτσι σε λίγα χρόνια αξιώθηκε να καρεί μοναχός. Λόγω της θερμής πίστης του, της υπακοής και της άσκησής του, τον επισκέφθηκε η θεία Χάρη και απέκτησε σε νεαρή ηλικία το χάρισμα της διοράσεως.
Στο Άγιον Όρος ασθένησε από πλευρίτιδα γύρω στα 18 του χρόνια και οι γέροντές του τον έστειλαν σε μοναστήρι στην Εύβοια για θεραπεία. Εκεί τον γνώρισε ο Αρχιεπίσκοπος Σινά Πορφύριος και αφού διαπίστωσε την πνευματική του προκοπή, τον χειροτόνησε ιερέα σε ηλικία 20 ετών. Μετά από ένα μικρό διάστημα ο Μητροπολίτης της περιοχής τον κατέστησε πνευματικό και έτσι έθεσε στην υπηρεσία των πιστών το χάρισμα της διοράσεως. Με το χάρισμα αυτό, ο νεαρός ιερομόναχος και πνευματικός Πορφύριος βοηθούσε τους ανθρώπους να γλιτώσουν από διάφορες πλεκτάνες του πονηρού, να καταλάβουν τί γίνεται στην ψυχή τους και να εργασθούν για τη σωτηρία τους.
Το 1940 διορίστηκε εφημέριος στην Πολυκλινική Αθηνών, στην οδό Σωκράτους, κοντά στην πλατεία Ομονοίας. Σ΄ αυτή τη θέση παρέμεινε συνολικά 33 χρόνια, εξομολογώντας τους ασθενείς και άλλους, προσευχόμενος, συμβουλεύοντας και συχνά θεραπεύοντας με την προσευχή και τη Χάρη του Θεού ασθενείς που ζητούσαν τη βοήθεια του.
Το 1950 νοίκιασε το εγκαταλελειμμένο μοναστηράκι του Αγίου Νικολάου Καλλισίων στην Πεντέλη και μέχρι το 1978 καλλιεργούσε την περιοχή του. Το 1979 εγκατεστάθηκε στο Μήλεσι Αττικής, κοντά στον Ωρωπό, όπου άρχισε, αφού έλαβε τις νόμιμες άδειες, να κτίζει το Ησυχαστήριο της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Σ΄ αυτό δεχόταν επισκέπτες κάθε κατηγορίας και τηλεφωνήματα από όλα τα μέρη του κόσμου, για διάφορα προβλήματα και συμβούλευε, ευχόταν, εξομολογούσε και θεράπευε τις ψυχές και πολλές φορές και τα σώματα των ανθρώπων.
Τον Ιούνιο του 1991, προαισθανόμενος το τέλος του, και μή θέλοντας να κηδευθεί με τιμές, αναχώρησε για το καλύβι του Αγίου Γεωργίου στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου είχε καρεί μοναχός πριν από περίπου 70 χρόνια και στις 2 Δεκεμβρίου παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριο.
Οι διδαχές του παραμένουν πολύτιμες παρακαταθήκες για τον ταλαιπωρημένο άνθρωπο της εποχής μας. Με τη βαθιά αγάπη και τη διάκριση που τον χαρακτήριζε, τα λόγια του αποτελούν αληθινές σανίδες παρηγοριάς στις μέρες μας. Η διεισδυτική του ματιά και η μεγάλη του φιλανθρωπία προσφέρουν ξεχωριστές διαστάσεις στη σύγχρονη Ποιμαντική.
.
2. Γέρων Αμβρόσιος, πνευματικός μονής Δαδίου
Γεννήθηκε στο χωριό Λαζαράτα της Λευκάδος το 1914. Το κοσμικό του όνομα ήταν Σπυρίδων Λάζαρης. Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος και η οικογένειά του πολύτεκνη. Από μικρός ο ίδιος χαρακτηριζόταν για την ηρεμία του χαρακτήρα του και την αγάπη του προς την Εκκλησία. Δεν μπόρεσε να μορφωθεί γιατί ο πατέρας του έλειπε στον πόλεμο και ο ίδιος βοηθούσε τη μητέρα του στις αγροτικές δουλειές του σπιτιού.
Όταν εκπλήρωσε τη στρατιωτική του θητεία, θέλησε να πάει στο Άγιο Όρος, αλλά δεν ήξερε τον τρόπο. Με την καθοδήγηση, όμως, ενός νέου έφτασε στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου. Εκεί ο συνοδός του τού είπε: “Εδώ, θα μείνεις, Σπύρο. θα γίνεις μοναχός, θα κάνεις υπομονή και υπακοή στο γέροντα” κι αμἐσως εξαφανίστηκε. Ο Σπύρος κατάλαβε ότι επρόκειτο για άγγελο Κυρίου, παρέμεινε στο μοναστήρι και σε ηλικία 25 ετών έγινε μοναχός με το όνομα Χαρίτων.
Ένα βράδυ ο ηγούμενος λέει στο μοναχό Χαρίτωνα να διαβάσει την Ενάτη. Εκείνος, καθώς ήταν αγράμματος, προσπάθησε να διαβάσει, αλλά είχε μεγάλη δυσκολία. Ο ηγούμενος αγανάκτησε και τον έδιωξε λέγοντάς του επιτιμητικά να πάει στο κελλί του. Το ίδιο βράδυ, ενώ προσευχόταν, εμφανίστηκε η Παναγία και τον βοήθησε να μάθει το ψαλτήρι από μνήμης.
Ένα καλοκαίρι εργαζόταν στον κήπο της Μονής. Βλέποντας μία συκιά και επειδή πεινούσε, ανέβηκε στο δένδρο, για να φάει σύκα. Στο Άγιο Όρος οι μοναχοί δεν επιτρέπεται να τρώνε τίποτε εκτός τραπέζης, γιατί θεωρείται λαθροφαγία. Έφαγε μερικά σύκα, αλλά γλίστρησε και έπεσε από το δέντρο. Αν και είχε πέσει από το πρωί, οι άλλοι μοναχοί αφού τον αναζήτησαν, τον βρήκαν μόνο το απόγευμα στο περιβόλι πεσμένο κάτω να πονάει πολύ. Τον έβαλαν πάνω σε μια πόρτα και τέσσερα άτομα μαζί – καθώς ήταν σωματώδης – τον μετέφεραν στο κελλί του. Όπως διηγείται ο ίδιος: «Ενώ βρισκόμουν στο κρεβάτι και πονούσα, απέναντι έβλεπα το παρεκκλήσι των Αγίων Αναργύρων και τους παρακαλούσα να με βοηθήσουν. Εμφανίζονται τότε δύο γιατροί με λευκές μπλούζες και προσπάθησαν να βάλουν το πόδι μου στην θέση του. “-Τράβα Κοσμά”, έλεγε ο ένας. “-Κράτα από εδώ Δαμιανέ”, έλεγε ο άλλος. Και σε πέντε λεπτά οι πόνοι εξαφανίστηκαν και έγινα καλά»!
Στο μοναστήρι βρίσκονταν τότε πέντε νέοι μοναχοί και ένας ηλικιωμένος γέροντας. Κάποιοι από αυτούς σκέφτηκαν ότι θα ήταν καλό να αλλάξουν τον γέροντα. Το έμαθε ο γέροντας και ζήτησε την απομάκρυνσή τους. Με τη συνοδεία της αστυνομίας ο μοναχός Χαρίτων εκδιώχθηκε στη Μονή Χιλανδαρίου. Εκεί είχε πάρα πολλές δυσκολίες και πέρασε αρρώστιες, που τον ανάγκασαν να έρθει στον κόσμο. Πήγε, λοιπόν, στον Γέροντα Πορφύριο, ο οποίος τον συμβούλευσε να πάει στην ερειπωμένη Μονή Δαδίου στη Φθιώτιδα. Εκεί βρήκε μόνο αρουραίους, φίδια και άγρια ζώα. Ο Γέροντας Πορφύριος του υπέδειξε: «Κάθισε εδώ, κάνε υπομονή και υπακοή και ο Θεός θα σε βοηθήσει».
Αμέσως επιδόθηκε στην ανασύσταση της Μονής, η οποία έγινε στη συνέχεια γυναικεία. Ο τότε Μητροπολίτης Φθιώτιδος Αμβρόσιος εξετίμησε τον γέροντα και τον έκανε ιερομόναχο, δίνοντάς του, μάλιστα, το δικό του όνομα.
Κάποτε χτύπησε το πόδι του, πήγε στο νοσοκομείο, όπου του έβαλαν πλατίνα στο γοφό. Πονούσε, όμως, πολύ. Ο τότε Μητροπολίτης Ελβετίας Δαμασκηνός τον πήρε στην Ελβετία να τον δούνε εκεί οι γιατροί. Εκεί διαπιστώθηκε ότι στην πρώτη επέμβαση, του έβαλαν 1 εκατοστό πλατίνα μεγαλύτερη με αποτέλεσμα να χρειαστεί νέο χειρουργείο, για να μειώσουν την πλατίνα. Όταν έγινε αυτό και ετοιμαζόταν για εξιτήριο, του ζητήθηκαν γενικές εξετάσεις, τις οποίες έκανε. Τότε, βρέθηκε στον αριστερό του νεφρό πέτρα μεγάλη όσο ένα πορτοκάλι και έτσι παρέμεινε για νέα εγχείριση.
Διηγείται ο Γέροντας: «Ενώ ήμουν μόνος στο δωμάτιο, εμφανίστηκε ένας μοναχός. Βγήκαμε, λοιπόν, μαζί στο μπαλκόνι και καθίσαμε για να μιλήσουμε. Κάπου 15 λεπτά μιλούσαμε και του είπα για τα χειρουργεία και για τον λίθο στο νεφρό. Τότε ο μοναχός μου είπε: ’’Είμαι ο Άγιος Νεκτάριος και ήρθα να σε δω. Ήμουν και εγώ φιλάσθενος και παρέδωσα την ψυχή μου στο «Αρεταίειο» νοσοκομείο. Άντεξα τις συκοφαντίες και την ασθένεια, κάνοντας υπομονή. Ο Θεός μου έδωσε χάρη μεγάλη για την υπομονή που έκανα’’. Μετά με άγγιξε και έφυγε. Όταν έφυγε ο Άγιος Νεκτάριος μου ήρθε διάθεση ούρησης και ούρησα σε ένα μικρό λεκανάκι Τότε βγήκε μαζί με τα ούρα και μία πέτρα σε μέγεθος μικρού πορτοκαλιού. Τότε με μία χαρτοπετσέτα την πήρα και την έβαλα στο συρτάρι του κομοδίνου.
Την επόμενη θα γινόταν η εγχείριση. Έρχεται ο Ελβετός γιατρός και μου λέει: «Ετοιμάσου για το χειρουργείο». Εγώ του απάντησα ότι δεν χρειάζομαι χειρουργείο. Άνοιξα το συρτάρι και του έδειξα την πέτρα. Όταν την είδε ο γιατρός, είπε· «Εσείς οι Ορθόδοξοι έχετε ζωντανή πίστη, εμείς την νοθεύσαμε”. Το χειρουργείο δεν έγινε και ή πέτρα παρέμεινε στο γραφείο του Ελβετού γιατρού, για χρόνια πολλά».
Του άρεζε η ησυχία και η αφάνεια, γι’ αυτό και δεν απέκτησε μεγάλη συνοδεία από μοναχές. Μάλιστα, ούτε στο χωριό, στο Δαδί, τον ήξεραν καλά καλά. Και εκεί δεν κατέβαινε παρά σπάνια. Ήταν στο Μοναστήρι, έκανε πρακτικές εργασίες, ήταν ο εφημέριος της Μονής και ασχολήθηκε πολύ με την ευχή. Είχε όμως μεγάλη χάρη. Έλεγε χαρακτηριστικά: «Εγώ αγράμματος άνθρωπος είμαι και έρχονται εδώ τόσοι άνθρωποι μορφωμένοι, καθηγητές πανεπιστημίου, και ανοίγει ο νους μου και τους λέω τόσα πράγματα, που απορώ πως τα λέω».
Κοιμήθηκε την ίδια μέρα, ακριβώς 15 χρόνια μετά, που κοιμήθηκε ο Γέροντας Πορφύριος, στις 2 Δεκεμβρίου 2006, σε ηλικία 92 ετών.
.
3. Γέρων Κλεόπα Ηλίε
Γεννήθηκε στο χωριό Σούλιτσα του νομού Botosani της Ρουμανίας στις 10 Απριλίου του 1912 και βαπτίσθηκε Κωνσταντίνος. Όπως ανέφερε ο ίδιος, οι γονείς του ήταν ζωντανό παράδειγμα χριστιανικής ζωής και το σπίτι τους ήταν μια κατ΄ οίκον εκκλησία. Έτσι, τα πέντε από τα δέκα παιδιά της οικογένειάς του ακολούθησαν το μοναχικό βίο.
Όταν ήταν νεογέννητος, αρρώστησε σοβαρά. Επειδή δύο άλλα αδέλφια του είχαν ήδη πεθάνει σε νηπιακή ηλικία, η μητέρα του τον πήγε στον ερημίτη Κόνωνα Georgescu, πνευματικό στην Cozancea και με τη βοήθειά του η Παναγία θεράπευσε τον μικρό Κωνσταντίνο.
Το 1929 εισήλθε μαζί με έναν ακόμη αδελφό του στην Ιερά Σκήτη Sihastria, όπου μόναζε ήδη ένας μεγαλύτερος αδελφός τους. Αρχικά στάλθηκε στη βοσκή των προβάτων της σκήτης, διακόνημα που τον γέμιζε με μεγάλη πνευματική χαρά. Αφού υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία (1935-1937), εκάρη μοναχός στην ίδια σκήτη.
Ο ζήλος του στις εργασίες της σκήτης οδήγησε το γηραιό ηγούμενό της να τον διορίσει αναπληρωτή ηγούμενο το 1942, ενώ το 1944 εξελέγη ηγούμενος. Στα τέλη του ίδιου έτους χειροτονήθηκε διάκονος και στις αρχές του επόμενου, πρεσβύτερος. Αμέσως επιδόθηκε στην ανακαίνιση της σκήτης και το 1947 μόλις, πέτυχε την ανύψωσή της από εξαρτηματική σε ανεξάρτητη Μονή.
Με την άνοδο των κομμουνιστών στην εξουσία, συνελήφθη και ανακρίθηκε για 5 ημέρες στο Targu Neamt, αλλά πολύ σύντομα αφέθηκε ελεύθερος. Για να αποφύγει τα προβλήματα με τις αρχές κρύφτηκε σε μια ξύλινη καλύβα βαθιά στο δάσος, 6 χλμ. μακριά από το μοναστήρι. Σε 6 μήνες όμως επανήλθε στη θέση του.
Με απόφαση του Πατριάρχη Ιουστινιανού μεταφέρεται στις 30 Αυγούστου 1949 μαζί με 30 μοναχούς από τη Μονή Sihastria στη Μονή Slatina-Suceava και γίνεται ηγούμενός της, καθιστώντας τη σύντομα στο πιο οργανωμένο μοναστήρι της Ρουμανίας. Τα προβλήματα με το καθεστώς όμως δεν έλειψαν. Αντιμετωπίζοντας διαρκείς έρευνες και συλλήψεις, αναγκάστηκε  να ζήσει σε σκληρές συνθήκες στα βουνά Stânişoarei μαζί με τον ιερομόναχος Αρσένιο Papacioc. Τελικά θα επιστρέψει το 1956 στη Sihastria.
Το 1959 ψηφίστηκε ειδικό διάταγμα, με το οποίο εκδιώχθηκαν από τα μοναστήρια πάνω από 4000 μοναχοί και μοναχές. Ο ίδιος πιέστηκε από τις αρχές να αποβάλει το μοναχικό σχήμα και να περιοριστεί στο σπίτι του. Όπως πολλοί άλλοι μοναχοί, αρνήθηκε και αποσύρθηκε -για τρίτη φορά- στα βουνά της Μολδαβίας.
Το 1964 η πολιτική απέναντι στην Εκκλησία έγινε ηπιότερη, οπότε μπόρεσε να επιστρέψει στη Μονή. Παρέμεινε εκεί για 34 χρόνια ως πνευματικός των μοναχών και πολλών λαϊκών που έρχονταν από όλη τη χώρα και το εξωτερικό, για πνευματική καθοδήγηση.
Κοιμήθηκε οσιακά στις 2 Δεκεμβρίου 1998. Στα τέλη του 2005, η Ιερά Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρουμανίας πληροφόρησε τους πιστούς ότι έχει αρχίσει να μαζεύει στοιχεία για την επίσημη αγιοκατάταξη του μακαρίου Γέροντος Κλεόπα – ήδη αγίου στην συνείδηση πάρα πολλών πιστών.
.
4. Γέρων Ελπίδιος Νεοσκητιώτης
Γεννήθηκε το 1913 στη Λευκωσία και το κοσμικό του όνομα ήταν Αλέξανδρος. Ήταν δίδυμος αδελφός του Ιερομάρτυρος Φιλουμένου, που μαρτύρησε το 1979 στην Παλαιστίνη.
Τα δύο αδέλφια είχαν μάθει από νωρίς την προσευχή και τη μελέτη πατερικών βιβλί­ων. Κάποτε εντυπωσιάστηκαν τόσο πολύ από το βίο του οσίου Ιωάννου του Καλυβίτου και σε ηλικία μό­λις 14 ετών έφυγαν κρυφά από τους γονείς τους για την Ιερά Μονή Σταυροβουνίου. Μέσα στο πνευματικά ανθηρό κλίμα της Μονής και υπό τη φωτισμένη καθοδήγηση του πνευματικού π. Κυπριανού, μυήθηκαν στο πνεύμα της ανατολικής μοναστικής παράδοσης.
Το αυστηρό πρόγραμμα της Μονής κλόνισε όμως επικίνδυνα την υγεία τους και μετά από 6 χρόνια πήγαν στην Παλαιστίνη και έγιναν τακτικά μέλη της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος. Το 1937 ο π. Ελπίδιος χειροτονήθηκε διάκονος και το 1940 πρεσβύτερος, ενώ το ίδιο διάστημα ολοκλήρωσε την εγκύκλιο παιδεία του. Υπηρέτησε σε πολλές θέσεις του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων (Ηγούμενος της Μονής του Προδρόμου, Τιβεριάδα, Πατριαρχικός Έξαρχος στη Ναζαρέτ, όπου έλαβε το οφφίκιο του αρχιμανδρίτου).
Τό 1947 προσελήφθη στην υπηρεσία του Πατρι­αρχείου Αλεξανδρείας και απεστάλη για μια πενταετία στη Μοζαμβίκη. Κατόπιν έζησε στην Αθή­να, όπου και έλαβε το Πτυχίο της Θεολογικής Σχολής του Πα­νεπιστημίου (1952-1956). Από το επόμενο έτος υπηρέτησε ως προϊστάμενος του Ι.Ν. Αγίων Πάντων Λονδίνου, ενώ συγχρόνως παρακολούθησε μα­θήματα Ερμηνείας Καινής Διαθήκης και Εκκλησια­στικής Ιστορίας στο Βασιλικό Κολλέγιο. Το 1959 διορίσθηκε από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας Έξαρχος του Θρόνου, πρώτα στην Οδησσό και κατόπιν στην Ελλάδα. Ύστερα από πολλές παρακλήσεις και προτροπές, επανήλθε στην πατρίδα του ως ιεροκήρυκας της Επαρχίας Πάφου και μετά Ηγούμενος της Μο­νής Μαχαιρά.
Δεν έμεινε όμως και εκεί για πολύ. Έτσι, επέ­στρεψε εις την Ελλάδα και ανέλαβε την εφημερία του θεραπευτηρίου του Ερυθρού Σταυρού για 6 χρόνια. Ο ζήλος και η διακονία του παρέμειναν για πολλά χρόνια στη μνήμη των ασθενών και του προσωπικού.  Το βαθύ πνευματικό του έργο συνεχίστηκε κατόπιν στον Ι.Ν. Αγίας Τριάδος Αμπελοκήπων όπου μετετέθη. Στο μεταξύ, σπούδασε και στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου.
Όταν, τέλος, αποσύρθηκε από την ενεργό υπηρεσία, πραγματοποίησε αυτό που για δεκαετίες διακαώς επιθυμούσε: την αμεριμνησία της ησυχαστικής ζωής. Ασκήτευσε, έτσι, στη Νέα Σκήτη του Αγίου Όρους, ύστερα από ενύπνια υπόδειξη της Παναγίας.
Η αλήθεια είναι πως καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του δεν παρέλειψε ποτέ τα μοναχικά του καθήκοντα. Από μαθητής ακόμα, συνήθιζε να απομονώνεται τελώντας τις ακολουθίες του νυχθημέρου. Κάποτε, μάλιστα, όταν στο νοσοκομείο διογκώθηκαν οι υποχρεώσεις του, ζητούσε μέσα στην απλότητά του από την αδελφή του και τους ανεψιούς του να διαβάζουν από ένα μικρό κομμάτι της ακολουθίας του, ενώ από τα πνευματικά του τέκνα (ιδίως τις αδελφές νοσοκόμες), να κάνουν λίγες μετάνοιες, για να συμπληρωθεί ο κα­νόνας του.
Στο αγιορείτικο κελλί του, πάλι, συνήθιζε να διαβάζει παρακλή­σεις για όλο τον κόσμο, και εξορκισμούς και ευχές για ό­λους τους μοναχούς της Σκήτης και του Αγίου Όρους. Στις μετακινήσεις του ήθελε να ταξιδεύει μόνος του για να λέει απερίσπαστος την ευχή.
Οι συνασκητές του διηγούνται ότι γνώριζε με λεπτο­μέρειες το μαρτύριο του αδελφού του Φιλουμένου εις την Παλαιστίνην, καθώς άκουγε τούς δαρμούς του και τον ίδιο να του φωνάζει, «αδελφέ μου, με σκοτώ­νουν!». Άλλοτε ευλόγησε το λιγοστό φαγητό μιας φτωχής οικογένειας και αυτό υπερπερίσσευσε. Θαύματα διηγούνται, ακόμη, και κατά τη θητεία του στον Ερυθρό Σταυρό.
Προτίμησε πάντοτε τη ζωή της αφάνειας και της διάκρισης και ποτέ δεν προκάλεσε κανέναν. Όταν στο τέλος της επίγειας ζωής του αρρώστησε βαριά, ήταν εκείνος που ανέπαυε όσους αδελφούς τον επισκέπτονταν για να τον αναπαύσουν. Κοιμήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 1983.
Ας έχουμε την ευχή όλων τους!
.
από την Πεμπτουσία

Μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυρός Χριστόδουλος, ἐκοιμήθη στήν Ἀθήνα στίς 28 Ιαν. 2008




Φωτογραφία από:ellpalmos.blogspot.com
δείτε στην συνέχεια:Σύντομο βιογραφικό- η ομιλία κατά την ενθρόνησή του και η συγγνώμη προς τους νέους της Ελλάδος (βίντεο)-η πνευματική διαθήκη του

Ὁ Μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ελλάδος κυρός +Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης, γεννήθηκε στὴν Ξάνθη τὸ 1939. Τὸ 1962 ἔλαβε τὸ πτυχίο τῆς Νομικῆςκαὶ τὸ 1967 τὸπτυχίο τῆς Θεολογικῆς. Ἦταν διδάκτωρ τῆς Θεολογίας, πτυχιοῦχος τῆς γαλλικῆς καὶ ἀγγλικῆς γλώσσας, γνώστης δὲτῆς ἰταλικῆς καὶ γερμανικῆς γλῶσσας.

Διάκονος χειροτονήθηκε τὸ 1961 καὶ πρεσβύτερος τὸ 1965. Διετέλεσε ἐπὶ 9 χρόνια ἱεροκήρυκας καὶ πνευματικὸς προϊστάμενος τοῦ Ι.Ν. Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (Παναγίτσας) στὸ Παλαιὸ Φάληρο, καὶἐπὶ 7 χρόνια Γραμματεὺς τῆς Ι. Συνόδου. Ἐξελέγη Μητροπολίτης Δημητριάδος τὸ 1974.
Ἔλαβε μέρος σὲ πολλὲς ἐκκλησιαστικὲς ἀποστολὲς στὸἐξωτερικό. Συνέγραψε πλῆθος ἐπιστημονικῶν καὶἐποικοδομητικῶν κειμένων. Ἀρθρογράφησε στὸνἐκκλησιαστικὸ τύπο καὶ σὲ ἐφημερίδες. Τὸ 1998 ἐξελέγη ὑπὸτῆς σεπτῆς Ἱεραρχίας Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσηςἙλλάδος.
Ἀνάμεσα στὶς δημοσιεύσεις του ξεχωρίζουν τὰ βιβλία «Ἑλληνισμὸς προσήλυτος. Ἡ μετάβαση ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα στὸν χριστιανισμό», ὅπου ἑρμηνεύει πῶς ἐπέτυχε ὁχριστιανισμὸς νὰ ἐπικρατήσει καὶ νὰ προσυλητίσει Ἕλληνες καὶ Ρωμαίους, καὶ «Ἡ ψυχὴ τῆς Εὐρώπης» (  : The European Psyche) ὅπου ἀναφέρεται στὸν ρόλο τοῦ χριστιανισμοῦ κατὰτὴ δημιουργία τοῦ εὐρωπαϊκοῦ κόσμου καὶ τὶς προοπτικὲς τοῦΕὐρωπαίου ἀνθρώπου ἐὰν ξερριζώσει τὴν ταυτότητά του.
Ἡ ἄνοδός του στὸν θρόνο τοῦ Προκαθημένου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στάθηκε ἀφετηρίαἀναβάθμισης τῆς παρουσίας τῆς Ἐκκλησίας στὴ σύγχρονη πραγματικότητα. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τουἀναδιοργανώθηκαν οἱ Συνοδικὲς Ἐπιτροπὲς καὶ ἱδρύθηκαν νέες, ὥστε ἡ Ἐκκλησία νὰ παρακολουθεῖκαὶ νὰ παρεμβαίνει ὅπου καὶ ὅποτε τοῦτο εἶναι ἀναγκαῖο.
Ὑπὸ τὴν ἡγεσία του, προήχθη τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας στὸν κοινωνικὸ τομέα. Ἡ ἐνίσχυση τῶνὑπαρχόντων καὶ ἡ ἵδρυση νέων ὀργανισμῶν καλύπτουν τομεῖς ὅπως ἡ βιοηθική, ἡ μέριμνα γιὰ τοὺς τοξικομανεῖς, ἡ συμπαράσταση πρὸς τοὺς οἰκονομικοὺς πρόσφυγες, τὴν κακοποιημένη γυναίκα, τὴνἄγαμη μητέρα, τὰ θύματα τοῦ trafficking, κλπ., συνοδεύτηκε ἀπὸ παρεμβάσεις ποὺ ὁδήγησαν στὴδημιουργία δικτύου δεκάδων βρεφονηπιακῶν σταθμῶν γιὰ τὴ στήριξη τῆς ἐργαζόμενης γυναίκας, τὴμεθοδικὴ στήριξη τῶν πτωχῶν καὶ πολύτεκνων οἰκογενειῶν κλπ.
Ἡ ἵδρυση τῆς Ἀλληλεγγύης ΜΚΟ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐπέτρεψε τὴ σὲ μεγάλη κλίμακα παρέμβαση μὲ ἀνθρωπιστικὴ βοήθεια στὴν Ἑλλάδα καὶ τὸν διεθνὴ χῶρο –τὴ Μέση Ἀνατολή, τὴνἈφρική, τὴν Ἀσία καὶ τὴν Ἀνατολική Εὐρώπη.
Σημαντικὲς προόδους σημείωσε καὶ τὸ ἔργο τῆς Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν μὲ τὰ ὀργανωμένα σισίτια γιὰ περίπου 3000 ἄτομα τὴν ἡμέρα, τὴ δωρεὰν παροχὴ καινούργιου ρουχισμοῦ, τὴν ἵδρυση τῆς «Στέγης Μητέρας», τῶν Βρεφονηπιακῶν Σταθμῶν, τῶν Στεγῶν Γερόντων, Κατακοίτων,Ἀπροσαρμόστων παιδιών, τὶς δωρεὰν ὶατρικὲς καὶ νομικὲς υπηρεσίες μέσω τοῦ «Κέντρου Στήριξης Οἰκογένειας» καὶ τῆς «Διακονίας», τοῦ Ἱδρύματος Ψυχοκοινωνικῆς Ἀγωγῆς καὶ Στήριξης.
Καὶ στὴν ἐπικοινωνία τῆς Ἐκκλησίας τὰ πράγματα ἄλλαξαν. Ὅπως ἐλέχθη, «ὁδήγησε τὴνἘκκλησία στὸν κόσμο τῆς ψηφιακῆς ἐποχῆς», ἱδρύοντας τὴν ὑπηρεσία διαδικτύου στὸ ὁποῖο ἐκτὸςἀπὸ τοὺς ἀμιγῶς ἐκκλησιαστικῆς ὕλης ἱστοχώρους δημιούργησε τὸ πρῶτο διαδικτυακὸ πολιτιστικὸκέντρο μὲ ψηφιακὴ βιβλιοθήκη σὲ 9 γλῶσσες, πινακοθήκη, μουσικοθήκη, καὶ πύλη πολιτιστικῶν εἰδήσεων στὴν ἑλληνικὴ καὶ ἀγγλικὴ γλώσσα. Ἱδρύθηκε ἀκόμη ἱστοχῶρος πολυμέσων, γιὰὁπτικοακουστικὲς μεταδόσεις.
Σημαντικὴ ὑπήρξε ἡ φροντίδατοῦ Μακαριστοῦ γιὰ τὰ εὐρωπαϊκὰ θέματα. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τουἱδρύθηκαν ἡ ad hoc Συνοδικὴ Επιτροπή, ἡἈντιπροσωπία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὴν ΕυρωπαϊκὴἝνωση μὲ ἕδρα τὶς Βρυξέλλες, καὶ ἱστοχῶρος ἀφιερωμένος στὴν προβολὴ καὶ στήριξη τῶν ταυτοτικῶν στοιχείων τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πνεύματος.
Ὁ Μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυρός Χριστόδουλος ἐκοιμήθη στήν Ἀθήνα στίς 28-01-2008, ἔπειτα ἀπό σκληρή μάχη γιά τή ζωή ποῦ ἔδωσε ἐπί ἑπτά μῆνες μέ σθένος καί ὑποδειγματική ψυχική δύναμη.
Πηγή: Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος

† Γερμανὸς Μητροπολίτης Θεοδωρουπόλεως



Ἕνας ὁλόφωτος πνευματικὸς φάρος, μία ἐξαίσια ἐκκλησιαστικὴ φυσιογνωμία ἀναχώρησε ἀπὸ τὸν φθαρτὸ κόσμο μας στὶς 10 Αὐγούστου 2018 σὲ ἡλικία 88 ἐτῶν, γιὰ νὰ προστεθεῖ στὶς τάξεις τῶν ἁγίων ποὺ περικυκλώνουν τὸ ὑπερουράνιο θυσιαστήριο, ὅπου λατρεύεται ἀκατάπαυστα «ὁ Κύριος τῆς δόξης».
Δὲν ἦταν πολὺ γνωστὸς στὴν Ἑλλάδα ὁ Μητροπολίτης Θεοδωρουπόλεως κυρὸς Γερμανός (κατὰ κόσμον Ἰωάννης Ἀθανασιάδης), ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1930 καὶ λάμπρυνε μὲ τὴν πηγαία ταπεινοφροσύνη του καὶ τὶς ἄλλες εὐαγγελικὲς ἀρετές του τὴν Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία ἐπὶ πολλὲς δεκαετίες. Χειροτονήθηκε διάκονος τὸ ἔτος 1953, πρεσβύτερος τὸ 1966 καὶ ἐπίσκοπος τὸ 1972, βοήθησε δὲ ἐπὶ μακρὰ χρονικὰ διαστήματα μὲ ὑποδειγματικὴ ἀφοσίωση καὶ ὑπακοὴ τὸν γέροντά του, τὸν ἐπιφανὴ Μητροπολίτη Δέρκων κυρὸ Ἰάκωβο (Παπα-παϊσίου).


Εἶναι ἀδύνατο νὰ περιγράψει κανεὶς μὲ συντομία τὴ σπάνια προσωπικότητα τοῦ μακαριστοῦ ἱεράρχη Γερμανοῦ, ὁ ὁποῖος χωρὶς ὑπερβολὴ ὑπῆρξε «ὁ ἡγιασμένος ἐπίσκοπος τοῦ Φαναρίου». «Ἡ παρουσία του στὸ μαρτυρικὸ Φανάρι ἦταν ἀθόρυβη καὶ ἁγιοπρεπὴς σὲ ὅλα. Μυρίπνοο ἄνθος τῆς μυστικῆς ἁγιοπατερικῆς ἀρετῆς». Ἀκόμη καὶ οἱ ἀλλόθρησκοι Τοῦρκοι «τὸν ἀγαποῦσαν ἀληθινὰ καὶ τοῦ ἐκδήλωναν βαθὺ σεβασμό. Τὸν ἀποκαλοῦσαν “ἀζὶζ Γερμα­νό”, δηλαδὴ ἅγιο Γερμανό». Ὅπως βεβαι­ώ­νουν ἀξιόπιστοι μάρτυρες, «ἀπὸ τὴν ἀρ­χὴ τράβηξε μόνος του τὸν δρόμο τῆς ἀ­σκήσεως καὶ τῆς νήψεως ἀταλάντευτα. (…) Δαπανοῦσε γιὰ τὸν ἑαυτό του τόσα, ὅσα ἦσαν ἀναγκαῖα γιὰ νὰ ζεῖ. Τὸ μεγαλύτερο μέρος ἔδινε γιὰ νὰ συντηρηθοῦν ἄλλοι, ἐνδεεῖς ὁμογενεῖς καὶ Τοῦρκοι». Ἐξάλλου «ἡ προσευχή του ἦταν μιὰ μυστικὴ θεία σκέπη πάνω ἀπὸ τὸ Φανάρι». Εἶχε «ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα καὶ ἦθος ἀκατηγόρητο, ἀδαμάντινο, εὐῶδες. (…) Βλέμμα πεντακάθαρο σὰν τοῦ μωροῦ παιδιοῦ ὣς τὸ τέλος. Χαμόγελο οὐράνιο. Ταπεινὴ λειτουργικὴ παρουσία στὴν ἀμφίεση, στὶς ἐκφωνήσεις, στὶς κινήσεις. (…) Εὐτυχισμένος μέσα στὴν ἀγαπημένη του ἀφάνεια (…). Ὁ “ἀζὶζ Γερμανὸς” ἦταν ὁ μεγάλος σιωπηλὸς δάσκαλος τοῦ “ἐν τῷ κρυπτῷ” ἀγῶνος ποὺ ζητᾶ ὁ Κύριος» (Ἀρχιμ. Χρυσ. Παπαδάκη, pemptousia.gr/11-8-2018).
Ὅσοι ἀξιωθήκαμε νὰ γνωρίσουμε ἀπὸ κοντὰ τὴν ὁσιακὴ μορφὴ τοῦ πνευματέμφορου αὐτοῦ Ἱεράρχη καὶ νὰ δεχθοῦμε τὶς πολύτιμες πατρικὲς εὐχές του, τὸ θεωροῦμε μεγάλη εὐλογία τοῦ φιλάνθρωπου Θεοῦ στοὺς χαλεποὺς καιροὺς ποὺ ζοῦμε. Τοῦ ἀοιδίμου ἐκλεκτοῦ Μητροπολίτου Γερμανοῦ ἂς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη!

πηγή: ο Σωτήρ

Το… “φθινοπωρινό πουλάκι” που αγίασε! (από τα παιδικά χρόνια του Γ. Ιακώβου Τσαλίκη)


Ήταν κάποτε παιδιά. Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης


Οι Άγιοί μας, καθώς και οι μεγάλοι γέροντες και ασκητές μας, ήταν κι αυτοί κάποτε παιδιά!
Ας διαβάσουμε, λοιπόν, ένα μικρό απόσπασμα, μια θαυμαστή ιστορία από τα παιδικά χρόνια του Γέροντα Ιάκωβου Τσαλίκη, όπως καταγράφεται στο εξαιρετικό βιβλίο της Άννας Ιακώβου, «Ήταν κάποτε παιδία- Ο Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης»
….Φθινοπωρινό πουλάκι τον έλεγε η μάνα του, η κυρά-Δωρούλα, τον Ιάκωβο. Έτσι αδύνατος κι ασθενικός που ήταν, έμοιαζε περισσότερο μ’ εκείνα τα φθινοπωρινά πουλάκια που, σαν τα βλέπεις, αναρωτιέσαι πώς θ’ αντέξουνε τα πρωτοβρόχια, πώς θα πετάξουν κόντρα στους πρώτους παγωμένους αγέρηδες, πώς θα σκίσουν με τα φτερά τους εκείνους τους γκρίζους ουρανούς.
Και ήθελε η κυρά-Δωρούλα γερό και δυνατό τον μικρό Ιάκωβο για τα πρώτα του πεταρίσματα στη ζωή. Την ίδια όμως έγνοια είχε και για τις πνευματικές του πτήσεις. Πιο πολύ γι’ αυτά τα φτερουγίσματα ήθελε ο Ιάκωβος να κάμει γερά φτερά.
Και τώρα, που τον έβλεπε να μεγαλώνει και δειλά ν’ ανοίγει τις φτερούγες του σαν νιόβγαλτο πουλάκι να πετάξει στους δρόμους της γης και τ’ ουρανού, χτύπαγε πιότερο με λαχτάρα η καρδιά της.
Το πρώτο της ζωής του το φτερούγισμα ο Ιάκωβος το έκανε στα εφτά του χρόνια. Κι έφτασε τούτο το πετάρισμα ως του σχολειού τα σκαλοπάτια. Ένα σχολειό ασυνήθιστο που είχε στηθεί για χάρη των παιδιών μέσα στο μικρό ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής, μιας και σχολειό κανονικό στο χωριό τους δεν είχε ακόμη γίνει. Εκεί μάζευε ο δάσκαλος τα παιδιά και τους έκανε το μάθημα. Το χειμώνα μέσα. καθισμένοι στα στασίδια της εκκλησιάς, αντάμα μ’ Αγίους κι Αγγέλους να μαθαίνουνε γραφή κι ανάγνωση. Και σαν έμπαινε η άνοιξη, βγαίνανε έξω, στα πεζούλια της αυλής, κάτω απ’ τα πυκνόφυτα πεύκα που κρύβανε περίτεχνα το μικρό ξωκλήσι του λόφου.
Μεγάλη αγάπη είχε ο Ιάκωβος στο σχολειό του. Μεγάλη όμως αγάπη είχε και στο μικρό εκκλησάκι. Κι έλαχε και σμί­ξανε τούτες οι δυο αγάπες του και γίνηκαν ένα. Με χαρά, πετώντας, πήγαινε το πρωί στο ξωκλήσι για να μάθει γράμματα και το απόγευμα για ν’ ανάψει τα καντηλάκια και να προσευχηθεί.
Έφτιαχνε και τα στασίδια, καθάριζε, όπου τύχαινε να πέσουν, και τις σταλαματιές των κεριών από τις πλάκες, μάζευε και τα μαραμένα αγριολούλουδα, που φέρνανε τα παιδιά, από την εικόνα της Αγίας Παρασκευής, κάνοντας έτσι τόπο την άλλη μέρα να χωρέσουν τα καινούργια.
Και σαν τέλειωνε απ’ όλα ετούτα, στεκόταν μπρος στην Αγία κι έκανε μετάνοιες, όπως είχε δει κρυφά τη μάνα του να κάνει τα βράδια την ώρα που όλοι στο σπίτι κοιμόνταν. Ήξερε και κάποιες μικρές προσευχές που ντροπαλά σιγοψιθύριζε. Τις πιο πολλές όμως τις έφτιαχνε μόνος, με το νου του. Κι έβανε εκεί μέσα την ψυχή του.
Όλα ετούτα, τους κόπους και τις προσευχές του, τα έβλεπε η Αγία Παρασκευή κι έπαιρνε χαρά μεγάλη. Μήπως νοιαζόταν εκείνη να ζητήσει για προσευχές του νόμου τα γραμμένα από ένα τόσο δα ψιχαλάκι που ήτανε ο μικρός Ιάκωβος; Μήτε ψαλμούς και κοντάκια ήθελε, μήτε χαιρετισμούς και μεγαλυνάρια, μήτε τροπάρια, αίνους κι εξαποστειλάρια. Μια στρωτή μετάνοια στηριγμένη πάνω στα παιδικά τα δάχτυλα και έσβηνε μεμιάς των σοφών κοντυλάδων τα προσευχητάρια. Ένας ήχος, ένα ψέλλισμα στης Παναγιάς τ’ όνομα απ’ τα τρυφερά τα χείλη κι έφτανε για να σιγάσουν φωνές ψαλτάδων γλυκόλαλες.
Γι’ αυτό πήρε και τα θάρρητα η Αγία κι άρχισε σιγά-σιγά να του φανερώνεται. Τη μιαν εκεί, στης εκκλησιάς την πόρτα, την άλλη μέσα στο Ιερό, την τρίτη έξω στον περίβολο να σεργιανίζει, να πλένει τα καντήλια της, να τακτοποιεί τα πεζούλια.
Και ο Ιάκωβος, όταν την πρωτοαντίκρισε, λογάριασε πως ήτανε τόσο φυσικό ετούτο που γινόταν!
– Μια νοικοκυρά που νοικοκυρεύει το σπίτι της, σκεφτότανε. Όπως ακριβώς έκανε και η μάνα του που, σαν ερχόταν το δειλινό, συγύριζε κι έπλενε τα πιάτα του σπιτιού, μη και μείνουν για την άλλη μέρα άπλυτα.
Έτσι τ’ ουρανού και της γης τα πράματα είχανε γίνει ένα για τον μικρό Ιάκωβο. Και λέξη σε κανέναν δεν είχε φανερώσει το παιδί απ’ όλα ετούτα, ώσπου μια μέρα τον έκαμε η ανάγκη στη μάνα του όλα να τα πει…
– Είδες παιδί μου την Αγία Παρασκευή; τον ρώτησε η μάνα του κι απλώνοντας το χέρι πιάστηκε από την κουπαστή της σκάλας μη διπλωθεί και πέσει στα σκαλιά.
– Την είδα στο ξωκλήσι της απέξω, είπε το παιδί λαχανιασμένο απ’ την τρεχάλα.
– Πώς την είδες; Τι συνέβη ακριβώς; Ρώτησε η μάνα βάζοντας γλύκα και μέλι στη φωνή μη και τρομάξει το παιδί απ’ τα ξαφνιάσματά της.
– Να, αποκρίθηκε εκείνο σιγανά, καθώς πλησίαζα στο εκκλησάκι, την είδα να στέκει εκεί, μπρος του. Η Αγία ήταν σαν μοναχή. Όταν με είδε. μου λέει…
«Έλα εδώ, Ιάκωβε, να σου μιλήσω!». Εγώ όμως φοβήθηκα να πλησιάσω.
– «Φοβούμαι να έρθω κοντά σου», της είπα, «πες μου από δω που στέκομαι τι θέλεις να μου πεις!».
– Τότε τι έγινε; τον ρώτησε η μάνα.
– Τότε μου λέει η Αγία… «- Γιατί με φοβάσαι; Εσύ τόσον καιρό έρχεσαι και περιποιείσαι την εκκλησία μου και μου ανάβεις τα  καντήλια μου. Ζήτησέ μου τι χάρη θέλεις από μένα! Τι χάρισμα να σου δώσω!».
– Κι εσύ τι της είπες; τον ρώτησε η μάνα του και κατεβαίνοντας αργά τη σκάλα του σπιτιού ήλθε και στάθηκε κοντά του, εκεί στη μέση της αυλής.
– Εγώ…! Δεν ήξερα τι να ζητήσω, είπε ντροπαλά το παιδί, «Να ρωτήσω τη μητέρα μου και θα σου πω!», αυτό της είπα μόνο.
Η κυρά Δωρούλα χαμογέλασε.
– Άκουσε, Ιακωβάκι μου, του είπε. Να ζητήσεις από την Αγία την τύχη σου να σου δώσει. Κατάλαβες; Την τύχη σου, του είπε. και χάθηκε με τούτη την κουβέντα σαν σκιά μέσα στο σπίτι.
Ό,τι του είπε η μάνα του, εκείνο ζήτησε και ο Ιάκωβος την άλλη μέρα το απόγευμα, όταν πήγε και πάλι τρέχοντας στο ξωκλήσι. Και η Αγία του μίλησε εκείνο το δείλι για την τύχη του.
Με όλα ετούτα που έβλεπε η μάνα του, η κυρά-Δωρούλα, χαι­ρότανε. Κι ο παπα-Θοδόσης, ο παπάς του χωριού, έβλεπε πως τούτο το παιδί δεν ήταν σαν όλα τ’ άλλα. Το έβλεπαν ακόμη και οι χωριανοί κι αρχίσανε να τον φωνάζουνε με σέβας «παπα-Ιάκωβο». Και δεν το λέγανε για χωρατό, μα το πιστεύανε στ’ αλήθεια πως ο Ιάκωβος μπορεί να πατούσε στη γη,  μα βρισκό­τανε στον ουρανό.
Ο παπα-Θοδόσης ερχότανε στη Φαράκλα κάθε δυο εβδομάδες για να λειτουργήσει. Όλο τον υπόλοιπο καιρό έστεκε στο πόδι του ο μικρός παπα-Ιάκωβος για ό,τι έκτακτο και βιαστικό τύχαινε κι ας ήτανε μόνο εννιά χρονών παιδί.
Αυτόν φωνάζανε οι χωριανοί, όταν αρρωσταίνανε τα ζωντανά να τους διαβάσει μιαν ευχή για να γίνουν καλά. Αυτόν φανίζανε σαν αρρωσταίνανε και οι ίδιοι για να τους σταυρώσει και να γιάνουν. Τον παπα-Ιάκωβο παίρνανε να τους ρίξει αγιασμό στα θεμέλια του καινούργιου τους σπιτιού, να ραντίσει μ’ αγιονέρι τ’ αμπέλια, σαν τα  ’πιανε φυλλοξέρα, να προσευχηθεί να φύγει η ακρίδα απ’ τα σπαρτά.
Ακόμη κι ο παπα-Θοδόσης τον Ιάκωβο κάλεσε για να διαβάσει μιαν ευχούλα, όταν η παπαδιά δεν μπορούσε να γεννήσει τον Βαγγελάκη και κοιλοπονούσε μια βδομάδα.
Τον Ιάκωβο πήγανε κι εκείνη τη μέρα οι μανάδες στο σπίτι του να βρούνε, να πέσουν στα πόδια του, να τον παρακαλέσουν …
– Την ευχή μου να ’χεις παιδάκι μου, Ιάκωβε, και το κακό το περιμέναμε τώρα που είναι άνοιξη, είπε η μάνα του Δημητρού.
– Όπως έρχονται τα χελιδόνια έρχονται κι αυτές οι παιδικές αρρώστιες, είπε με κομμένη την ανάσα η μάνα του Γρηγόρη.
– Και τι έχουν τα παιδιά; ρώτησε ο Ιάκωβος.
– Μαγουλάδες να σε χαρώ, είπε η κυρα-Ζωή.
– Και πρηστήκανε τα μάγουλα τους. συμπλήρωσε η κυρα-Ευτέρπη.
– Ο δικός μου ο Θανάσης απόψε κόντεψε να σκάσει από τον πυρετό, είπε η κυρα-Ματούλα.
– Εάν με αφήσει η μάνα μου, εγώ ευχαρίστως να πάω στη Λίμνη, να φωνάξω το γιατρό, είπε πρόθυμα, συμπονώντας την έγνοια τους ο Ιάκωβος.
– Ποιος γιατρός, μάτια μου; φωνάξανε ταραγμένες μ’ ένα στόμα εκείνες.
– Τέτοια ώρα τέτοια λόγια θα λέμε, Ιάκωβε; Εδώ χάνουμε τα παιδιά μας, είπε η κυρα-Ζωή.
– Για φαντάσου να περίμενε κι ο αδερφός σου το γιατρό από τη Λίμνη, όταν τον δάγκωσε στο χέρι εκείνο το καταραμένο το φίδι στο χωράφι σας, είπε η κυρα-Ματούλα. Μαύρα θα είχε φορεθεί η μάνα σου.
– Βρε γυιε μου, μαύρα θέλεις να φορέσουμε κι εμείς; είπε με πόνο η κυρα-Ευτέρπη. Όπως διάβασες τότε μιαν ευχούλα στον αδερφό σου και γίνηκε νερό το δηλητήριο, έτσι διάβασε τώρα και σε τούτα εδώ τ’ αδέρφια σου μιαν ευχή. Γιατί, Ιάκωβε παιδί μου, πώς να το κάνουμε; Αδέρφια είστε όλα. Μαζί μεγαλώνετε, μαζί παίζετε, μαζί πηγαίνετε στο σχολειό.
– Μα τι είναι αυτά που λέτε, ψέλλισε ντροπιασμένο το παιδί. Τι είμαι εγώ για να διαβάζω τις ευχές;
– Εσένα σ’ ακούει ο Θεός, Ιάκωβε μου. είπε η Ελένη που ήρθε να παρακαλέσει για το Λευτέρη tov αδερφό της και που τόση ώρα καθότανε αμίλητη στη γωνιά. Όλους μας ακούει το ίδιο ο Θεός, είπε ο Ιάκωβος, έχοντας κολλημένα τα μάτια του στο χώμα. Αγιασμό κι εσείς έχετε στα σπίτια σας· ας πιούνε λίγο τα παιδιά …
(Άννα Ιακώβου, Ήταν κάποτε παιδία. Ο Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης. Άθως- παιδικά, εκδ. Σταμούλη 2008)
από το diakonima.gr

Στὶς στενοχώριες καὶ στὶς δυσκολίες … (λόγοι οσίου Πορφυρίου)


mporoume-na-enwthoume
.
Τὸ καταφύγιό μου ἦταν νὰ ταξιδέψω πρὸς τὰ πάνω…
.
– Στὴ στενοχώρια του καὶ στὴ δυσκολία του, ἀναγκάζεται κανεὶς νὰ καταφύγει στὸν Θεό.
– Ναί.
– Νὰ ἐκτείνει τὰς χεῖρας καὶ νὰ ζητήσει τὸ ἔλεός του: « Ἐν θλίψεσι ἐκέκραξα πρὸς Κύριον καὶ ἐπήκουσέ μου».
– Ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ τὰ στοιχεῖα… Πώ, πώ, πώ…
– Ἤτανε πολὺ σπουδαῖα καὶ συγκινητικότατα, Γέροντα, αὐτὰ ποὺ εἴπατε.
– Ἀναμνήσεις. Καὶ εἶναι καὶ ὡραῖες καὶ οἱ ἀναμνήσεις ἀκόμα. Σὰν νὰ τὰ ζῶ. Μετὰ στὸ ἐκκλησάκι… Πά, πά, πά… Καὶ νὰ κοιτάζεις γύρω μὲ τὸ μυαλό σου… Δὲν σᾶς τὰ εἶπα ὅλα!


Μέσ’ στὸ ἐκκλησάκι ποὺ ἔμπαινα, πήγαινα, καθόμουνα στὸ στασίδι κι ἔριχνα μιὰ ματιά. Γύρω ἦσαν βουνά, ἀπὸ πάνω ἦσαν κουμαριές, δάσος, δάσος γύρω, οὔτε ψυχή. Μόνο κάτω στὸν κάμπο ἦταν τὰ χωριά, ἡ Βάθεια.  Ἐκεῖ ἔχει τέλεια ἐρημιά, δηλαδὴ γιὰ νὰ καταλάβετε τὸ ἔρημο καὶ τό, ἂς ποῦμε, τὸ ἀβοήθητο. Ἀνέβαινα ψηλὰ καὶ κοίταζα γιὰ νὰ τὸ καταλάβω καλά, ποῦ εἶμαι, ποῦ κάθομαι, ποῦ βρίσκομαι. Καταλάβατε; Καὶ μετὰ ἄλλα. Καλὰ εἶπα τὴ λέξη, «τὸ ἀβοήθητον»;
– Τὸ ἀβοήθητον, μάλιστα.
.
– Πῶς νὰ σοῦ πῶ. Σ’ ἕνα ἔρημο μέρος, ὅπως μοῦ ’τυχε ἐμένανε νὰ μὲ κλείσει ἕνας ἄγριος καιρὸς πάνω σ’ ἕνα βουνό, πού ’ναι ἕνα μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βάθειας κι ἔκανε μία κακοκαιρία, ἔβρεχε μέρες. Δέκα μέρες συνέχεια βροχὴ κι ἀέρας. Μούγκριζε ὁ ἀέρας, μούγκριζε ὁ πλάτανος κι ἐγὼ πήγαινα μέσα σ’ ἕνα ἐκκλησάκι ἀρχαῖο καὶ ἔτρεμε ὁ κουμπές του, καὶ τρέμανε οἱ ἅγιες ζωγραφιές του, οἱ τοιχογραφίες, κι ἐγὼ καθόμουνα στὸ στασίδι, ἔ, κι ἔβγαινα, πήγαινα ἔτσι πιὸ πάνω κι ἀπ’ τὰ σύννεφα καὶ ἀπὸ τὶς βροχὲς καὶ ἀπ’ τὸν ἀέρα, καὶ ἔβλεπα κάτω τὸν ἑαυτό μου ἔρημο μέσα στὴ θύελλα…, νὰ μουγκρίζει ὁ ἀέρας, τὰ θηρία, ἂς ποῦμε, τῆς φύσεως καὶ νὰ νομίζει κανείς, πὼς βρίσκεται στὴν κόλαση. Ἀλλὰ τὸ αἰσθανόμουνα σὰν τὸ πουλὶ τὸ κατατρεγμένο μὲ τὰ ξεροβόρια, μὲ τὰ χιόνια, ποὺ ζητοῦσε ἕνα καταφύγιο νὰ πάει νὰ γλυτώσει. Καὶ τὸ καταφύγιό μου ἦταν νὰ ταξιδέψω πρὸς τὰ πάνω, διότι ἐδῶ στὴ γῆ ἤτανε φουρτούνα, ἤτανε κακοκαιρία, ἤτανε δύσκολη ἡ ζωή. Καὶ ἡ ψυχή μου ζητοῦσε κάτι πιὸ ἅγιο, πιὸ ὑψηλό, πιὸ τέλειο. Κι αὐτὸ ἦταν ἡ ἀγκαλιὰ τοῦ Χριστοῦ.
Βλέπετε πῶς αὐτὰ ἔρχονται μόνα τους… Μὲ παρεξηγεῖτε; Αὐτὸς ὁ ἀσκητὴς ὅλα τὰ θυσιάζει ἀρκεῖ νὰ ἐπιτύχει τὸν τρόπο, ἔτσι νὰ αἰσθανθεῖ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, τὴ θαλπωρὴ τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἀγκάλη τοῦ Χριστοῦ.  Ἔ, νὰ ἑνωθεῖ, νὰ αἰσθανθεῖ τὴν συντροφιά του μὲ τὸν Θεό. Τὴν ἕνωσή του μὲ τὸν Θεό. Κατάλαβες; Δὲν τό ’χει γιὰ κακό…  Ἐσεῖς ὅμως τὸ βλέπετε γιὰ κακό. Σοῦ λέει, τί εἶναι αὐτὸ τὸ πράγμα…!
.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου “Θὰ σᾶς πῶ”
Άγιος Πορφύριος www.porphyrios.net

“Με τη σιωπή, την ανοχή και την προσευχή ωφελούμε τον άλλον μυστικά” Όσιος Πορφύριος




Όσιος Πορφύριος

“Όταν βλέπουμε τους συνανθρώπους μας να μην αγαπούν τον Θεό, στενοχωρούμαστε. Με τη στενοχώρια δεν κάνουμε απολύτως τίποτε. Ούτε και με τις υποδείξεις. Ούτε αυτό είναι σωστό. Υπάρχει ένα μυστικό, αν το καταλάβουμε, θα βοηθήσουμε.
Το μυστικό είναι η προσευχή μας, η αφοσίωσή μας στον Θεό, ώστε να ενεργήσει η χάρις Του. Εμείς, με την αγάπη μας, με τη λαχτάρα μας στην αγάπη του Θεού, θα προσελκύσουμε την χάρι, ώστε να περιλούσει τους άλλους, που είναι πλησίον μας, να τους ξυπνήσει, να τους διεγείρει προς τον θείο έρωτα. Ή, μάλλον, ο Θεός θα στείλει την αγάπη Του να τους ξυπνήσει όλους. Ό,τι εμείς δεν μπορούμε, θα το κάνει η χάρις Του. Με τις προσευχές μας θα κάνουμε όλους άξιους της αγάπης του Θεού.
Να γνωρίζετε και το άλλο. Οι ψυχές οι πεπονημένες, οι ταλαιπωρημένες, που ταλαιπωρούνται από τα πάθη τους, αυτές κερδίζουν πολύ την αγάπη και την χάρι του Θεού. Κάτι τέτοιοι γίνονται άξιοι και πολλές φορές εμείς τους κατηγορούμε.
Θυμηθείτε τον Απόστολο Παύλο, τι λέει: “Ού δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερπερίσσευσεν η χάρις”.


Όταν το θυμάστε αυτό, θα αισθάνεσθε ότι αυτοί είναι πιο άξιοι κι από σας και από μένα. Τους βλέπουμε αδύνατους, αλλά όταν “ανοίξουνε” στον Θεό, γίνονται πλέον όλο αγάπη κι όλο θείο έρωτα. Ενώ είχανε συνηθίσει αλλιώς, τη δύναμη της ψυχής τους τη δίνουν μετά όλη στον Χριστό και γίνονται φωτιά από αγάπη Χριστού. Έτσι λειτουργεί το θαύμα του Θεού μέσα σε τέτοιες ψυχές, που λέμε “πεταμένες”.
Να μην αποθαρρυνόμαστε, ούτε να βιαζόμαστε, ούτε να κρίνουμε από πράγματα επιφανειακά κι εξωτερικά. Αν, για παράδειγμα, βλέπετε μια γυναίκα γυμνή ή άσεμνα ντυμένη, να μη μένετε στο εξωτερικό, αλλά να μπαίνετε στο βάθος, στην ψυχή της. Ίσως είναι πολύ καλή ψυχή κι έχει υπαρξιακές αναζητήσεις, που τις εκδηλώνει με την έξαλλη εμφάνιση. Έχει μέσα της δυναμισμό, έχει τη δύναμη της προβολής, θέλει να ελκύσει τα βλέμματα των άλλων. Από άγνοια, όμως, έχει διαστρέψει τα πράγματα. Σκεφτείτε αυτή να γνωρίσει τον Χριστό. Θα πιστέψει, κι όλη αυτή την ορμή θα την στρέψει στον Χριστό. Θα κάνει το πάν, για να ελκύσει την χάρι του Θεού. Θα γίνει αγία. Είναι ένα είδος προβολής του εαυτού μας να επιμένουμε να γίνουν οι άλλοι καλοί. Στην πραγματικότητα, θέλουμε εμείς να γίνουμε καλοί κι επειδή δεν μπορούμε, το απαιτούμε απ΄ τους άλλους κι επιμένουμε σ΄ αυτό. Κι ενώ όλα διορθώνονται με την προσευχή, εμείς πολλές φορές στενοχωρούμεθα κι αγανακτούμε και κατακρίνουμε.
Πολλές φορές με την αγωνία μας και τους φόβους μας και την άσχημη ψυχική μας κατάσταση, χωρίς να το θέλουμε και χωρίς να το καταλαβαίνουμε, κάνουμε κακό στον άλλον, έστω κι αν τον αγαπάμε πάρα πολύ, όπως, παραδείγματος χάριν, η μάνα το παιδί της. Η μάνα μεταδίδει στο παιδί όλο το άγχος της για τη ζωή του, για την υγεία του, για την πρόοδό του, έστω κι αν δεν του μιλάει, έστω κι αν δεν εκδηλώνει αυτό που έχει μέσα της. Αυτή η αγάπη, η φυσική αγάπη δηλαδή, μπορεί κάποτε να βλάψει. Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με την αγάπη του Χριστού, που συνδυάζεται με την προσευχή και με την αγιότητα του βίου. Η αγάπη αυτή κάνει άγιο τον άνθρωπο, τον ειρηνεύει, διότι αγάπη είναι ο Θεός.
Η αγάπη να είναι μόνο εν Χριστώ. Για να ωφελήσεις τους άλλους, πρέπει να ζεις μέσα στην αγάπη του Θεού. Αλλιώς δεν μπορείς να ωφελήσεις τον συνάνθρωπό σου. Δεν πρέπει να βιάζεις τον άλλο. Θα έλθει η ώρα του, θα έλθει η στιγμή, αρκεί να προσεύχεσαι γι αυτόν. Με τη σιωπή, την ανοχή και κυρίως με την προσευχή ωφελούμε τον άλλον μυστικά. Η χάρις του Θεού καθαρίζει τον ορίζοντα του νου του και τον βεβαιώνει για την αγάπη Του. Εδώ είναι το λεπτό σημείο. Άμα δεχτεί ότι ο Θεός είναι αγάπη, τότε ένα άπλετο φως θα έλθει πάνω του, που δεν το έχει δει ποτέ. Θα βρει έτσι τη σωτηρία”.
.
από το βιβλίο: «Βίος και λόγοι» – Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου (ΛΟΓΟΣ Περί της Αγάπης είς τον Πλησίον)
ηλ. πηγή:  Σημεία Καιρών

Άγιος Δαμασκηνός ο Στουδίτης, Επίσκοπος Λητής και Ρεντίνης. Ο μέγας πολέμιος της παναίρεσης του Παπισμού (27 Νοεμβρίου 1577)


Ο Επίσκοπος Λητής και Ρεντίνης Δαμασκηνός είναι εξέχουσα μορφή αγίου Ιεράρχου όχι μόνον του 16ου αιώνος μ.Χ., αλλά όλων των χρόνων της δουλείας, και ως εκ τούτου αποτελεί πνευματικό φάρο που κατέλαμψε το τότε πνευματικό σκότος του Γένους, δοξάζοντας και την περίφημη Επισκοπή Λητής και Ρεντίνης, η οποία κατέστη παγκοσμίως γνωστή χάρις σε αυτόν.
Γεννημένος περί το 1520 μ.Χ. στη Θεσσαλονίκη όπου έλαβε άριστη μόρφωση, ο άγιός μας – κατά κόσμον ίσως Δημήτριος – μετέβη νέος στην Κωνσταντινούπολη, όπου πριν το 1546 μ.Χ. έγινε Μοναχός της Αδελφότητος «τῶν Στουδιτῶν», λαμβάνοντας το όνομα Δαμασκηνός και την προσωνυμία «Στουδίτης»· ήδη ως υποδιάκονος, σπουδάζοντας στην περίφημη Πατριαρχική Ακαδημία, υπήρξε και περιφανής ιεροκήρυκας της Βασιλεύουσας,σπείροντας λόγους πλήρεις ωφελείας, οι οποίοι αργότερα αποτέλεσαν το υλικό για το βιβλίο του «Θησαυρός».


Μεταξύ των ετών 1550 μ.Χ. και 1558 μ.Χ. ο Άγιος Δαμασκηνός δραστηριοποιήθηκε στην περιοχή των Τρικάλων, πιθανότατα ως Διδάσκαλος της εκεί Σχολής, και πριν το 1558 μ.Χ. έλαβε την Ιερωσύνη. Στο ίδιο διάστημα μετέβη και στην Βενετία για να τυπώσει τον δημοφιλή «Θησαυρό».
Το 1560 μ.Χ. στο Ναό των Αρχαγγέλων («Ροτόντα») της Θεσσαλονίκης ο Ιερομόναχος Δαμασκηνόςχειροτονήθηκε Επίσκοπος «Λητῆς καὶ Ρενδίνης» από τον Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Θεωνά (τον προ του 1560 – 65 μ.Χ.· δεν πρόκειται περί του γνωστού αγίου).
Παρά το ότι ο Άγιος Δαμασκηνός ήταν μόνον Επίσκοπος, ωστόσο δεν έπαυσε να διαλάμπει με τον συνδυασμό της λαμπρής παιδείας του και της άμετρης ταπεινοφροσύνης του. Ο Γερμανός θεολόγος Στέφαν Γκέρλαχ (1546 – 1612 μ.Χ.), μολονότι εχθρικός προς την Ορθοδοξία, επιβεβαιώνει ότι ο Λητής και Ρεντίνης Δαμασκηνός ήταν ένας από τους τρείς πιο μορφωμένους Ορθοδόξους Κληρικούς της εποχής του και από αυτούς ήταν ο πιο επαινετός «λόγῳ τῆς ἰδιαιτέρας μετριοφροσύνης, ὀλιγαρκείας καὶ τῶν ἄλλων ἀρετῶν του».
Λόγω των χαρισμάτων του αυτών ο Άγιος απέλαυε της εμπιστοσύνης των Πατριαρχών για σημαίνουσες αποστολές ως Έξαρχος, όπως στο Άγιον Όρος (1567 μ.Χ.), αλλά και στη Μικρά Ρωσία (Ουκρανία), όπου στα έτη 1565 – 1572 μ.Χ. ο Δαμασκηνός συνετέλεσε αποφασιστικά στην κατανίκηση της αιρετικής ρωμαιοκαθολικής προπαγάνδας. Αργότερα, κατά την Πατριαρχία του Ιερεμίου Β΄ του Τρανού (†1595 μ.Χ.), ο οποίος ήταν μαθητής του Αγίου, ο Δαμασκηνός έλαβε μέρος στην σύνταξη της πατριαρχικής δογματικής απαντήσεως (1572 – 73) στους Λουθηρανούς Προτεστάντες της Τυβίγγης, διετέλεσε δε και τοποτηρητής του Θρόνου στην Κωνσταντινούπολη επί αρκετούς μήνες, κατά την απουσία του Πατριάρχου.
Το 1574 μ.Χ., ο Άγιος μας προβιβάσθηκε σε «Μητροπολίτην Ναυπάκτου καὶ Ἄρτης καὶ Ἔξαρχον πάσης Αἰτωλίας» ως Δαμασκηνός Γ’ ο Στουδίτης, θρόνο που υπηρέτησε επί δύο περίπου έτη, μέχρι το 1576 μ.Χ., όταν συγκαταλέχθηκε μεταξύ των λογίων του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Λίγο αργότερα, το σωτήριον έτος 1577 μ.Χ., εκοιμήθη εν Κυρίω και ετάφη στη μητροπολιτική του περιφέρεια, στη Ναύπακτο ή την Άρτα. Επίγραμμα αναφερόμενο στον Άγιο, πλέκει τον έπαινό του, χαρακτηρίζοντας τον Δαμασκηνό ως «σοφία τῶν Ἑλλήνων» και τον θάνατό του ως κακή στιγμή, η οποία άφησε τους φιλέλληνες ορφανούς: «Ἑλλήνων μὲν τὴν σοφίαν βαρὺς ὤλεσεν αἰών. Ὃς δὲ φιλέλληνας πάντας ἀπωρφάνισεν».
Στα συγγράμματά του, εκτός από το βιβλίο «Θησαυρός», το οποίο εκδόθηκε πάμπολλες φορές (51 περίπου φορές μέχρι το 1926 μ.Χ.) και που μαρτυρεί τα γνήσια μοναχικά του βιώματα και το σέβας στην Ορθοδοξία και τους Αγίους Πατέρες, συμπεριλαμβάνονται διάφορα κείμενα, όπως Κανόνες προς τιμή του Νεομάρτυρος Νικολάου (†1554 μ.Χ.), ποιήματα προς τιμήν της Παναγίας σε ομηρική γλώσσα, μία Παραίνεσις προς Μοναχούς, και άλλα, όπως σύγγραμμα ζωολογίας και έτερο μετεωρολογίας, που πιστοποιούν την ευρεία παιδεία του. Ο Άγιος Δαμασκηνός πρέπει να υπήρξε διδάσκαλος και ενός από τους τελευταίους Στουδίτες, του Οσίου Διονυσίου του «Ρήτορος» (†1606 μ.Χ.), μετέπειτα ασκητού στη Μικρά Αγία Άννα του Αγίου Όρους.
Παρά τη λιπαρή του παιδεία, χάρις στην οποία κατείχε άριστα την ομηρική και την αττική διάλεκτο, ο Άγιος Δαμασκηνός ο Στουδίτης, Επίσκοπος Λητής και Ρεντίνης, έγραφε και σε απλή και καθαρή Ελληνική γλώσσα για τον απλό λαό της εποχής του, που είχε πολλή ανάγκη της «στερεᾶς τροφῆς» του λόγου του Θεού. Ο «Θησαυρός» του Δαμασκηνού υπήρξε το πιο διαδεδομένο στον τομέα του βιβλίο καιενίσχυσε το δούλο Γένος στις θλίψεις και τα μαρτύρια. Η προσφορά του επεκτάθηκε όταν μεταφράσθηκε και στα τουρκικά (1731 μ.Χ.), για τους τουρκόφωνους Ρωμηούς, στα σερβικά (1580 μ.Χ.) και τα ρωσικά (1656, 1715 μ.Χ.). Ιδιαιτέρως στη Βουλγαρία θεωρείται ότι η μετάφρασή του(Δαμασκηνάρια) απέτρεψε τον εκτουρκισμό των Ορθοδόξων Βουλγάρων.
Εορτάζει στις 27 Νοεμβρίου εκάστου έτους.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὸν Λητῆς καὶ Ρεντίνης χρυσολόγον ἐπίσκοπον, εἴτα δὲ Ναυπάκτου καὶ Ἄρτης θεοφόρητον πρόεδρον, τὸν θεῖον καὶ σοφὸν Δαμασκηνὸν, τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις ἱεροῖς, τὸν διδάξαντα τῇ βίβλῳ αὐτοῦ λαούς, πρὸς ὅν καὶ ἀνακράζουσι· δόξα τῷ σὲ σοφίσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ ἁγιάσαντι, δόξα τῷ ταμιεύσαντι ἐν σοί, χαρίτων θησαυρῶν Αὐτοῦ.
saint.gr  μέσω Ακτίνες

Οι τράπεζες κλείσανε!- η Τράπεζα του Ουρανού δεν κλείνει όμως ποτέ…




Με μια δυσοίωνη είδηση ξημέρωσε η σημερινή ημέρα: μετά από μέρες αγωνίας για την έκβαση των οικονομικών θεμάτων που απασχολούν την πατρίδα μας, ήρθε το κλείσιμο των τραπεζών Ομολογώ πως σφίχτηκε η ψυχή μου με το άκουσμα της είδησης: «Αρχίζουν τα πιο δύσκολα», σκέφτηκα.
Όμως ο Θεός δεν θα μας αφήσει… “Περάσαμε σαν έθνος τόσες μπόρες και δεν χαθήκαμε, και θα φοβηθούμε την θύελλα που πάει να ξεσπάσει; Ούτε και τώρα θα χαθούμε. Ο Θεός μας αγαπά”, θυμήθηκα τα παρηγορητικά και εμψυχωτικά τα λόγια του αγίου γέροντα Παϊσίου, που μας προετοίμαζε για δύσκολους καιρούς.
Και τότε μου ήρθε στο νου και μια φράση που είχα ακούσει πριν λίγο καιρό, μαζί με τη ανάλυσή της:
«Δανείζει Θεώ ο ελεών πτωχόν» (Παροιμ. ΙΘ’ 17)

Δυσχερή τα οικονομικά όλων μας… όμως…
-αν δίνω με την καρδιά μου κάτι, έστω πενιχρό, από το υστέρημά μου «Μη εκ λύπης η εξ ανάγκης· ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός» (Β΄ Κορ. θ΄ 7)
-αν πονάει η ψυχή μου για τον πάσχοντα συνάνθρωπο
-αν έχω έναν καλό λόγο για τον πονεμένο που θα βρεθεί στον δρόμο μου, ένα χαμόγελο και μια ενθάρρυνση για τους αποσταμένους της ζωής
-αν αναπέμπω ολόθερμη την προσευχή μου για όλο τον κόσμο και όχι μόνο για τον εαυτό μου και την δική μου οικογένεια…
Τότε, αν και εμείς περιέλθουμε σε δύσκολες στιγμές, ο Θεός θα μας νοιαστεί.
Όσα έχουμε δώσει στον αδελφό που πεινά η πονά, στον Θεό τα «δανείσαμε» και Εκείνος θα μας τα επιστρέψει με τόκο, είτε σ΄ αυτή την ζωή είτε στην μέλλουσα.

Ας μάθω και στα παιδιά μου να νοιάζονται για τον διπλανό,  να μοιράζονται όσα έχουν άλλα παιδιά, να χαρίζουν από τα ρούχα, τα παιχνίδια και τα βιβλία τους σε παιδιά που στερούνται…  στα ψώνια ας ξεχωρίσουν κάτι από τα δικά τους για το «καλάθι της αγάπης». Ας μην πάρουν κάτι που επιθυμούν για να δοθεί το αντίστοιχο ποσόν αυτό σε έναν κουμπαρά αγάπης.
Κυρίως ας μάθουν να συμπονούν και να προσεύχονται για καλύτερες μέρες για την πατρίδα μας και τον κόσμο όλο. «Με τις προσευχές των μικρών παιδιών μπορούμε να κάνουμε θαύματα. Ο Θεός ακούει τις προσευχές των αθώων παιδιών». (άγιος Παΐσιος)
Σαν μάνα, λογικό είναι να νοιάζομαι και να φροντίζω πρώτα για τη δική μου οικογένεια. Ας θυμάμαι όμως πάντα και αυτό που άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός είχε πει:
«Θέλεις να ζήσει το παιδί σου; …Όταν του φτιάξεις ένα φόρεμα, να φτιάξεις και ένα του φτωχού παιδιού και τότε θα έχει την ευλογία του Θεού».

Η αγάπη, η συμπόνια, η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη θα μας γλυτώσουν… ο ατομικισμός πώς να μας βοηθήσει να βγούμε από αυτή την δεινή κατάσταση;…
Η Τράπεζα του Ουρανού μένει πάντα ανοιχτή για να καταθέσουμε τον οβολό μας και οι καταθέσεις μου εκεί έχουν την μεγαλύτερη «απόδοση» και ασφάλεια.
Ο Θεός μαζί μας
Αλεξία για  το ιστολόγιο “Αντέχουμε…”
εικόνες από google images

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018

Η ακολουθία των «Μεγάλων και Βασιλικών Ωρών»



Monaxos
Διακόνου Νικολάου Παπαντωνίου, θεολόγου
«Μεγάλες Ώρες» ονομάζονται οι ακολουθίες των ωρών όπως τελούνται σε τρείς διακεκριμένες ημέρες του λειτουργικού έτους, συγκεκριμένα την Μεγάλη Παρασκευή, την παραμονή των Χριστουγέννων και την παραμονή των Θεοφανείων. Κατά βάση αποτελούν μία σταδιακή εξέλιξη των κανονικών ακολουθιών των ωρών των υπολοίπων ημερών του χρόνου, ωστόσο συγκρινόμενες με αυτές είναι μεγαλύτερες σε έκταση με εκλεκτό περιεχόμενο. Αυτό που τις διαφοροποιεί ιδιαίτερα είναι η προσθήκη τριών ιδιομέλων και τριών αναγνωσμάτων, της Προφητείας, του Αποστόλου και του Ευαγγελίου, τα οποία αναφέρονται στην επικείμενη εορτή.
Όσον αφορά τη εορτή των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων, η ακολουθία των Μεγάλων Ωρών τελείται, όπως επικράτησε στην πράξη, την παραμονή το πρωί ως μέρος του συνόλου των ακολουθιών, Όρθρος – Ώρες – Εσπερινός και Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου. Ωστόσο υπάρχει διαφοροποίηση όταν η εορτή είναι Κυριακή ή Δευτέρα και η παραμονή είναι αντίστοιχα Σάββατο ή Κυριακή. Τότε η τέλεση των ακολουθιών των Μεγάλων Ωρών κατά το Τυπικό της Εκκλησίας μεταφέρεται την Παρασκευή μετά τον Όρθρο χωρίς όμως την τέλεση Θείας Λειτουργίας.
Η ακολουθία των Μεγάλων Ωρών δίνει την αφορμή και την ευκαιρία στους πιστούς να μετέχουν στα εορταζόμενα αυτά σημαντικά γεγονότα της θείας Οικονομίας, της Σταύρωσης, της Γέννησης και της Βάπτισης. Η επιλογή συγκεκριμένων ψαλμών και βιβλικών αναγνωσμάτων στην κάθε γιορτή υπογραμμίζει ότι ο Χριστός είναι ο Σωτήρας που προφήτευσαν οι προφήτες, είναι η πραγμάτωση της υπόσχεσης του Θεού και η ενανθρώπιση του Υιού και Λόγου. Είναι η γέννηση, η βάπτιση και η σταύρωση του Χριστού για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Τις άγιες ημέρες του δωδεκαημέρου που πλησιάζουν, από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Θεοφάνεια, έχουμε την ευκαιρία να συμμετέχουμε στις ακολουθίες των Μεγάλων Ωρών των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων. Η συμμετοχή μας γενικά στις ιερές ακολουθίες είναι πολύ σημαντική για να μπορέσουμε εισχωρήσουμε στο νόημα των αγίων αυτών ημερών. Για τον λόγο αυτό η παρουσία μας στην Εκκλησία δεν πρέπει να είναι τυπική. Οι ιερές ακολουθίες δεν είναι απλώς και μόνο μία ανάμνηση αυτών των γεγονότων, αλλά όταν συμμετέχουμε συνειδητά και με πίστη τότε βιώνουμε τα σπουδαία αυτά γεγονότα της θείας Οικονομίας.