Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2018

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί οἱ Νεομάρτυρες Κήρυγμα τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου



Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί οἱ Νεομάρτυρες

Κήρυγμα τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου
στήν Πανηγυρική Θεία Λειτουργία
κατά τήν ἑορτή τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ στό Θέρμο,
ἐνώπιον τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας

.               Τό ἱστορικό Θέρμο, καί γενικότερα ἡ Αἰτωλοακαρνανία, καυχᾶται γιά τό ὅτι εἶναι ὁ τόπος ὅπου γεννήθηκε, μεγάλωσε καί ἔδρασε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Ἐδῶ εἶδε τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν του, εἶδε τήν δημιουργία τοῦ Θεοῦ, ἐγνώρισε τήν πατροπαράδοτη εὐσέβεια καί ἀπό τά μέρη αὐτά ἄρχισε τίς ἱερα-ποστολικές περιοδεῖες του. Ἀπό τότε τόν διεκδικοῦν πολλοί τόποι, καί καυχῶνται οἱ ἄνθρωποι ἀπό ὅπου πέρασε, ὅπου ὑπάρχουν ἀποδείξεις ἤ πλη-ροφορίες ὅτι ἐδίδαξε, ὅπου ἀνοικοδομήθηκαν Ναοί ἐπ’ ὀνόματί του, ὅπου μαρτύρησε.
.               Ἔτσι, σήμερα ἔγινε ἕνας οἰκουμενικός ἄνθρωπος, ἕνας Ἰσαπόστολος, πού ἔκανε μιά μεγάλη ἐπανάσταση στήν ἐποχή του, ἕνας ἄνθρωπος μέ ζῆλο Θεοῦ, σέ δύσκολες συνθῆκες. Διότι ἡ ἐπανάσταση δέν μπορεῖ νά ἑρμηνεύεται καί νά προσδιορίζεται μόνον μέ ὅπλα καί βόμβες, ἀλλά μέ ἰδέες, κυρίως, ὅμως, μέ τόν λόγο πού προέρχεται ἀπό μιά ἐσωτερική ἀναγέννηση καί πληρότητα τῶν ἀνθρώπων.
.               Κατά τόν γνωστό λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ «λόγῳ παλαίει πᾶς λόγος, βίῳ δέ τίς;». Κάθε λόγος, κάθε ἰδέα ἔχουν καί τόν ἀντίλογό τους, ἀλλά κανείς δέν μπορεῖ νά παλαίση μέ ἕναν ἄνθρωπο πού ἔχει μιά πνευματική πίστη, κυρίως τήν «ἐνυπόστατον πίστιν», πού εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτό τό γνωρίζουμε ἀπό τούς Ἀποστόλους καί τούς Μάρτυρας, πού μέ τήν ζωή τους καί τόν καθαρό καί εὐθύ λόγο μετέτρεψαν τήν σιδηρόφρακτη ἐθνική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία σέ Χριστιανική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία. Αὐτό τό βλέπουμε καί στόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, ὁ ὁποῖος ὑπονόμευσε θετικά καί ἀποτελεσματικά τήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία, μέ τήν ἰδιότητα τοῦ Ἰσαποστόλου καί τοῦ Νεομάρτυρος.
.               Αὐτό θά τό δοῦμε, ὅταν ἐξετάσουμε τήν μεγάλη προσφορά τῶν Νεομαρτύρων, στούς ὁποίους συγκαταλέγεται ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, γιά τήν διαφύλαξη τῆς Ἑλληνορθόδοξης παραδόσεως στό ὑπόδουλο Ἑλληνικό Ἔθνος, ἀλλά καί τήν προσφορά τους στήν ἀπελευθέρωσή του τό 1821.

1.Ἡ ἀξία τῶν Νεομαρτύρων

.               Πράγματι, ἡ διαφύλαξη τῆς Ἐθνικῆς συνείδησης στούς ὑπόδουλους Ρωμηούς καί ἡ ἄσβεστη φλόγα τῆς ἐλευθερίας ὀφειλόταν σέ πολλούς παράγοντες, ἤτοι στήν λειτουργία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, μέ τήν θεία Λειτουργία, τά λειτουργικά κείμενα, τά μυστήρια, τίς ἀκολουθίες καί τήν ὅλη δομή της, κυρίως μέ τήν δράση τῶν Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν καί τῶν Συνόδων τους. Ἔπειτα, ὀφείλεται στήν κατά τόπους προσφορά τῶν Δημογεροντιῶν, τήν λειτουργία τῶν Σχολείων καί τῶν Σχολῶν, ὅπου ἦταν δυνατόν νά λειτουργήσουν, ἤ νά παραλειτουργήσουν, μέ τήν παιδεία πού προσέφεραν. Ἀκόμη, προσφερόταν ἀπό τούς λόγιους Ρωμηούς πού μετανάστευαν ἐκτός τοῦ ὑπόδουλου χώρου, οἱ ὁποῖοι μαζί μέ τούς ἐμπόρους, πού εἶχαν πάντοτε στραμένη τήν προσοχή τους στό ὑπόδουλο Γένος, προσέφεραν μέ τόν τρόπο τους γιά τήν διατήρηση τῆς ἄσβεστης μνήμης τοῦ Γένους τῶν Ρωμαίων.
.               Μεταξύ αὐτῶν σπουδαία προσφορά στήν παραμονή στήν ὀρθόδοξη πίστη, τήν ἀναζήτηση τῆς ἐλευθερίας καί τελικά τά ἐπαναστατικά κινήματα, μέ ἀποκορύφωμα τήν ἐπανάσταση τοῦ 1821, προέρχεται ἀπό τούς Νεο¬μάρ¬τυρες, μεταξύ τῶν ὁποίων σημαίνουσα θέση κατέχει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.
.               Νεομάρτυρες λέγονται οἱ Χριστιανοί ἐκεῖνοι, ἤ ἀκόμη καί μερικοί ἐκχριστιανισθέντες Μουσουλμάνοι, ὅπως ὁ Νεομάρτυς Ἀχμέτ, πού ὁμολογοῦσαν τόν Χριστό ὡς ἀληθινό Θεό καί γι’ αὐτό οἱ Ὀθωμανοί τούς καταδίκαζαν σέ θάνατο. Ἐκεῖνο πού ἔχει σημασία μέ τούς Νεομάρτυρες, πού τούς ξεχωρίζει ἀπό τούς Ἐθνομάρτυρες, εἶναι ὅτι ἔδιναν τήν ὁμολογία ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἀληθινός Θεός καί ὄχι ὁ Ἀλάχ τῶν Μουσουλμάνων, ἔκαναν, δηλαδή, τήν σαφῆ διάκριση μεταξύ τοῦ Θεοῦ πού διακηρύσσει ἡ Ἐκκλησία καί τοῦ θεοῦ τῶν Μουσουλμάνων. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν διακρίνονταν ἀπό ἕναν θρησκευτικό συγκρητισμό, τήν σχετικοκρατία ἤ τόν σχετικισμό, οὔτε διακρίνονταν ἀπό τήν ἀρχή τῆς θρησκευτικῆς περιεκτικότητας, ἀλλά διακατέχονταν ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἀποκλειστικότητας, ὅτι δηλαδή ὁ Χριστός εἶναι ὁ μοναδικός Θεός.
.               Ἐπί πλέον, οἱ Νεομάρτυρες ὑπέμειναν μέ ἁγιοπνευματική ὑπομονή τό μαρτύριο, χωρίς νά ἀγανακτοῦν ἤ νά ὑβρίζουν, ἀλλά τό ἔκαναν μέ χαρά καί προσεύχονταν γιά τούς βασανιστές τους. Ἀκόμη δέ, ἀμέσως μετά τό μαρτύριο ἀκολουθοῦσαν θαυματουργικές ἐνέργειες, ἰάσεις ἀσθενειῶν, ἀπαλλαγή βασανιστικῶν προβλημάτων, καί πολλά ἄλλα, γι’ αὐτό καί ἀμέσως ἄρχισε ἡ τιμή τους μέ καθιέρωση ἑορτῶν, ἀνοικοδόμηση ἱερῶν Ναῶν ἤ παρεκκλησίων, τιμητική προσκύνηση τῶν ἱερῶν λειψάνων τους.
.               Αὐτές εἶναι οἱ βασικές διαφορές μεταξύ τῶν Νεομαρτύρων καί τῶν Ἐθνομαρτύρων. Ἔτσι, ἡ τιμή τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ ἄρχισε ἀμέσως ἀπό τό μαρτύριό του, ὅπως φαίνεται στήν Πρωτεύουσα τῆς Ἠπείρου, τά Ἰωάννινα.
.               Ἔτσι, τό μαρτύριο τῶν Νεομαρτύρων καί οἱ τιμητικές ἐκδηλώσεις ὑπῆρξαν ἑστίες τόσο ἐκκλησιαστικές, ὅσο καί ἐθνικές. Γύρω ἀπό τόν τάφο τῶν Νεομαρτύρων ἀναπτυσσόταν μιά ἐκκλησιαστική ζωή μέ ὅλα τά συνεπα-κόλουθα, ἤτοι διάκριση μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας καί θρη¬σκευτικῆς ἰδεολογίας, καί διατήρηση τῆς φλόγας τῆς ἐλευθερίας, πνευματικῆς καί ἐθνικῆς.
.               Δέν ὑπάρχει πόλη στήν ὁποία δέν ἀναπτύσσονταν τέτοιες πνευματικές ἑστίες πού συνετέλεσαν τελικά στήν ἔκρηξη τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Ὁ ἅγιος Γεώργιος στά Ἰωάννινα, ὁ ἅγιος Θεόδωρος στήν Μυτιλήνη, ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος στήν Ρόδο, οἱ ἅγιοι Δημήτριος καί Παῦλος στήν Τρίπολη καί πολλοί ἄλλοι, καί τελικά ὁ ἅγιος Κοσμᾶς σέ ὅλο τό ὑπόδουλο γένος ἦταν ἐκεῖνοι πού διαμόρφωσαν τό κλῖμα τῆς Ἐπαναστάσεως τῶν Ρωμηῶν. Δέν πρέπει κανείς νά ὑποτιμᾶ αὐτήν τήν πνευματική ὑποδομή τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγώνα.

2.Τό «Νέο μαρτυρολόγιο»

.               Σέ ἐπίρρωση τῶν ἀνωτέρω θέλω νά ἀναφερθῶ στό ὅτι ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, πού ἔζησε κατά τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, μεταξύ τῶν ἄλλων βιβλίων, συνέγραψε καί τό βιβλίο μέ τίτλο: «Νέον Μαρτυρολόγιον», στό ὁποῖο συγκέντρωσε τόν βίο, καί κυρίως τό μαρτύριο τῶν Νεομαρτύρων, πού μαρτύρησαν μέχρι τήν ἐποχή του.
.              Τό σπουδαιότατο αὐτό βιβλίο τελικά ἀποδείχθηκε ἕνα ἐπαναστατικό βιβλίο κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας. Συνήθως, δίνεται σημασία ἀπό πολλούς στόν «Θούριο τοῦ Ρήγα» ἤ στήν «Ἑλληνική Νομαρχία» καί ἀγνοεῖται ἡ μεγάλη προσφορά τοῦ ἀντιστασιακοῦ αὐτοῦ βιβλίου τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τό ὁποῖο μάλιστα προῆλθε μέσα ἀπό τά σπλάγχνα τῆς Ρωμηοσύνης καί ὄχι ἔξω ἀπό αὐτήν.
.              Τό βιβλίο αὐτό εἶναι ἕνα σάλπισμα πνευματικῆς ἐλευθερίας, καί αὐτό γιατί καταγράφοντας ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τό μαρτύριο τῶν Νεομαρτύρων βρίσκει τήν εὐκαιρία, χωρίς νά φοβᾶται τούς κατακτητές, νά προτρέψη τούς Ρωμηούς νά ὑπομένουν τούς πειρασμούς, νά παραμένουν σταθεροί στήν Χριστιανική Ἐκκλησία, νά μετανοήσουν ὅσοι εἶχαν ἀρνηθῆ τόν Χριστό καί ἀλλαξοπίστησαν, καί τούς προτρέπει ἀκόμη νά μαρτυρήσουν γιά τόν Χριστό. Μεταξύ τῶν ἄλλων τούς ἀπευθύνει τίς ἑξῆς προτροπές, πού τίς θέτει στό στόμα τῶν Νεομαρτύρων: «Λάβετε παράδειγμα ὑπομονῆς τῶν θλίψεων ὅπου δοκιμάζετε καί ἀπό ἡμᾶς τούς συναδελφούς σας… Καί ἐσεῖς ἄν ὑπομένετε μετά εὐχαριστίας, διά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τούς δαρμούς, τάς φυλακάς, τάς ἁλύσεις, τάς ἀγγαρείας, τάς ζημίας, τά ἀνυπόφορα δοσίματα, καί ἄλλα βάσανα ὁπού σᾶς κάνουν οἱ κρατοῦντες, βέβαια ὡς Μάρτυρες τῇ προαιρέσει λογίζεσθε κοντά εἰς τόν Θεόν».
.               Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης δέν ἠρκεῖτο νά τονίζη τήν ὑπομονή, ἀλλά τούς προτρέπει νά μή ἀλλαξοπιστίσουν, καίτοι εὑρίσκονται ἐν μέσῳ λύκων. Λέγει: «Φυλαχθῆτε… νά μή σᾶς κλέψουν τόν θησαυρόν τῆς Ἁγίας σας πίστεως… Ἐνθυμηθῆτε πῶς ὁ δεσπότης μας Χριστός ὁπού σᾶς ἔβαλεν ὡσάν τά πρόβατα ἀνάμεσα εἰς τά ἀνήμερα θηρία, σᾶς ἔδωκε τοιαύτην παραγγελίαν, νά εἶσθε φρόνιμοι ὡς τό φίδι». Τούς προέτρεπε νά μή προτιμήσουν «τό σκότος ἀπό τό φῶς˙ τό ψεῦδος ἀπό τήν ἀλήθειαν˙ τό χαλκοῦν καί κάλπικον νόμισμα ἀπό τό καθαρόν καί δοκιμασμένον μάλαγμα». Καί φθάνει νά πῆ τόν φοβερό λόγο: «Μή σᾶς φοβίζουν, ἀδελφοί, τά ἄγρια πρόσωπα τῶν τυράννων, οὔτε τό πλῆθος αὐτῶν, οὔτε ἡ φωναῖς τους, οὔτε ἡ φοβέραις τους. Μή σᾶς φοβίσουν ἡ πληγαῖς, ἡ σπάθαις, ἡ ἀλυσίδαις, ἡ φυλακαῖς. Μή σᾶς φοβίσουν ἡ φούρκαις, τά τζεγγέλια, ἡ πυρκαϊαῖς».
.               Εἶναι ὄντως φοβερές αὐτές οἱ ἀντιστασιακές προτροπές στόν ρωμαίϊκο λαό ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, μέ ἀφορμή τήν διήγηση τοῦ μαρτυρίου τῶν Νεομαρτύρων.
.               Ὁ τύπος τοῦ ἐπαναστατημένου Ἕλληνα, ἦταν ὁ τύπος τῶν ὀρθοδόξων Ρωμηῶν, ὅπως διαμορφώθηκαν ἀπό τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς θυσίας τῶν Νεομαρτύρων. Γι’ αὐτό ἡ ἐπικεφαλίδα πού ἔβαλαν οἱ ἐπαναστατημένοι Ἕλληνες στό πρῶτο ἀπελευθερωτικό Σύνταγμα τῆς Ἐπιδαύρου τοῦ 1822 καί διακήρυξη τῆς Ἀνεξαρτησίας ἦταν: «Ἐν ὀνόματι τῆς Ἁγίας καί Ἀδιαιρέτου Τριάδος». Καί ἀμέσως μετά ὑπάρχει ἡ ἐξήγηση: «Τό ἑλληνικόν ἔθνος, τό ὑπό τήν φρικώδη Ὀθωμανικήν δυναστείαν, μή δυνάμενον νά φέρῃ τόν βαρύτατον καί ἀπαραδειγμάτιστον ζυγόν τῆς τυραννίας, καί ἀποσεῖσαν αὐτόν μεγάλαις θυσίαις, κηρύσσει σήμερον διά τῶν νομίμων Παραστατῶν του, εἰς Ἐθνικήν Συνέλευσιν, ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων, τήν πολιτικήν αὐτοῦ ὕπαρξιν καί ἀνεξαρτησίαν». Ἄς προσέξουμε ὅτι ἡ δήλωση αὐτή ἔγινε «ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων», δηλαδή τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, πού ἐπικαλοῦντο στήν ἀρχή, καί τούς ἀνθρώπους πού πιστεύουν σέ Αὐτόν. Ὁπότε φαίνεται σαφῶς ὅτι τό προοίμιο τοῦ Συντάγματος στόν Τριαδικό Θεό, ὅπως ἔχει εὐφυῶς τονισθῆ, δέν παράγει «ἔννομες συνέπειες θρησκευτικοῦ χαρακτήρα», οὔτε ἔχει ἁπλῶς μιά «ἱστορική ἀξία», ἀλλά «ἀπόρρητα διακηρύσσει ὅτι τό ἑλληνικό κράτος δέν εἶναι ἕνα ἔξωθεν ὁρμώμενο, συμβατικό ὑβρίδιο τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, προϊόν τοῦ ἀπό 3.2.1830 Πρωτοκόλλου τοῦ Λονδίνου, ἀλλά εἶναι ἀπότοκο μιᾶς ριζοσπαστικῆς διαδικασίας μέ ἐπαναστατική βάση καί λαϊκή ἀφετηρία» (Θεόδωρος Παπαγεωργίου). Ἐνδεχομένως, ἀπάλειψη αὐτοῦ τοῦ προοιμίου τοῦ Συντάγματος θά φανερώση ἐν τοῖς πράγμασι ἀπάρνηση τῶν οὐσιαστικῶν προϋποθέσεων τῆς ἐλευθερίας τῆς πατρίδος μας.
.               Ἔτσι, αὐτή ἡ συνείδηση τῶν Ρωμηῶν διαμορφώθηκε ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ὁ ὁποῖος ἄρχιζε τίς ὁμιλίες του ἀπό τό τί εἶναι ἡ Ἁγία Τριάδα, καί πῶς αὐτή ἡ διδασκαλία ἐπηρεάζει ὅλη τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου.

Ἐξοχώτατε Πρόεδρε τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας,
Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς,
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,

.               Ἡ πίστη στόν Τριαδικό Θεό πού εἶχαν οἱ Νεομάρτυρες καί ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἦταν ἐκείνη πού κράτησε καί τόν ἑλληνισμό. Ἀντίθετα, στήν Μεγάλη Ἑλλάδα, τήν Κάτω Ἰταλία, τήν Σικελία, ὅπου ἀνθοῦσε ὁ ἑλληνισμός, χάθηκε τελείως καί ἡ ἑλληνική παράδοση, ἄν καί διδάχθηκε ἡ ἑλληνική φιλοσοφία τῶν Προσωκρατικῶν φιλοσόφων καί τοῦ Πλάτωνος, καί κυριαρχοῦσε ἡ ἑλληνική γλώσσα, ὅταν χάθηκε ἡ ὀρθόδοξη πίστη.
.               Στόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, Ἰσαπόστολο καί Ἱερομάρτυρα, ὅπως καί στούς ἄλλους Νεομάρτυρες ὀφείλουμε πολλά, κυρίως τήν διατήρηση τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας, τήν ἀγωνιστικότητα, καί τήν ἐλευθερία τῆς Πατρίδας μας. Ἄς ζητήσουμε τίς προσευχές τους γιά ὅλους μας, πού ζοῦμε σέ μιά χώρα στήν ὁποία δεχόμαστε πολλές θρησκευτικές καί ἀλλότριες πολιτιστικές ἐπιδράσεις, μέ τόν λεγόμενο μοντερνισμό, τόν μεταμοντερνισμό, τόν μεταχριστιανισμό, τήν μεταορθοδοξία, τόν σχετικισμό. Οἱ ἅγιοι νά πρεσβεύουν γιά νά ἀντισταθοῦμε σέ κάθε τί πού ἀλλοιώνει αὐτόν τόν ἀτίμητο θησαυρό τῆς ἑλληνορθοδόξου παραδόσεώς μας, δηλαδή καταστρέφει τό «μεδοῦλι» τοῦ Γένους μας.

ΠΗΓΗ: parembasis.gr


Η «ΘΕΟΤΟΚΟΣ» ΚΑΡΔΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ


Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος στὴν θεία Λειτουργία
Δύο μακαρισμοὶ

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο
τοῦ Μητρ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου
«ΟΙ ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΕΣ ΕΟΡΤΕΣ»
– Τὰ ἱστορικὰ καὶ θεολογικὰ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου

ἔκδ. Ἱ. Μ. Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας), 2016,
σελ. 434-437

Ἠλ. στοιχειοθ. «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ»

.                   Στὶς περισσότερες Θεομητορικὲς ἑορτές, καθὼς καὶ στὴν Μεγάλη Παράκληση πρὸς τὴν Παναγία, ἀναγινώσκεται ἡ περικοπὴ ἀπὸ τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον, ποὺ ἀναφέρεται σὲ δύο μακαρισμούς, ὁ ἕνας προέρχεται ἀπὸ μιὰ ἁπλὴ γυναίκα τοῦ λαοῦ καὶ ὁ ἄλλος ἀπὸ τὸν Ἴδιο τὸν Χριστό. Οἱ μακαρισμοὶ αὐτοὶ ἔχουν ἰδιαίτερη σημασία γιὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου καὶ θὰ ἑρμηνευθοῦν μὲ συντομία.
.                   Ὁ πρῶτος μακαρισμὸς προέρχεται ἀπὸ μιὰ γυναίκα ποὺ μακαρίζει τὴν Μητέρα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Παναγία. Τὴν ὥρα ποὺ ὁ Χριστὸς ὁμιλοῦσε καὶ ὁ λόγος Του ἦταν πλήρης Χάριτος, κάποια γυναίκα ὕψωσε τὴν φωνή της καὶ εἶπε: «Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας» (Λουκ. ια΄ 27). Μακαρίζονται ἡ κοιλία ποὺ βάστασε ἐννέα μῆνες τὸν Χριστὸ καὶ οἱ μαστοὶ ποὺ Τὸν θήλασαν. Δηλαδή, μὲ τὰ μέλη αὐτὰ τοῦ σώματος μακαρίζεται ἡ Μητέρα τοῦ Χριστοῦ.
.                   Αὐτὸ δείχνει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶχε πραγματικὸ καὶ ὄχι φαινομενικὸ σῶμα, ἡ σύλληψή Του ἔγινε ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ ἡ ἀνάπτυξή Του ἔγινε κατὰ φυσικὸ τρόπο, ὅπως γίνεται σὲ ὅλους τους ἀνθρώπους. Ἡ κυοφορία διήρκεσε ἐννέα μῆνες καὶ ὁ τοκετὸς ἔγινε ὅπως σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὴν διαφορὰ ὅτι ἡ κυοφορία ἔγινε ἀκόπως καὶ ὁ τόκος ἀπόνως καὶ μάλιστα χωρὶς νὰ καταστρέψη τὴν παρθενία της. Αὐτὰ εἶναι μυστήρια, ἀλλὰ καὶ ὅλα ὅσα ἔχουν σχέση μὲ τὸν Χριστό, τὴν ἕνωση τῆς θείας καὶ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως στὸ πρόσωπό Του, εἶναι μυστήρια. Ἔπειτα, ὁ Χριστὸς μετὰ τὴν γέννησή Του θήλασε ἀπὸ τοὺς μαστοὺς τῆς Παναγίας Μητέρας Του.
.                   Αὐτὸ τὸ μυστήριο μᾶς ὁδηγεῖ στὸ νὰ δοῦμε τὸ ὕψος τῆς Παναγίας Μητέρας τοῦ Χριστοῦ. Ἀξιώθηκε νὰ δώση τὴν σάρκα της στὸν Χριστὸ γιὰ νὰ ἐνανθρωπήση, ἡ κοιλία της ἔγινε Παράδεισος, Οὐρανός, ἀφοῦ ὅπου εἶναι ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶναι οἱ ἄγγελοι, καθὼς ἐπίσης ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε ἑνωμένος μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ἡ Παναγία γνώριζε ὅλο αὐτὸ τὸ μυστήριο ἀπὸ τὴν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καὶ ἀσφαλῶς θὰ ἔμενε ἐκστατικὴ καὶ θὰ ἦταν γεμάτη θαυμασμὸ καὶ δοξολογία πρὸς τὸν Θεό, βλέποντας ὅτι κυοφοροῦσε καὶ θήλαζε τὸν Θεάνθρωπο Χριστό. Καὶ διερωτᾶτο, ὅπως λένε οἱ Πατέρες καὶ οἱ ὑμνογράφοι, ἂν θὰ ἔπρεπε νὰ Τὸν θηλάση ὡς ἄνθρωπο ἢ νὰ Τὸν δοξολογήση ὡς Θεό.
.                   Τὸ μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ τὸ γνώρισε πρώτη ἡ Παναγία Θεοτόκος καὶ πρώτη αὐτὴ βίωσε τὶς συνέπειες τῆς ὑποστατικῆς ἑνώσεως θείας καὶ ἀνθρωπίνης φύσεως στὸν Χριστό, πρώτη αὐτὴ γνώρισε ὅτι ὁ ἄσαρκος Λόγος σαρκώθηκε. Στὸ σημεῖο αὐτὸ βρίσκεται ἡ μεγάλη δόξα της, ὄχι μόνον στὶς ἀρετές της, ποὺ εἶναι πολλές, ἀλλὰ στὸν καρπὸ τῆς κοιλίας της. Γι’ αὐτὸ καὶ ἑορτάζουμε πανηγυρικὰ τὴν Κοίμησή της, ποὺ δὲν εἶναι θάνατος, ἀλλὰ ἔξοδος τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, στὴν συνέχεια ἀνάσταση τοῦ σώματός της καὶ μετάστασή της στοὺς Οὐρανούς. Αὐτὸ τὸ παρθενικὸ σῶμα τῆς Θεοτόκου ποὺ ἔγινε ἐργαστήριο τῆς ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων –θείας καὶ ἀνθρωπίνης– μέσα στὸ ὁποῖο ὁ Χριστὸς κυοφορήθηκε καὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖο τράφηκε, δὲν μποροῦσε νὰ παραμείνη στὴν γῆ, νὰ φθαρῆ, νὰ ἀποσυντεθῆ, νὰ διαλυθῆ, γι᾽ αὐτὸ μετέστη στοὺς οὐρανούς.
.                   Ὁ δεύτερος μακαρισμὸς προέρχεται ἀπὸ τὸν Χριστό, ποὺ ἀκολούθησε μετὰ τὸν μακαρισμὸ τῆς γυναικός. Εἶπε: «Μενοῦνγε, μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. ια΄ 28). Τὸ “μενοῦνγε” εἶναι ἐπιβεβαιωτικό, δηλαδὴ ὁ Χριστὸς ἐπιβεβαιώνει τὸν μακαρισμὸ τῆς γυναικὸς γιὰ τὴν Παναγία Μητέρα Του, ἀλλὰ προσθέτει καὶ ἕναν ἄλλο μακαρισμό, ὅτι μακάριοι εἶναι καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἀκοῦν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν διαφυλάσσουν, δηλαδὴ τὸν τηροῦν.
.                 Αὐτὸς ὁ μακαρισμὸς κρύβει μιὰ ὁλόκληρη θεολογία. Ἡ Θεοτόκος συνέλαβε ἐκ Πνεύματος Ἁγίου τὸν Χριστό, γέννησε καὶ θήλασε τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸ Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἐνῶ οἱ Χριστιανοὶ δέχονται μέσα τους τὸν λόγο (τὸ λάμδα μὲ μικρό), δηλαδὴ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία εἰσέρχεται μέσα στὴν καρδιὰ καὶ ἐκεῖ ἀναπτύσσεται, κυοφορεῖται καὶ γεννᾶται. Ὅσοι ἀκοῦν καὶ φυλάσσουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ ἔχουν μέσα τους τὸν Ἴδιο τὸν Χριστό.
.                   Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ καρδιὰ κάθε ἀνθρώπου ὁμοιάζει μὲ τὴν κοιλία τῆς Θεοτόκου, ποὺ προετοιμάζεται μὲ τὴν καθαρότητα καὶ τὴν προσευχὴ νὰ ὑποδεχθῆ τὸν λόγο-διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐκφράζει αὐτὴν τὴν πραγματικότητα ὅταν λέγη: «Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ἐνοικείτω ἐν ὑμῖν πλουσίως» (Κολ. γ΄ 16). Μέσα στὴν πνευματικὴ καρδιά, τὴν «καρδίαν βαθείαν», ὅπως λέγει ὁ Προφητάναξ Δαυΐδ, ἀναπτύσσεται ὁ Χριστὸς καὶ ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἐγκύμων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐκεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ προσωπικὴ σχέση καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό. Ὁ δικός μας Θεὸς δὲν εἶναι ἕνας Θεὸς ποὺ κατοικεῖ στοὺς οὐρανούς, δηλαδὴ ὁ μεταφυσικὸς Θεὸς ἢ μία ἀνώτερη δύναμη, ἀλλὰ εἶναι Θεὸς ποὺ κατοικεῖ μέσα μας καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἐνεργεῖ καὶ δείχνει τὴν δόξα Του. Ἔπειτα, ὁ Χριστὸς γεννᾶται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, γι’ αὐτὸ ὁ Χριστιανὸς ποὺ συνδέεται μὲ τὸν Χριστὸ χαρακτηρίζεται καὶ εἶναι μητέρα τοῦ Χριστοῦ.
.                   Σὲ πολλοὺς Πατέρες συναντᾶμε αὐτὴν τὴν διδασκαλία ποὺ εἶναι μιὰ πραγματικότητα. Ἤδη ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει πρὸς τοὺς Γαλάτες: «τεκνία μου, οὓς πάλιν ὠδίνω, ἄχρις οὗ μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ὑμῖν» (Γαλ. δ΄19). Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς ἀναλύει ὅτι ὁ Χριστὸς συλλαμβάνεται μέσα μας διὰ τῆς πίστεως, σαρκώνεται μὲ τὶς ἐντολές, σταυρώνεται μὲ τοὺς κόπους καὶ πόνους τῆς πρακτικῆς φιλοσοφίας, ἀνασταίνεται καὶ ἀναλαμβάνεται μὲ τὰ πνευματικὰ θεωρήματα. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο κάθε ἄνθρωπος ποὺ ζῆ ἐν Χριστῷ γίνεται μητέρα τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι, ὁ Χριστὸς ποὺ μιὰ φορὰ γεννήθηκε σωματικὰ ἀπὸ τὴν Θεοτόκο Μητέρα Του, πάντοτε γεννᾶται πνευματικὰ σὲ αὐτοὺς ποὺ θέλουν, καὶ αὐτοὶ γίνονται πνευματικὲς μητέρες Του.
.                   Συνεπῶς, ὁ μακαρισμὸς τῆς Παναγίας Μητέρας τοῦ Χριστοῦ συνδέεται μὲ τὸν μακαρισμὸ κάθε Χριστιανοῦ ποὺ ἀκούει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸν διαφυλάσσει μέσα στὴν καρδιά του καὶ δέχεται τὶς ἐνέργειές Του. Αὐτὴ εἶναι ἡ θεολογία τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου καὶ ὅλων τῶν ἑορτῶν τῆς Θεομήτορος.


ΤΡΟΜΟΛΑΓΝΕIΑ καὶ ΑΓΑΠΟΛΑΓΝΕΙΑ: μιὰ ἀρνητική θεολογία, μιὰ ἄλλη πνευματικὴ πυρκαγιά, αἰώνιας διάρκειας (Μητροπ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος)

Τρομολαγνεία καὶ ἀγαπολαγνεία
σὲ τραγικὰ γεγονότα

τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

.               Ἐθνικὸ πένθος κηρύχθηκε λόγῳ τῶν φοβερῶν καταστροφῶν ποὺ συνέβησαν στὴν Πατρίδα μας καὶ ἀποτελοῦν ἐθνικὴ τραγωδία. Εἶναι ὄντως φοβερὸ γεγονὸς νὰ πεθαίνουν ἄνθρωποι κάτω ἀπὸ τέτοιες τραγικὲς συνθῆκες καὶ ἀκόμη νὰ καταστρέφεται τὸ περιβάλλον, τὸ «κόσμημα» τοῦ Θεοῦ.

1. Βαθύς πόνος

.               Ὅσοι αἰσθάνονται τήν τραγική κατάσταση τῶν ἡμερῶν αὐτῶν πονοῦν καί πενθοῦν στήν καρδιά τους.
.               Πῶς, ὅμως, νά παρηγορήσης τούς ἀνθρώπους πού ἔχασαν τούς συγγενεῖς τους; Πῶς νά καταλάβης αὐτούς πού πῆγαν στό νεκροτομεῖο γιά νά ἀναγνωρίσουν τούς ἀνθρώπους τους, μέσα σέ τόσους ἀπανθρακωμένους; Πῶς νά συναισθανθῆς καί νά πονέσης μαζί μέ τούς ἀνθρώπους ἐκείνους πού ἀναζητοῦν τούς ἀγνοουμένους συγγενεῖς τους καί ζοῦν μεταξύ ἐλπίδας καί ἀπογνώσεως, στά ὅρια ζωῆς καί θανάτου; Πῶς νά νοιώσης τόν διασώστη πού εἶδε ἕναν σωρό στάχτη καί ἀφαιρώντας την εἶδε ἕνα καμένο κρανίο καί μερικά κόκκαλα; Πῶς νά ἔλθης στήν θέση τοῦ διασώστη πού ἔγραψε ὅτι «σέ τέτοιους τόπους πού τριγυρνᾶς ὁ ἀέρας μυρίζει ἀλλιῶς, μυρίζει … θάνατο»;
.               Σέ αὐτές τίς καταστάσεις δέν μπορεῖς νά μιλήσης, δέν μπορεῖς νά κάνης ποιμαντική μέ ἠθικολογίες.
.               Ὁ Μέγας Βασίλειος γράφοντας ἐπιστολή σέ μιά γυναίκα τῆς ὁποίας πέθανε τό παιδί της, μεταξύ ἄλλων γράφει:
.               «Σκόπευα νά σιωπήσω πρός τήν κοσμιότητά σου, σκεπτόμενος ὅτι, ὅπως στόν ὀφθαλμό πού πάσχει ἀπό φλεγμονή καί τό ἁπαλότερο παρηγορητικό ἐπίθεμα προκαλεῖ ἀνία-πόνο, ἔτσι καί στήν ψυχή πού ἔχει κτυπηθῆ ἀπό βαρειά θλίψη, ὁ λόγος καί ἄν φέρη πολλή παρηγοριά, φαίνεται νά εἶναι κάπως ὀχληρός, ὅταν προφέρεται στήν ὥρα τῆς ἀγωνίας». Αὐτό δείχνει μιά ποιμαντική εὐαισθησίας καί τρυφερότητας, θά λέγαμε μιά ποιμαντική διακρίσεως.
.               Στήν προκειμένη περίπτωση θά ἀρκοῦσε αὐτό πού ἔγραψε κάποιος τηλεοπτικός Σταθμός τοῦ ἐξωτερικοῦ: «προσευχή γιά τήν Ἑλλάδα». Αὐτό τά λέει ὅλα. Προσευχή γιά θύτες καί θύματα, γιά ἄρχοντες καί ἀρχομένους, γιά πονεμένους καί νεκρούς, γιά Κληρικούς καί λαϊκούς. Γιατί σέ στιγμές ἀγωνίας καί ὁ παρηγορητικός λόγος εἶναι ὀδυνηρός, δέν ἀντέχεται, ἀρκεῖ ἡ σιωπηλή ἀρχοντική παρουσία.
.               Τοὐλάχιστον ὅταν θέλουμε νά μιλήσουμε, νά μιλᾶμε μέσα ἀπό τήν θεολογία τῆς «συμπάσχουσας καρδίας»

2. Ὁ ἄστατος θεολογικός λόγος

.               Δυστυχῶς σέ τέτοιες στιγμές ἀκούγονται διάφοροι «θεολογικοί» λόγοι, ἄλλοτε ὅτι εἶναι τιμωρία τοῦ Θεοῦ, ἄλλοτε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη καί φιλανθρωπία. Καί στίς δύο περιπτώσεις ἐπιστρατεύονται ἁγιογραφικά καί λειτουργικά κείμενα γιά νά τεκμηριωθοῦν οἱ ἀπόψεις. Ὅμως, ἡ ἑρμηνεία τῶν σχετικῶν χωρίων εἶναι τίς περισσότερες φορές παραποιητική. Βεβαίως, ὑπάρχουν ἁγιογραφικά χωρία, στά ὁποῖα γίνεται λόγος γιά τήν «ὀργή» τοῦ Θεοῦ, καί ἄλλα γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅμως, πῶς συνδυάζονται αὐτά μεταξύ τους καί πῶς ἑρμηνεύονται;
.               Σύμφωνα μέ ὅλη τήν ἐκκλησιαστική παράδοση, ὁ Θεός δέν διακρίνεται ἀπό τίς ἐμπαθεῖς καταστάσεις τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά στέλλει τήν Χάρη Του καί τήν ἐνέργειά Του σέ ὅλη τήν κτίση. Ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός εἶπε ὅτι ὁ Πατήρ Του, ὁ ἐν οὐρανοῖς «τόν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπί πονηρούς καί ἀγαθούς καί βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους» (Ματθ. ε’, 45). Ὁ Θεός δέν εἶναι αἴτιος τοῦ κακοῦ, ἀλλά εἶναι ἡ πηγή τοῦ ἀγαθοῦ, ὁ Θεός εἶναι ἐλεύθερος ἀπό κάθε ἀνάγκη καί ἰδιοτέλεια. Κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο «οὐκ ἐκεῖνος (δηλαδή ὁ Θεός) ἐστίν ὁ ἐχθραίνων, ἀλλ’ ἡμεῖς∙ Θεός γαρ οὐδέποτε ἐχθραίνει». Δέν εἶναι δυνατόν τίς δικές μας ἐμπαθεῖς καταστάσεις νά τίς ἀποδίδουμε στόν Θεό.
.               Βεβαίως, στήν Ἁγία Γραφή ὑπάρχουν φράσεις πού κάνουν λόγο γιά τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «ἀποκαλύπτεται γὰρ ὀργὴ Θεοῦ ἀπ’ οὐρανοῦ ἐπὶ πᾶσαν ἀσέβειαν καὶ ἀδικίαν ἀνθρώπων τῶν τὴν ἀλήθειαν ἐν ἀδικίᾳ κατεχόντων» (Ρωμ. α´, 18). Ἀλλά τέτοια χωρία πρέπει νά ἑρμηνευθοῦν μέσα ἀπό τήν ὅλη ἀποστολική καί πατερική παράδοση, ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε «τέκνα φύσει ὀργῆς», ὅπως γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ἐν οἷς καὶ ἡμεῖς πάντες ἀνεστράφημεν ποτε ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῆς σαρκός ἡμῶν, ποιοῦντες τὰ θελήματα τῆς σαρκός καὶ τῶν διανοιῶν, καὶ ἦμεν τέκνα φύσει ὀργῆς, ὡς καὶ οἱ λοιποί» (Ἐφ. β´, 3).
.               Στήν πραγματικότητα αὐτό πού ὀνομάζουμε ὀργή τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ δική μας αἴσθηση ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὀργισμένος καί μᾶς τιμωρεῖ, ὁπότε ἐμεῖς αὐτοτιμωρούμαστε, ἐπειδή ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τό φῶς τοῦ Θεοῦ καί αἰσθανόμαστε τόν Θεό ὀργισμένο.
.               Εἶναι σάν νά τοποθετοῦμε ἕνα λουλούδι μέσα στό σκοτάδι, τό ὁποῖο μαραίνεται, γιατί στερεῖται τῶν ζωογόνων ἀκτίνων τοῦ ἡλίου. Ὁπότε δέν μποροῦμε νά ἀποδώσουμε εὐθύνες στόν ἥλιο, ὁ ὁποῖος ἐξακολουθεῖ νά στέλλη τό φῶς του στήν κτίση. Ἔτσι, πρέπει νά ἑρμηνευθοῦν ὅλα τά σχετικά ἁγιογραφικά χωρία γιά τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ.
.               Ὑπάρχουν ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι δέν θέλουν νά ὁμιλοῦν γιά τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ καί ἀντί νά ἑρμηνεύουν ὀρθόδοξα τά σχετικά χωρία τῆς «συμβολικῆς θεολογίας», ἀρέσκονται νά ὁμιλοῦν γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὡσάν ὁ Θεός νά δέχεται καί νά ἀμνηστεύη τά πάντα καί νά μήν ἐνδιαφέρεται γιά τήν θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου.
.               Καί οἱ ἄνθρωποι κάνουν τέτοιες ἐπεμβάσεις. Οἱ χειρουργοί ἰατροί ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης στόν ἄρρωστο ἄνθρωπο ἀποκόπτουν ἄρρωστα μέλη τοῦ σώματός του, οἱ διδάσκαλοι βαθμολογοῦν μέ χαμηλό βαθμό τούς μαθητές τους καί οἱ γονεῖς παιδαγωγοῦν κατάλληλα τά παιδιά τους. Ἡ ἀγάπη δέν ἀμνηστεύει ὅλες τίς κακίες καί ὅλα τά ἀτοπήματα τῶν ἀγαπητῶν τους ἀνθρώπων.
.               Ὅσοι ὁμιλοῦν γιά τόν Θεό μόνον ὡς ἀγάπη, ἴσως συναισθηματικῆς φύσεως, ἀμνηστεύοντας ὅλα τά ἐγκλήματα, ἀγνοοῦν τί εἶναι αὐτή ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἡ θεία ἀγάπη εἶναι ἡ ἄκτιστη ἐνέργειά Του, ἡ ὁποία ἀποστέλλεται στούς ἀνθρώπους καί ἐνεργεῖ σέ αὐτούς, ἀνάλογα μέ τήν κατάστασή τους, ὁπότε ἄλλους σώζει καί ἄλλους καταδικάζει. Σέ αὐτό δέν εὐθύνεται ὁ Θεός, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος, πού δέχεται τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μέ τήν κατάστασή τους.
.               Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὁμιλώντας γιά τήν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, καί μάλιστα ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι ἄδικος, χρησιμοποιεῖ τόν λόγο∙ «ἐλεήσω ὃν ἂν ἐλεῶ, καὶ οἰκτειρήσω ὃν ἂν οἰκτείρω» (Ἐξ. λγ’, 19). Καί ἀποφαίνεται: «Ἄρα οὖν ὃν θέλει ἐλεεῖ, ὃν δὲ θέλει σκληρύνει» (Ρωμ. θ´, 18). Ὅμως, πῶς ἑρμηνεύεται αὐτό τό χωρίο;
.               Ὑπάρχουν πολλά πατερικά κείμενα πού τό ἑρμηνεύουν, ἀλλά θά ἀρκεσθῶ στήν ἑρμηνεία τοῦ ἱεροῦ Θεοφυλάκτου Ἀρχιεπισκόπου Βουλγαρίας, πού στηρίζεται στούς Πατέρας, κατά τήν μεταγλώτισση τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.
.               «Ἄκουσον∙ καθώς ὁ Ἥλιος τό μέν κηρί ἁπαλύνει, τόν δέ πηλόν σκληρύνει, ὄχι καθ᾽ ἑαυτόν, ἀλλά διά τήν διαφορετικήν ὕλην τοῦ κηροῦ, καί τοῦ πηλοῦ∙ ἔτσι καί ὁ Θεός, τήν πηλίνην καρδίαν τοῦ Φαραώ λέγεται πώς ἐσκλήρυνε∙ μέ τί τρόπον; μέ τήν μακροθυμίαν του καί ὑπομονήν∙ διατί μακροθυμώντας καί ὑπομένοντας αὐτόν, τόν ἔκαμε σκληρότερον∙ καθώς, χάριν παραδείγματος, καί ἀνίσω τινάς ἔχοντας δοῦλον πονηρόν, δέν παιδεύῃ αὐτόν, ἀλλά μεταχειρίζεται φιλανθρωπίαν εἰς αὐτόν, τό κάμνει περισσότερον ἀπό ὅ,τι ἦταν πρότερον∙ ὄχι πῶς ὁ αὐθέντης διδάσκει τόν δοῦλον ἐκεῖνον τήν πονηρίαν∙ ἀλλ’ ὅτι ὁ δοῦλος μεταχειρίζεται τήν φιλανθρωπίαν τοῦ αὐθέντου του εἰς αὔξησιν τῆς πονηρίας του, μέ τό νά καταφρονῇ ἐκείνην».
.               Ὁ Μέγας Βασίλειος ἑρμηνεύοντας τό ψαλμικό χωρίο «φωνή Κυρίου διακόπτοντος φλόγα πυρός», γράφει ὅτι τό πῦρ ἔχει δύο δυνάμεις, τήν καυστική καί τήν φωτιστική, γι’ αὐτό καίει καί φωτίζει. Ὁπότε, ἕνας ἄνθρωπος αἰσθάνεται τήν καυστική ἰδιότητα, ἐνῶ ἄλλος αἰσθάνεται τήν φωτιστική ἰδιότητα. Ἔτσι ἑρμηνεύεται ὁ Παράδεισος καί ἡ Κόλαση, ὄχι δικανικά, ἀλλά ἰατρικά, θεραπευτικά. Ὁπότε, τό πῦρ τῆς κολάσεως εἶναι ἀλαμπές, μέθεξη τῆς καυστικῆς καί ὄχι τῆς φωτιστικῆς ἰδιότητας τοῦ ἀκτίστου Φωτός∙ καί τό φῶς τοῦ παραδείσου εἶναι ἄκαυστον, βίωση τῆς φωτιστικῆς καί ὄχι τῆς καυστικῆς ἰδιότητος. Ἡ ἔλλαμψη καί ἡ καύση ἐξαρτᾶται ἀπό τήν κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου.
.               Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀναφερόμενος σέ αὐτό τό θέμα γράφει ὅτι ἡ μέλλουσα ζωή εἶναι «φῶς τοῖς κεκαθαρμένοις τήν διάνοιαν», «κατά τήν ἀναλογίαν τῆς καθαρότητος», πού εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί αὐτή ἡ ἴδια ἡ Χάρη γίνεται σκότος «τοῖς τυφλώττουσι τό ἡγεμονικόν» πού εἶναι ἀλλοτρίωση τοῦ Θεοῦ «κατά τήν ἀναλογίαν τῆς ἐντεῦθεν ἀμβλυωπίας».
.               Μέσα σέ αὐτά τά πλαίσια ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος γράφει ὅτι ἡ Κόλαση εἶναι ἡ μάστιγα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ: «Ἐγώ δέ λέγω ὅτι ἐν τῇ γεέννῃ κολαζόμενοι, τῇ μάστιγι τῆς ἀγάπης μαστίζονται». Καί συνεχίζει ὅτι εἶναι ἄτοπο νά ὑποστηρίζη κανείς «ὅτι οἱ ἁμαρτωλοί ἐν τῇ γεέννῃ στεροῦνται τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ», γιατί ἡ ἀγάπη ἐνεργεῖ «ἐν τῇ δυνάμει αὐτῆς κατά διπλοῦν τρόπον∙ τούς μέν ἁμαρτωλούς, κολάζουσα ὡς καί ἐνταῦθα συμβαίνει πρός φίλον ὑπό φίλου∙ τούς δέ τετηρηκότας τά δέοντα, εὐφραίνουσα ἐν αὐτῇ». Παντοῦ ὑπάρχει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἐξαρτᾶται πῶς τήν βιώνει ὁ ἄνθρωπος.
.               Αὐτή ἐν ὀλίγοις εἶναι ἡ ἐκκλησιαστική παράδοση γιά τήν «ὀργή» τοῦ Θεοῦ καί τήν «ἀγάπη» Του.
.               Ἄς παύσουν, λοιπόν, μερικοί νά παρερμηνεύουν τά χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καί ἄλλοτε νά τρομάζουν τούς ἀνθρώπους μέ τήν «ὀργή» τοῦ Θεοῦ καί ἄλλοτε νά τούς καθησυχάζουν μέ τήν «ἀγάπη» τοῦ Θεοῦ.
.               Ἡ ὅλη προφητική, ἀποστολική καί πατερική παράδοση ποιμαίνει τούς ἀνθρώπους θεολογώντας καί θεολογεῖ ποιμαίνοντας, δηλαδή οἱ Ποιμένες μέ τήν ἐνέργεια τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ θεραπεύουν τούς ἀνθρώπους, ὥστε ἡ συνάντησή τους μέ τόν Θεό νά εἶναι φῶς καί ὄχι πῦρ. Αὐτό δέν ὀφείλεται στόν Θεό, ἀλλά στήν ψυχική κατάσταση κάθε ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό, ὅσο σκληρή εἶναι ἡ τρομολαγνεία, τόσο καί περισσότερο σκληρότερη εἶναι ἡ ἀγαπολαγνεία, πού δέν σώζει.

3. Ἡ ἐπιδημία καί ἡ λαίλαπα τοῦ πυρός

.               Εἶναι γνωστή ἡ δύναμη τῆς φωτιᾶς. Τό πῦρ στήν φιλοσοφία τοῦ Ἡρακλείτου εἶναι σύμβολο τῆς ζωῆς, τῆς κίνησης, τῆς νομοτέλειας, εἶναι ρυθμιστής τοῦ σύμπαντος. Τό πρόβλημα δέν εἶναι τό πῦρ, πού εἶναι στοιχεῖο τῆς φύσεως, καί ἀπαραίτητο γιά τήν ζωή μας, ἀλλά ἡ κακή χρήση τοῦ πυρός, ἡ παράχρησή του.
.               Ἐκεῖνο πού προβληματίζει ὅλους μας εἶναι ἡ ἐπιδημία τῶν ἀνεξέλεγκτων πυρκαγιῶν, κάθε χρόνο τέτοια περίοδο, πού εἶναι σταθερά ἐπαναλαμβανόμενα γεγονότα, ἡ χρησιμοποίηση τῆς φωτιᾶς γιά νά καίγονται οἱ πόλεις καί οἱ οἰκισμοί μέ φοβερές συνέπειες, ἤτοι τήν ἀπώλεια ἀνθρώπων, τήν καταστροφή τῶν οἰκιῶν καί τόν ἀφανισμό τῶν δασῶν καί τῶν ζώων.
.               Ἡ ἐπιδημία αὐτή ὀφείλεται σέ πολλά αἴτια, ὅταν ὅμως πρόκειται γιά ἐμπρησμούς, αὐτό ὀφείλεται στά «ἄρρωστα μυαλά» τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν. Πολλοί κάνουν λόγο γιά Θεομηνία. Τό ἐρώτημα εἶναι: γιατί ἐμπλέκουν τόν Θεό σέ ὅλες τίς ἐμπαθεῖς καταστάσεις τους; Δέν μποροῦμε νά ὁμιλοῦμε γιά Θεομηνία, ἀλλά γιά ἀνθρωπομανία, γιατί τέτοιες καταστροφές ὀφείλονται σέ ἀνθρώπους, πού ὁ Ντοστογιέφσκι θά τούς ὀνόμαζε «δαιμονισμένους», οἱ ὁποῖοι ἐκδηλώνουν τίς ἐσωτερικές ἀρρωστημένες καταστάσεις τους, ἀδιαφορώντας γιά τά φρικτά ἀποτελέσματα πού δημιουργοῦνται.
.               Διερωτῶμαι: Ὅταν παρατηροῦνται τέτοια τρομακτικά γεγονότα, γιατί ἀμέσως τό μυαλό τῶν «θεολογούντων» ἀναμειγνύη τόν Θεό σέ αὐτά, ἄλλοτε μιλώντας γιά τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ καί ἄλλοτε γιά τήν ἀγάπη Του; Γιατί ἐμπλέκουν τόν Θεό στίς δικές μας ἐμπαθεῖς διαθέσεις;
.               Βεβαίως, ὑφίσταται ἡ ἀποστασία ἀρχόντων καί ἀρχομένων καί ὑπάρχουν ἀμφίπλευρες εὐθύνες, ἀλλά αὐτό δέν μπορεῖ νά ἀποδίδεται στόν Θεό, ἀφοῦ ξεκινοῦν ἀπό τίς ἐμπαθεῖς καταστάσεις τῶν ἀνθρώπων καί ἐγκληματικές τους ἐνέργειες. Ὁ Θεός καί σέ αὐτές τίς περιπτώσεις σέβεται τήν ἐλευθερία τους, ἀκόμη σέβεται καί τήν ἐλευθερία τοῦ διαβόλου, ἀλλά παρεμβαίνει θεραπευτικά καί περιορίζει τό καταστροφικό ἔργο του.
.               Ἐκεῖνο πού παρατηρῶ εἶναι ὅτι μερικοί, ἐξετάζοντας διάφορα γεγονότα εὔκολα εἰσέρχονται στόν χῶρο τῆς θεολογίας (τοῦ Θεοῦ), ἐνῶ αὐτά κινοῦνται στόν χῶρο τῆς δαιμονολογίας. Οἱ δαίμονες παρακινοῦν τούς ἀνθρώπους γιά τό κακό καί ἐκεῖνοι ἀποδέχονται τίς ἐνέργειές τους.
.               Παρατηρῶ ὅτι ὅσοι κάνουν λόγο γιά τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ ἤ γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀγνοοῦν τήν ἐνέργεια τοῦ διαβόλου. Ἡ δαιμονολογία εἶναι βασικό κεφάλαιο τῆς ὀρθοδόξου Δογματικῆς καί τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητας. Ὅταν διαβάση κανείς τό Εὐαγγέλιο καί δῆ τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ, τότε θά διαπιστώση ὅτι ὑπάρχει αὐτή ἡ πολεμική τοῦ διαβόλου ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καί ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ κατά τοῦ διαβόλου. Ὁ Χριστός ἦλθε στόν κόσμο, ὄχι γιά νά ἀσκήση ἁπλῶς τόν ἀλτρουϊσμό καί τήν φιλανθρωπία, ἀλλά γιά νά νικήση τόν διάβολο, τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο. Ἄλλωστε, αὐτή ἦταν ἡ διαδικασία τῆς πτώσεως.
.               Δυστυχῶς, πολλοί σύγχρονοι Κληρικοί καί θεολόγοι ἀρέσκονται νά ὁμιλοῦν γιά τήν ὀργή ἤ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, γιά κοινωνικά θέματα, χρησιμοποιώντας ὡραία διπλωματική, εὐγενῆ, ἐκκοσμικευμένη γλώσσα, τήν γλώσσα τῶν ἀνθρώπων μέ ὑψηλές θέσεις, πού συζητοῦν στό σαλόνι, ἐκφράζοντας ἁπλῶς τήν θλίψη τους καί ἀμνηστεύοντας τούς τρεῖς μεγάλους ἐχθρούς, πού εἶναι ὁ διάβολος, ἡ ἁμαρτία καί ὁ θάνατος. Δηλαδή ἠθικολογοῦν καί δέν θεολογοῦν.
.               Ἔτσι, ἀκυρώνουν στήν πράξη τό ἔργο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὅποιος δέν γνωρίσει τό μίσος τοῦ διαβόλου καί δέν πολεμήσει τόν διάβολο, δέν θά μπορέση νά αἰσθανθῆ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Καί ὅποιος ὁμιλεῖ γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί ἀμνηστεύει τό μίσος καί τό ἔργο τοῦ διαβόλου, μᾶλλον εἶναι ἀντίθετος πρός τό ἔργο τῆς θείας Οἰκονομίας.
.               Τά γεγονότα πού ζήσαμε καί ζοῦμε εἶναι ὄντως τραγικά. Εὐθύνονται πολλοί γι᾽ αὐτά, κυρίως οἱ ἐμπρηστές. Παρακαλοῦμε τόν Θεό νά περιορίση τό κακό, νά θεραπεύση αὐτό πού πράττουν οἱ «δαιμονισμένοι», γιατί καί αὐτῶν σέβεται τήν ἐλευθερία, ἀλλά περιορίζει τό καταστρεπτικό τους ἔργο.
.               Νά μάθουμε ὅμως καί ἐμεῖς νά μή ἐκφράζουμε μιά «θεολογία» τῶν παθῶν μας, ἀλλά νά παρηγοροῦμε τούς ἀνθρώπους, ἀγαπώντας ἐν ἀληθείᾳ καί ἀληθεύοντας ἐν ἀγάπῃ. Γιατί στό τέλος ἡ τρομολαγνεία καί ἡ ἀγαπολαγνεία εἶναι μιά ἀρνητική θεολογία, εἶναι μιά ἄλλη πνευματική πυρκαγιά, αἰώνιας διάρκειας.–


ΠΗΓΗ: parembasis.gr

«ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ» ἢ «ΣΚΟΠΙΑΝΟ»; (Μητρο. Ναυπάκτου Ἱερόθεος)

«Μακεδονικὸ» ἢ «Σκοπιανὸ» ζήτημα;

τοῦ Μητροπ. Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

.               Στήν συζήτηση πού ἔγινε καί γίνεται αὐτόν τόν καιρό στήν Ἑλλάδα καί στά Σκόπια γιά τήν ἐπίλυση τοῦ θέματος τῆς ὀνομασίας τῆς «γείτονος χώρας», ὅπως ἔλεγαν οἱ περισσότεροι, ἐτέθησαν πολλά ζητήματα, τά ὁποῖα δέν εἶναι σκοπός τοῦ ἄρθρου αὐτοῦ. Ἐτέθησαν, δηλαδή θέματα ἱστορικά, ἰδεολογικά, ἐθνικά, κοινωνικά, πολιτικά, πολιτιστικά, κομματικά, ἐμπορικά κ.ἄ.
.               Δέν εἶναι πρόθεσή μου νά ἀσχοληθῶ μέ ὅλα αὐτά τά ζητήματα. Ἁπλῶς θέλω νά ἐνημερώσω τούς ἀναγνῶστες ὅτι ὑπηρέτησα ὡς Ἱεροκήρυξ στήν Ἱερά Μητρόπολη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας γιά 18 χρόνια (1969-1987), μαζί μέ τόν τότε Ἱεροκήρυκα π. Ἰωήλ Φραγκάκο καί σημερινό Μητροπολίτη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας, καί γνωρίζω πολλές πτυχές τοῦ σοβαροῦ καί εὐαίσθητου αὐτοῦ θέματος.
.               Ὁ μακαριστός Γέροντάς μου Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας κυρός Καλλίνικος πέρασε μέσα ἀπό πολλές μαρτυρικές δοκιμασίες ἀπό τούς Σκοπιανούς καί φιλοσκοπιανούς, τούς «Σλαβομακεδόνες», ὅπως τούς ἔλεγαν τότε, οἱ ὁποῖες δοκιμασίες τόν ἐξαγίασαν κυριολεκτικά.
Ἀφήνω πρός τό παρόν αὐτό τό θέμα καί θά θίξω μόνον μερικά ἄλλα ζητήματα πού παρατήρησα κατά τήν πορεία τῶν συζητήσεων

1. Ρωμανία καί Ἐθνικά Κράτη

.               Θά σημειωθοῦν μερικές ἱστορικές ἀπόψεις, ὅπως μᾶς τίς δίδαξε ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ὕστερα ἀπό ἔρευνα πού ἔκανε στίς πηγές σχετικά μέ τήν Ρωμηοσύνη. Οἱ Φράγκοι πού ἤθελαν νά διασπάσουν τήν Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία, μᾶς ἀποκάλεσαν ἀπό Ρωμαίους Γραικούς τόν 8ο αἰώνα καί ἀργότερα τόν 19ο αἰώνα διέσπασαν τά Βαλκάνια γιά τήν μή ἐπανασύσταση τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας (Βυζάντιο).
.               Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ὁ Μέγας Ἀθανάσιος τόν 4ο αἰώνα σέ ἐπιστολή του, ἀναφερόμενος στίς ἀποφάσεις τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, γράφει ὅτι συμφώνησε μέ αὐτές τίς ἀποφάσεις «πᾶσα ἡ οἰκουμένη», δηλαδή ἡ τότε Χριστιανική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία, καί ὅσοι κατοικοῦν στίς Ἐπαρχίες της, ἤτοι «κατά τήν Δαλματίαν καί Δαρδανίαν καί Μακεδονίαν, Ἠπείρους τε καί Ἑλλάδα καί Κρήτην καί τάς ἄλλας νήσους, Σικελίαν τε καί Κύπρον καί Παμφυλίαν, Λυκίαν τε καί Ἰσαυρίαν καί πᾶσαν τε τήν Αἴγυπτον καί τοῖς Λιβίοις καί πλεῖστοι τῶν ἐν τῇ Ἀραβίᾳ ταύτην ἐπέγνωσαν».
.               Ἀπό ὅλες τίς ἱστορικές μαρτυρίες γνωρίζουμε ὅτι ἡ Κύπρος, ἡ Ἑλλάδα, ἡ Ἤπειρος, ἡ Θράκη, ὁλόκληρη ἡ Μακεδονία ἦταν Ἐπαρχίες (Θέματα) τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ἀλλά εἶχαν Ὀρθόδοξη πίστη, ἀνῆκαν στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, εἶχαν Ἑλληνική παράδοση καί πολιτισμό καί οἱ κάτοικοί τους ἦταν δίγλωσσοι.
.               Οἱ Τοῦρκοι μέχρι τόν 19ο αἰώνα ὀνόμαζαν Ρούμελη ὁλόκληρη τήν Μακεδονία, τήν Ἤπειρο, ὅλες τίς ἐκτάσεις ἀπό τό Βελιγράδι ὡς τήν Πελοπόννησο, δηλαδή ὅλο τό Εὐρωπαϊκό μέρος τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἑπομένως, μέχρι τόν 19ο αἰώνα ἐπικράτησε ἡ Ρωμηοσύνη μέ τήν ἑνιαία πίστη, τήν Ἑλληνορθόδοξη παράδοση (μουσική, ἁγιογραφία κλπ.), παρά τίς γλωσσικές διαφορές.
.               Ἐπειδή ὑπηρέτησα στήν Ἱερά Μητρόπολη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας καί διάβασα ὅλους τούς Κώδικες μέ τά Πρακτικά τῆς Δημογεροντίας τῶν Βοδενῶν, πού διασώζονται στό παλαιό Ἀρχεῖο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, βρῆκα ὅτι στήν Μητρόπολη Βοδενῶν (Ἐδέσσης) μέ τήν Ὀρθόδοξη παράδοση καί τήν Ἑλληνική αὐτοσυνειδησία της ὑπαγόταν καί ἡ Γευγελῆ, καί μάλιστα ὁ τότε Μητροπολίτης, κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, ἄφησε τήν ἕδρα του καί πῆγε νά ἑορτάση τό Πάσχα ἐκεῖ, προφανῶς γιατί ὑπῆρχε ἀνάγκη.
.               Ἐπίσης, διάβαζα γιά τήν ἡρωική δράση καί στάση τῶν Ἐπισκόπων, τῶν Δημογερόντων καί τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς νά ἀνήκουν στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί ἀντιδροῦσαν μέ ὅλες τίς δυνάμεις τους σέ ὅλες τίς ἐθνικιστικές προπαγάνδες.
.               Ἡ διάσπαση τῆς Ρωμηοσύνης τῶν Βαλκανίων σέ Κράτη καί τῆς Μακεδονίας ἔγινε τόν 19ο καί 20ό αἰώνα κάτω ἀπό τήν ἐπίδραση τοῦ δυτικοῦ διαφωτισμοῦ καί τῆς πολιτικῆς τῶν δυτικῶν δυνάμεων, τῆς Ρωσίας καί τῆς Σερβίας, καί ἀντέδρασε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, μέ τήν Σύνοδο τοῦ 1872, πού ἀποφάσισε ἐναντίον τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ.
.               Ὁπότε, εἶναι φανερόν ὅτι ὅλοι οἱ ἄλλοι λαοί γράφουν τήν ἱστορία τους μέ ἱστορική ἀκρίβεια καί ἐμεῖς δυστυχῶς ὑποχρεωνόμαστε νά τήν περιγράψουμε μέ ψευδῆ ὀνόματα. Αὐτό εἶναι τό μεγάλο πρόβλημα τῶν ἡμερῶν μας.

2.Ἔλλειμμα δημοκρατικῆς διαδικασίας

.               Τό θέμα αὐτό, ἐκτός ἀπό ἱστορικό, εἶναι καί πολιτικό. Γιά μένα συνιστᾶ ἔλλειμμα δημοκρατικῆς διαδικασίας καί ἔλλειμμα πολιτικῆς διαχειρίσεως ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἡ ὑπεύθυνη Κυβέρνηση ἀντιμετώπισε τό θέμα αὐτό.
.               Νά θυμίσω ὅτι τό 1992 χαράχθηκε ἡ ἐθνική γραμμή ἀντιμετώπισης τοῦ θέματος, ὕστερα δύο Συμβούλια Πολιτικῶν Ἀρχηγῶν ὑπό τόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας. Ἀκόμη καί τό 2008 καθορίσθηκαν «οἱ κόκκινες γραμμές» γιά τό θέμα αὐτό ἀπό τήν τότε Κυβέρνηση καί τήν ἀξιωματική ἀντιπολίτευση, ἡ σύνθετη ὀνομασία μέ γεωγραφικό προσδιορισμό ἔναντι ὅλων, παρά τίς ὀξύτατες πολιτικές διαφωνίες πού εἶχαν μεταξύ τους σέ ἄλλα ἐσωτερικά ζητήματα.
.               Ὅμως, στήν παροῦσα φάση, οἱ διπλωματικές συζητήσεις γίνονταν ἐν ἀγνοία τῶν ἄλλων Κομμάτων, καί μάλιστα βρίσκονταν σέ κατάσταση ἔντονης ἀντιπαράθεσης πού δέν δημιουργοῦσαν τό μίνιμουμ ἐθνικῆς συναίνεσης. Ἐπίσης, δέν ὑπῆρχε ἑνιαία κυβερνητική γραμμή, δέν συζητήθηκε τό θέμα στήν Κοινοβουλευτική ὁμάδα τῆς Κυβερνητικῆς παράταξης. Οὔτε συζητήθηκε στήν Βουλή, παρά μόνον ἐμμέσως ὕστερα ἀπό πρόταση δυσπιστίας ἐναντίον τῆς Κυβερνήσεως. Δέν ἔγινε κάποιο δημοψήφισμα γιά νά ἀκουσθῆ ἡ γνώμη τοῦ λαοῦ κλπ. Ἀγνοήθηκαν δέ καί οἱ διαμαρτυρίες τοῦ λαοῦ μέ τίς μεγάλες κινητοποιήσεις. Ἀντίθετα, ὅλα αὐτά προβλέφθησαν νά γίνουν στό γειτονικό Κράτος καί ὕστερα νά ἀποφασίση ἡ Ἑλλάδα.
.               Αὐτό εἶναι ἀπρεπές, ἐκτός καί ἄν οἱ ὑπεύθυνοι διαχειριστές ἐκ μέρους τῆς Πατρίδας μας ἐνήργησαν κατά τέτοιο τρόπο ὥστε καί οἱ ἔξωθεν ἐνδιαφερόμενες δυνάμεις νά ἱκανοποιηθοῦν καί τό Κράτος τῆς «Βορείου Μακεδονίας» νά στηριχθῆ γιά νά μή διαλυθῆ, καί νά ψηφίση τελικά τήν συμφωνία ἡ ἑπόμενη Ἑλληνική Κυβέρνηση ἤ νά τήν καταψηφίση, ἄν ἐν τῷ μεταξύ οἱ Σκοπιανοί δέν τηρήσουν ὅλα τά σημεῖα τῆς συμφωνίας αὐτῆς.
.               Ἐν πάσῃ περιπτώσει τό νά μή ὑπάρχη συνεννόηση τῶν Πολιτικῶν Κομμάτων στά Ἐθνικά θέματα, ἄν καί ὑπῆρχαν οἱ δυνατότητες καί οἱ δεσμεύσεις νά τεθοῦν οἱ «κόκκινες γραμμές», καί ἀντίθετα νά ἀντιμετωπίζονται μικροκομματικά, τό νά μή λαμβάνεται ἡ γνώμη τοῦ λαοῦ, εἶναι, κατά τήν ἄποψή μου, ἔλλειμμα δημοκρατικῆς διαδικασίας καί πολιτικοῦ διαλόγου.

3. Ἡ «Βόρεια» καί ἡ «Νότια» Μακεδονία

.               Τελικά ἐπελέγη νά ὀνομασθῆ ἡ «πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία τῆς Μακεδονίας» σέ «Βόρεια Μακεδονία». Θεωρήθηκε ὅτι αὐτή εἶναι ἡ καλύτερη λύση καί γιά τήν Ἑλλάδα.
.               Ὅμως, ὁ ὅρος «Βόρεια Μακεδονία» συνειρμικά ὁδηγεῖ τήν σκέψη στήν «Νότια Μακεδονία», ἀφοῦ δέν ὑπάρχει προσδιορισμός Βόρεια ἄν δέν ὑπάρξη Νότια. Ἐπίσης, τό Βόρειο καί τό Νότιο παραπέμπει σέ ἕνα ἑνιαῖο λαό μέ κοινή γλώσσα, κοινή παράδοση, ἑνιαῖο πολιτισμό, ὅπως Βόρεια καί Νότια Κορέα, παρά τό ὅτι εἶναι χωρισμένα Κράτη. Στήν Πατρίδα μας γίνεται λόγος γιά Βόρεια Ἑλλάδα καί Νότια Ἑλλάδα, Βόρεια Πελοπόννησο καί Νότια Πελοπόννησο κλπ. καί ὄχι Βόρεια καί Νότια Μακεδονία.
.               Τελικά, ἀφοῦ προσδιορίσθηκε ἡ «Βόρεια Μακεδονία», ποιά εἶναι ἡ «Νότια Μακεδονία» καί ποιά εἶναι ἡ σχέση μεταξύ τῆς «Βόρειας Μακεδονίας» τῶν Σκοπίων καί τῆς Μακεδονίας πού ἀνήκει στήν Ἑλλάδα; Ἐφ’ ὅσον μέ τήν συμφωνία αὐτή ὑπάρχει «Βόρεια Μακεδονία», τότε πῶς μπορεῖ νά διευκρινισθῆ γιά τό ποιά περιοχή τῆς Ἑλλάδος θά χαρακτηρισθῆ ὡς «Νότια Μακεδονία» καί ποιά θά εἶναι ἡ σχέση μεταξύ τους;
.               Νομίζω ὅτι καί ὁ ὅρος «Βόρεια Μακεδονία» μέ τήν νοούμενη καί μή χαρακτηριζόμενη, πρός τό παρόν, «Νότια Μακεδονία» ὑπονοεῖ τούς ἰσχυρισμούς τῶν Σκοπιανῶν, πού τούς ἄκουγα πολλά χρόνια πρίν ἀπό τούς «Σλαβομακεδόνες», ὅτι οἱ Ἕλληνες κατέκτησαν τήν Μακεδονία καί ὑποδούλωσαν τούς «Μακεδόνες», οἱ ὁποῖοι πρέπει κάποτε νά ἀπελευθερωθοῦν!
.               Θυμᾶμαι, τήν δεκαετία τοῦ 1970 καί 1980, στήν Ἀριδαία Ἀλμωπίας μερικοί αὐτοχαρακτηριζόμενοι ὡς «Μακεδόνες» θεωροῦσαν ὅτι εἶναι ὑπόδουλοι στούς Ἕλληνες καί πολεμοῦσαν κάθε ἑλληνικό στοιχεῖο, καί μεταξύ αὐτῶν καί τόν Γέροντά μου Μητροπολίτη Καλλίνικο.
.               Τελικά, οἱ κάτοικοι τῆς Ἑλληνικῆς Μακεδονίας θά εἶναι «Νότιοι Μακεδόνες»; Καί ὅσοι δῆθεν «Σλαβομακεδόνες» κατοικοῦν στήν Ἑλληνική Μακεδονία, θά θεωροῦνται ὑπόδουλοι στούς Ἕλληνες; Ἤ ἀμφότεροι θά ἀγωνισθοῦν γιά νά ἑνώσουν τήν Βόρεια καί Νότια Μακεδονία σέ ἕνα «ἐλεύθερο Κράτος»;
.               Αὐτά εἶναι ζητήματα σοβαρά καί δέν μποροῦν νά ἀντιμετωπίζονται ἐπιπόλαια.

4. Κράτος, Ἐθνικότητα καί Ἰθαγένεια

.               Ἀπό ὅσους ἀσχολήθηκαν μέ τό θέμα αὐτό, ἄλλοι ὁμιλοῦσαν γιά «Μακεδονικό ζήτημα» καί ἄλλοι γιά «Σκοπιανό ζήτημα». Αὐτή ἡ διαφορά δέν εἶναι λεκτική, ἀλλά ἐννοιολογικά σημαντική.
.               Τό ἐρώτημα πού τίθεται εἶναι: Τί προσπαθοῦσαν νά κάνουν ἐπιχειρηματολογώντας; Νά ἀπαντήσουν στό τί σημαίνει ὁ ὅρος Μακεδονία καί Μακεδόνες ἤ στό τί εἶναι οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς τῶν Σκοπίων; Τελικά, εἶναι ἀπό πλευρᾶς ἱστορίας ὑπαρξιακό θέμα τῶν Μακεδόνων ἤ τῶν Σκοπιανῶν; Ποιοί τέλος πάντων ἔχουν πρόβλημα ἐθνικό καί πρέπει νά τό ἐπιβεβαιώσουν ἤ νά τό ἀπορρίψουν;
.               Τό ὅτι ἡ πλειοψηφία τῶν Σκοπιανῶν πανηγύρισε ὅτι ἡ Ἑλλάδα τούς ἔδωσε τήν «μακεδονική γλώσσα» καί τήν «μακεδονική ἐθνότητα», καί οἱ ὑπεύθυνοι τῆς ἑλληνικῆς πολιτείας ἔλεγαν ὅτι δέν δώσαμε ἐθνικότητα, ἀλλά ἰθαγένεια, δείχνει ὅτι εἶναι θέμα ὑπαρξιακό. Φαίνεται ὅτι ὑπάρχει σύγχυση μεταξύ ἐθνικότητας καί ἰθαγένειας-ὑπηκοότητας. Ὅπως ἔχει παρατηρήσει ὁ Δημήτριος Γάτης, ἐνῶ στήν ἀγγλική ἔκδοση τοῦ κειμένου τῆς συμφωνίας τό «Nationality Macedonia», πού ἀντιστοιχεῖ μέ τό «Ἐθνικότητα Μακεδονική», ἐν τούτοις στήν ἑλληνική γλώσσα μεταφράσθηκε σέ «ἰθαγένεια Μακεδονική», πού ἀντιστοιχεῖ στόν ἀγγλικό ὅρο «Citizen/Citizenship». Ἔτσι στό ἀγγλικό κείμενο στό σημεῖο αὐτό γράφεται: «Nationality Macedonia/Citizen of Republic of North Macedonia», ἐνῶ στήν ἑλληνική μετάφραση γράφεται: «Ἰθαγένεια Μακεδονική/ Πολίτης τῆς Δημοκρατίας τῆς Βόρειας Μακεδονίας». Ἔτσι, στήν συμφωνία αὐτή, πού ὑπεγράφη μεταξύ τῶν Ὑπουργῶν τῶν Ἐξωτερικῶν τῶν δύο Κρατῶν, ὑπάρχει μιά πρωτοτυπία, ὡς πρός τό ὄνομα τοῦ Κράτους καί τό ὄνομα τῶν πολιτῶν του.
.               Γιά τό θέμα αὐτό κάνει εὔστοχες παρατηρήσεις ὁ Ἄγγελος Συρίγος, ἀναπληρωτής καθηγητής Διεθνοῦς Δικαίου καί Ἐξωτερικῆς Πολιτικῆς στό Πάντειο Πανεπιστήμιο, σέ πρόσφατο ἄρθρο του (Καθημερινή 24 Ἰουνίου 2018) μέ τίτλο «Νοτιοαφρικανοί, Νοτιοσουδανοί, Μακεδόνες». Γράφει ὅτι ἡ ΠΓΔΜ θά εἶναι «τό πέμπτο Κράτος τοῦ ΟΗΕ μέ γεωγραφικό προσδιορισμό στό ὄνομά του». Τά ἄλλα τέσσερα Κράτη εἶναι ἡ Νότιος Ἀφρική, ἡ Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, τό Ἀνατολικό Τιμόρ καί τό Νότιο Σουδάν.
.               Στά τέσσερα αὐτά Κράτη «τό ὄνομα τοῦ Κράτους ταυτίζεται μέ τό ὄνομα τῶν πολιτῶν τῆς Χώρας», δηλαδή γράφεται: «ὁ λαός τῆς Νότιας Ἀφρικῆς», «ὁ Κεντροαφρικανικός λαός», «ὁ λαός τοῦ Νοτίου Σουδάν», «ὁ λαός τοῦ Ἀνατολικοῦ Τιμόρ». Ἀντίθετα, μέ τήν συμφωνία τῶν δύο Ὑπουργῶν Ἐξωτερικῶν, ἐνῶ ἡ ΠΓΔΜ «θά ὀνομάζεται Βόρεια Μακεδονία», «οἱ κάτοικοί της δέν θά λέγονται “Βορειομακεδόνες”, ἀλλά “Μακεδόνες” μέ παῦλα “πολίτες τῆς Βόρειας Μακεδονίας”». Καί φυσικά θά ἐπικρατήση τό πρῶτο. Ἔτσι, θά εἶναι τό μόνο Κράτος στόν ΟΗΕ μέ αὐτήν τήν διαφοροποίηση μεταξύ ὀνόματος τοῦ Κράτους καί ὀνόματος τῶν πολιτῶν του.
.               Στό ἐπιχείρημα μερικῶν ὅτι ὑπάρχει τό δικαίωμα τοῦ αὐτοπροσδιορισμοῦ κάθε λαοῦ, στό ὁποῖο δέν μποροῦμε νά παρέμβουμε, ὁ καθηγητής παρατηρεῖ ὅτι «τό ὄνομα τῶν πολιτῶν τοῦ Κράτους, –ἡ ἰθαγένεια/ὑπηκοότητα– δέν ἀποτελεῖ δικαίωμα αὐτοπροσδιορισμοῦ. Εἶναι ὁ νομικός δεσμός μέ τό Κράτος». Αὐτό σημαίνει ὅτι ἀφοῦ ἐπελέγη νά ὀνομασθῆ τό γειτονικό Κράτος «Βόρεια Μακεδονία», ἡ ἰθαγένεια-ὑπηκοότητα θά ἔπρεπε νά χαρακτηρίζεται ὡς «Βορειομακεδονική», πού δείχνει τήν σχέση τοῦ πολίτη μέ τό Κράτος καί ὄχι νά ἔχη ἕνα ὄνομα πού προσδιορίζεται «βάσει τῆς εὐρύτερης γεωγραφικῆς περιφέρειας, στήν ὁποία κατοικεῖ».
.               Μάλιστα χρησιμοποιεῖ καί ἕνα ἐπιχείρημα. «Οἱ ἐναπομείναντες Ἕλληνες τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἤ τῆς Ἴμβρου, ὅσο καί νά θέλουν νά αὐτοπροσδιορισθοῦν, Τοῦρκοι πολίτες θά εἶναι. Ἐκεῖ πού ὑπάρχει δικαίωμα αὐτοπροσδιορισμοῦ εἶναι ὡς πρός τήν ἐθνοτική τους ταυτότητα. Εἶναι Τοῦρκοι πολίτες ἑλληνικῆς καταγωγῆς (ἤ Ἕλληνες ὡς πρός τήν ἐθνότητα)».

5. Διαφωτισμός καί Ἀριστερά

.               Κατά τήν πρόσφατη συζήτηση πού ἔγινε γιά τό θέμα αὐτό, διατυπώθηκε ἡ ἄποψη ὅτι οἱ ἀριστεροί πολιτικοί εἶναι ἀπαλλαγμένοι ἀπό τόν ἐθνικισμό, τόν ὁποῖο φορτώνουν στούς ἀντιπάλους τους, καί γι’ αὐτό εἶναι ἐλεύθεροι, ἐπηρεασμένοι ἀπό τίς ἀρχές τοῦ διαφωτισμοῦ καί τοῦ ὑπερεθνικισμοῦ.
.               Τό θέμα εἶναι ὅτι ὁ διαφωτισμός συνδέεται μέ τόν ἐθνικισμό. Μέ τήν ἐμφάνιση τοῦ διαφωτισμοῦ στήν Εὐρώπη ἀφυπνίσθηκαν οἱ ἐθνικισμοί καί πραγματοποιήθηκε ἡ δημιουργία μικρῶν Κρατῶν γιά νά ἐλέγχονται οἱ καταστάσεις καί νά κυριαρχοῦν οἱ τοπικές παραδόσεις. Ἡ διάσπαση τῶν Βαλκανίων σέ πολλές ἐθνικότητες καί σέ πολλά μικρά Κράτη ἦταν ἀπόρροια τῶν ἰδεῶν τοῦ διαφωτισμοῦ.
.               Ὁ Μέγας Ναπολέων μέ τό ἐπιτελεῖο του, καί οἱ τότε Εὐρωπαϊκές δυνάμεις, ἐπηρεασμένες ἀπό τόν διαφωτισμό καί τόν ρομαντισμό θέλησαν νά διασπάσουν τήν πολυεθνική Ρωμανία, τήν δυναμική Ρωμηοσύνη, καθώς ἐπίσης ἔκαναν τά πάντα γιά νά ἀποτρέψουν στό μέλλον τήν ἀνασύσταση τῆς Χριστιανικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας (Βυζάντιο) μέ τήν ἑνότητα ὅλων τῶν λαοτήτων σέ μιά ἑνιαία Αὐτοκρατορία. Ἡ Χριστιανική Ρωμανία ἦταν διαιρεμένη σέ «θέματα» μέ ἑνότητα πολιτιστική, ἐκκλησιαστική, παρά τήν διαφορά τῶν γλωσσῶν, ἐνῶ οἱ ἀρχές τοῦ διαφωτισμοῦ τήν διέσπασαν.
.               Ὅμως, σπάνια ἀκούγονται τά σχετικά μέ τήν πολιτιστική ἑνότητα τῆς Χριστιανικῆς Ρωμανίας (Βυζάντιο), παρά τήν γλωσσική διαφορετικότητα, καθώς ἐπίσης σπάνια ἀκούγεται ὅτι ὁ διαφωτισμός χαρακτηρίζεται ἀπό τόν ἐθνικισμό καί δυστυχῶς οἱ ἀριστεροί θεωροῦνται δῆθεν τέκνα τοῦ διαφωτισμοῦ, καί παράλληλα εἶναι διεθνιστές.
.               Ὕστερα ἀπό τά ἀνωτέρω διερωτῶμαι: Τό θέμα αὐτό εἶναι «Μακεδονικό» ἤ «Σκοπιανό»; Ὑπάρχει «Βόρεια Μακεδονία» χωρίς «Νότια Μακεδονία»; Ὑπάρχει «Βόρεια ἐλεύθερη Μακεδονία» καί «Νότια ὑπόδουλη Μακεδονία»; Συνδέεται ὁ διαφωτισμός μέ τόν διεθνισμό ἤ συνδέεται ὁ διαφωτισμός μέ τόν νεοφιλελεύθερο ἐθνικισμό;
.               Μέσα στήν θλίψη τῶν ἡμερῶν αὐτῶν καί τήν ἀδράνεια πολλῶν ἤ τήν πενία ἑνός συγκροτημένου λόγου, παρέδωσα ὅλη τήν μέριμνά μου καί τήν ἐλπίδα μου στόν Θεό, τόν «ὑπερασπιστή» τῆς ζωῆς μας, τόν ἄρχοντα τῆς εἰρήνης, τόν Κύριο τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς.


ΠΗΓΗ: parembasis.gr

«ΘΕΗΛΑΤΟΙ» ΜΕ ΕΝΔΥΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ (Μητροπ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος)

Ἡ αἵρεση ὡς ἐπιστήμη

τοῦ Μητροπ. Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

περιοδ. «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ»,
Μάϊος 2018

.             Τόν 3ο καί 4ο αἰώνα ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετώπισε ἕνα μεγάλο πρόβλημα μέ τήν συνάντηση τοῦ Χριστιανισμοῦ μέ τόν Ἑλληνισμό, δηλαδή τῆς ἀποκαλυπτικῆς θεολογίας μέ τίς θεωρίες τῶν Φιλοσόφων, τῶν Προσωκρατικῶν, τῆς Κλασσικῆς μεταφυσικῆς (Πλάτωνας, Ἀριστοτέλης) καί τοῦ Νεοπλατωνισμοῦ.
.             Οἱ θεολόγοι πού ζοῦσαν στά μέρη τῆς Ἀνατολῆς συζητοῦσαν μέ τούς φιλοσόφους γιά θεολογικά-ὀντολογικά καί κοσμολογικά προβλήματα καί προσπαθοῦσαν νά ἀπαντήσουν σέ αὐτά μέσα ἀπό τήν ἀποκαλυπτική θεολογία. Ἐπειδή δέν εἶχαν ἐμπειρική γνώση τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό κατέληξαν σέ διάφορες αἱρέσεις, ὅπως εἶναι οἱ Ἀρειανοί καί οἱ μετέπειτα αἱρετικοί.
.             Οἱ φιλοσοφοῦντες θεολόγοι προσπαθοῦσαν νά ἀπαντήσουν στούς Ἀριστοτελικούς φιλοσόφους γιά τό εἶναι τοῦ Θεοῦ σέ σχέση μέ τόν κόσμο, εἰσήγαγαν τά περί τῆς οὐσίας καί τῆς ἐνεργείας στόν Θεό, γιά νά ἀπαντήσουν στό ὅτι ὁ κόσμος δέν εἶναι ἀΐδιος καί ἀπό ἐκεῖ κατέληξαν σέ αἱρετικές ἀπόψεις στήν Τριαδολογία καί τήν Χριστολογία. Ἔτσι, δημιούργησαν καινούργιες ἀπόψεις πού σαφέστατα ἀπόκλιναν ἀπό τήν θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι παρέλαβαν τήν ἀλήθεια ἀπό τόν Ἄσαρκο Λόγο στήν Παλαιά Διαθήκη καί τόν Σεσαρκωμένο Λόγο στήν Καινή Διαθήκη.
.             Ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετώπισε μεγάλο πρόβλημα ἀπό τούς φιλοσοφοῦντες θεολόγους, οἱ ὁποῖοι θεολογοῦσαν μέ τόν στοχασμό καί τήν λογική, καί γι’ αὐτό συγκλήθηκαν οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι γιά νά ἀντιμετωπίσουν τίς αἱρετικές κακοδοξίες. Ὅσοι ὑποστήριξαν τέτοιες ἀπόψεις εἰλημμένες ἀπό τήν φιλοσοφία καταδικάστηκαν ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους.
.             Ἡ Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδος (692 μ.Χ.) στόν πρῶτο κανόνα της μέ τίτλο «περί τηρήσεως τῶν ἱερῶν κανόνων τῶν προτέρων συνόδων» ὁρίζει «ἀκαινοτόμητόν τε καί ἀπαράτρωτον φυλάττειν τήν παραδοθεῖσαν ἡμῖν πίστιν ὑπό τε τῶν αὐτοπτῶν καί ὑπηρετῶν τοῦ Λόγου, τῶν θεοκρίτων Ἀποστόλων» καί στήν συνέχεια μνημονεύει καί τῶν Πατέρων τῶν ἕως τότε Συνόδων.
.             Ἀναφερόμενος ὁ κανόνας αὐτός στούς Πατέρας τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, συγχρόνως καταγράφει καί τίς κακοδοξίες τῶν αἱρετικῶν. Δηλαδή, δέν καταδικάζονται ἁπλῶς καί γενικῶς οἱ αἱρέσεις ὡς πρός τόν Χριστό καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἀλλά οἱ ἐκφραστές αὐτῶν τῶν κακοδοξιῶν. Ἔτσι, μνημονεύει τόν «Ἄρειον τόν δυσσεβῆ», «τόν βέβηλον Μακεδόνιον», τόν «Ἀπολλινάριον, τόν τῆς κακίας μύστην», «τήν ληρώδη τοῦ Νεστορίου διαίρεσιν», τόν «Εὐτυχέα τόν ματαιόφρονα», καί ἄλλους αἱρετικούς καί κακοδόξους. Κάνουν ἐντύπωση τά ἐπίθετα πού χρησιμοποιοῦνται γιά νά προσδιορίσουν τόν φιλοσοφικό καί κακόδοξο τρόπο θεολογήσεώς τους.
.             Τά ἴδια διαβάζουμε στό περίφημο ἔργο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ μέ τίτλο: «Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως». Ἀναφερόμενος ὁ κορυφαῖος αὐτός Δογματικός Πατέρας τοῦ 8ου αἰῶνος στά θέματα τῆς Χριστολογίας, ὅτι ἡ ἕνωση στόν Χριστό ἔγινε ἀπό δύο τέλειες φύσεις, τήν θεία καί τήν ἀνθρωπίνη, μνημονεύει τόν Διόσκορο καί τόν Σεβῆρο πού ὑποστήριζαν ὅτι ἔγινε φυρμός ἤ σύγχυση ἤ ἀνάκραση τῶν δύο φύσεων στόν Χριστό.
.             Γράφει ὅτι δέν ἑνώθηκαν οἱ δύο φύσεις στόν Χριστό «κατά φυρμόν ἤ σύγχυσιν ἤ ἀνάκρασιν, ὡς ὁ θεήλατος (κυνηγημένος ἀπό τόν Θεό) ἔφη Διόσκορος, Σεβῆρος τε καί ἡ τούτων ἐναγής (μιασμένη) συμμορία». Ἐπίσης, γράφει ὅτι ἡ ἕνωση τῶν δύο φύσεων στόν Χριστό δέν εἶναι προσωπική ἤ σχετική ἤ κατ’ ἀξία ἤ κατά τήν ταυτότητα τῆς βουλήσεως ἤ τήν ὁμοτιμία ἤ τήν ἀνωνυμία ἤ τήν εὐδοκία, «ὡς ὁ θεοστυγής (βλάσφημος) ἔφη Νεστόριος, Διόδωρός τε καί ὁ Μομψουεστίας Θεόδωρος καί ἡ τούτων δαιμονιώδης (δαιμονισμένη) ὁμήγυρις».
.             Παρατηροῦμε ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας χρησιμοποιοῦσαν δυνατά ἐπίθετα γιά νά χαρακτηρίσουν τούς αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι μετέδιδαν κακοδοξίες καί αἱρέσεις πού στρέφονταν ἐναντίον τῆς ἀληθινῆς πίστεως, ἐνῶ ἦταν ἅγιοι καί μετεῖχαν τῆς Θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Στά θέματα τῆς πίστεως δέν ἐπιτρέπονται εὐγενεῖς λόγοι, διπλωματικές ἐνέργειες καί συμβιβασμοί.
.             Παρατηρώντας τήν ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων διαπιστώνουμε ὅτι αὐτός ὁ στοχαστικός καί φιλοσοφικός τρόπος θεολογήσεως, πού καταδικάστηκε ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους, πέρασε μέ διαφόρους τρόπους στήν Δύση καί ἐκφράσθηκε ἀπό τήν λεγομένη Σχολαστική θεολογία, ἡ ὁποία θεωρήθηκε ὅτι εἶναι ἀνώτερη ἀπό τήν πατερική θεολογία. Μετά τήν Σχολαστική θεολογία, κυρίως τόν 13ο αἰώνα, ἀναπτύχθηκαν ἄλλα φιλοσοφικά καί θεολογικά ρεύματα πού ἀπομακρύνθηκαν τόσο ἀπό τήν Σχολαστική θεολογία ὅσο καί ἀπό τήν Πατερική θεολογία, καί ὡς κέντρο τῆς θεολογήσεως τέθηκαν οἱ φιλόσοφοι καί οἱ φιλοσοφοῦντες. Εἶναι φανερό, ὅταν μελετᾶ κανείς τά θεολογικά ρεύματα στόν δυτικό χῶρο, παρατηρεῖ ὅτι, ἐνῶ ἡ Σχολαστική θεολογία ἐπηρεάσθηκε κυρίως ἀπό τόν Πλάτωνα, ἀλλά καί τόν Ἀριστοτέλη, ἡ μετέπειτα ἐξέλιξη στήν Εὐρώπη ἐπηρεάσθηκε ἀπό τήν προσωκρατική φιλοσοφία.
.             Μέσα σέ αὐτήν τήν προοπτική οἱ δυτικοί θεολόγοι μέ διαφόρους τρόπους μελετοῦν τά ἔργα καί τήν διδασκαλία τῶν ἀρχαίων αἱρετικῶν καί κατά κάποιον τρόπο τούς συμπαθοῦν. Ἔτσι καλλιεργοῦνται θεολογικές ἀπόψεις πού προσεγγίζουν περισσότερο στήν διδασκαλία τῶν ἀρχαίων αἱρετικῶν. Γιά παράδειγμα, ὅλη ἡ σύγχρονη φιλοσοφία καί θεολογία εἶναι βολονταριστική, κάνει λόγο γιά ὑποστατική θέληση, ἡ ὁποία καταδικάστηκε ἀπό τήν Ϛ´ Οἰκουμενική Σύνοδο.
.             Ἔτσι, σύγχρονοι θεολόγοι μελετοῦν τά ἔργα τους, ἐκτιμοῦν τόν τρόπο θεολογήσεώς τους, τούς συμπαθοῦν καί φθάνουν μέχρι τό σημεῖο νά γράφουν ὅτι οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πού συμμετεῖχαν στίς Οἰκουμενικές Συνόδους δέν κατάλαβαν τούς αἱρετικούς, ἀλλά τούς παρερμήνευσαν καί τούς ἀδίκησαν μέ τό νά τούς καταδικάσουν. Ἔτσι, ἔγιναν διατριβές γιά τόν αἱρετικό Διόσκορο, Εὐτυχῆ, Ἀπολλινάριο κλπ., μέ τίς ὁποῖες οἱ συντάκτες τους κατέλαβαν Πανεπιστημιακές θέσεις καί μέ αὐτόν τόν τρόπο διδάσκουν αὐτές τίς ἀπόψεις στούς φοιτητές τους, ἀντίθετα ἀπό ὅ,τι διδάσκει, ἑορτάζει καί ψάλλει ἡ Ἐκκλησία.
.             Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ αἵρεση καί οἱ αἱρετικοί περνοῦν στίς Ὀρθόδοξες Θεολογικές Σχολές μέσα ἀπό τήν λεγόμενη ἐπιστήμη. Ὁπότε σήμερα, μερικές φορές ἡ αἵρεση κυκλοφορεῖ μέ τόν μανδύα τῆς ἐπιστήμης καί οἱ αἱρετικοί μέ τό ἔνδυμα τῶν ἐπιστημόνων. Φυσικά, ἄλλο εἶναι νά μελετῶνται οἱ ἀπόψεις καί τῶν αἱρετικῶν σέ ἀντιπαραβολή μέ τήν διδασκαλία τῶν Πατέρων, πού εἶναι ἐπιστήμη, καί ἄλλο νά παρουσιάζωνται μέσα ἀπό τήν διαδικασία τῆς ἐπιστήμης οἱ αἱρετικοί «θεήλατοι», «θεοστυγεῖς», «δαιμονιώδης ὁμήγυρις», ὡς ἀδικηθέντες ἀπό τούς Πατέρες καί τίς Οἰκουμενικές Συνόδους.
.             Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία στήν λατρεία της ψάλλει θριαμβευτικά γιά τήν νίκη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐναντίον τῶν αἱρέσεων καί τῶν αἱρετικῶν, καί ὁμολογεῖ τήν ἀλήθεια καί τιμᾶ τούς Πατέρας ἔναντι τῶν αἱρετικῶν, καί μερικοί Ὀρθόδοξοι θεολόγοι στίς Θεολογικές Σχολές κάνουν ἐπιστήμη πάνω στήν αἵρεση καί τούς αἱρετικούς, μέ τό νά τούς παρουσιάζουν ὡς ἀδικηθέντας ἀπό τήν ἴδια τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Εἶναι πράγματι τραγελαφικό αὐτό.
.             Ὅσο ἐξετάζει κανείς τά σύγχρονα θεολογικά πράγματα μέσα ἀπό τήν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας τόσο καί ἀπογοητεύεται.
.             Κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ὑπῆρχε μεγάλη ἄγνοια καί ἀμάθεια, ἀλλά ὑπῆρχε ἡ λατρεία πού βασίζεται στήν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Σήμερα, σέ μερικά σημεῖα, μεταφέρθηκε στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ αἵρεση ὡς ἐπιστήμη, τήν ὁποία καλλιεργοῦν ὅσοι θέλουν νά καταλάβουν πανεπιστημιακές θέσεις, καί συγχρόνως παραθεωρεῖται ὁ πλοῦτος τῆς λατρείας.
.             Ἀλλά ὑπάρχει Θεός. «Μεγάλη ἡ ἀλήθεια καί ὑπερισχύει» (Α´ Ἔσδρ. δ´, 41).

ΠΗΓΗ: «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου