ΜΗΤΡ. ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΣ: «ΑΙΡΕΣΗ Η “ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ” – μία μεγάλη κυοφορουμένη αἵρεση μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἐπιδιώκει νὰ παραθεωρήση τὴν γνήσια προφητική, ἀποστολική, καὶ πατερικὴ διδασκαλία, δηλαδὴ τὴν ἐκκλησιαστικὴ θεολογία, καὶ νὰ τὴν χαρακτηρίση “μεταπατερική”».
«Μιὰ κυοφορουμένη αἵρεση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία»
Τοῦ Μητρ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου
[Θ´, τελευταῖο]
Ἡ ἑρμηνεία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη
. Ἡἄποψη τῶν νέων θεολόγων καὶ φιλοσοφούντων, ποὺἀναφέρθηκε στὴν ἀρχὴ τοῦ κειμένου αὐτοῦ, περὶ δῆθεν δύο ἐκκλησιολογιῶν, τῆς «ἀρχεγόνου παραδόσεως» καὶ τῆς «μεταγενέστερης», ὑπονομεύει ὅλη τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας,
ὅπως ἐκφράζεται στὴν Ἁγία Γραφή, τὴν διδασκαλία τῶν Πατέρων, τὴν
Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὶς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἡ
ὁποία Παράδοση ἀναφέρεται οὐσιαστικὰ στὴν κάθαρση, τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν
θέωση, στὴν βίωση τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καὶ θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ
Θεοῦ. Μία τέτοια πεπλανημένη ἄποψη εἶναι ἕνα σαράκι ποὺ θέλει νὰ
καταστρέψη τὸν πνευματικὸ ὀργανισμὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ἀλλοιώση ὅλην
τὴν ὀρθόδοξη θεολογία. Τὸ ἐρώτημα ὅμως ποὺ τίθεται εἶναι ἀπὸ ποῦ ἔφθασε
στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία «ὁ πνευματικὸς αὐτὸς ἰὸς καὶ μολυσμός»;
. Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι διάφοροι θεολόγοι ἢ
διανοούμενοι ποὺ μαθήτευσαν σὲ προτεσταντικὲς Σχολὲς καὶ εἶχαν
διδασκάλους Προτεστάντες, ποὺ τοὺς ἐξιδανίκευσαν, ἢ ποὺ μελέτησαν
προτεσταντικὲς ἀναλύσεις, χωρὶς νὰ γνωρίζουν ἐπαρκῶς τὴν νηπτικὴ
παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μετέφεραν ἄκριτα αὐτὲς τὶς ἀπόψεις καὶ
μέσα στὸ ἅγιο περιβάλλον τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας καὶ Ἐκκλησίας, μὲ
ἀποτέλεσμα νὰ προσβάλλωνται τὰ ἐπὶ μέρους μέλη τοῦ ὀργανισμοῦ τῆς
Ἐκκλησίας.
. Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ποὺ γνώρισε σὲ
Προτεσταντικὲς Σχολὲς τῆς Ἀμερικῆς αὐτὴν τὴν νοοτροπία παρατηρεῖ
εὔστοχα: «Ὑπάρχει μία ἄποψη, ὅτι ἡ διδασκαλία περὶ τελειότητος, κατὰ
τοὺς ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι εἰδωλολατρικῆς προελεύσεως καὶ
ὅτι τάχα οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἦταν ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὶς διακρίσεις
αὐτὲς μεταξὺ καθάρσεως, φωτισμοῦ καὶ θεώσεως –διότι ὑπάρχουν καὶ
παράλληλα καὶ στὸν Νεοπλατωνισμὸ– ὑπάρχει σαφὴς αὐτὸς ὁ διαχωρισμὸς
δηλαδὴ τῶν σταδίων τῆς τελειώσεως. Καὶ λόγῳ μιᾶς ὁμοιότητας αὐτῶν τῶν
δύο, οἱ δικοί μας ἔχουν υἱοθετήσει τὴν ἄποψη αὐτή, ποὺ κυρίως προέρχεται
ἀπὸ μελέτες ποὺ ἔχουν κάνει οἱ Προτεστάντες. Δηλαδή, οἱ Προτεστάντες
ἀφοῦ ἔχουν ἀπορρίψει τὸν μοναχισμὸ καὶ υἱοθέτησαν ἢ τὸν ἀπόλυτο
προορισμὸ τοῦ Καλβίνου ἢ τὴν διδασκαλία τοῦ Λουθήρου περὶ σωτηρίας τοῦ
ἀνθρώπου διὰ μόνης τῆς πίστεως κλπ., καὶ εἶναι ἀντιμέτωποι ἑνὸς
μοναχισμοῦ τῆς παραδόσεως ποὺ συνάντησαν (Φραγκολατίνων), ἡ ὁποία
ἐβασίζετο σὲ ἀξιομισθίες, ἐφ’ ὅσον ἀνακάλυψαν ὅτι ἡ διδασκαλία περὶ
ἀξιομισθιῶν εἶναι ἐσφαλμένη διδασκαλία, γι’ αὐτὸν τὸν λόγο κατήργησαν
καὶ τὴν ἀγαμία, τὸν μοναχισμό. Μαζὶ μὲ αὐτὰ ὁ Λούθηρος, κυρίως, καὶ ὁ
Καλβίνος, εἴχανε μεγάλη ἀπήχηση ἐναντίον τῶν σταδίων τῆς τελειότητος.
. Μετά, οἱ ἱστορικοὶ Προτεστάντες ἀσχολήθηκαν μὲ τὸ θέμα καὶ
χάρηκαν τόσο πολὺ ὅταν βρῆκαν τὴν καταπληκτικὴ ὁμοιότητα μεταξύ της
πατερικῆς διδασκαλίας καὶ τῆς διδασκαλίας τῶν εἰδωλολατρῶν, καὶ
ἰσχυρίσθηκαν ὅτι εἶναι εἰδωλολατρικῆς προελεύσεως τὰ περὶ σταδίων
τελειώσεως. Καὶ γι’ αὐτὸ οἱ δικοί μας, οἱ ὁποῖοι πηγαίνουν μὲ τόση
μεγάλη ὄρεξη καὶ σπουδάζουν –δὲν λέω νὰ μὴν πᾶνε νὰ σπουδάσουν,
τουλάχιστον νὰ πᾶνε μὲ κρίση νὰ σπουδάσουν, γιατί πηγαίνουν χωρὶς κρίση–
στὰ ξένα Πανεπιστήμια καὶ βλέπεις τώρα ἐκεῖ τὰ συγγράμματα τῶν
ὀρθοδόξων θεολόγων γεμάτα, παντοῦ βλέπεις αὐτὴν τὴν ἰδέα ὅτι ἡ Ἐκκλησία
ἔχει ἐπηρεασθῆ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ συγκεκριμένα περὶ τῶν σταδίων
τῆς τελειώσεως».
. Ἡ ἑρμηνεία αὐτὴ εἶναι καταλυτική, ἐκφραστικὴ καὶ ἀποστομωτική.
Συμπέρασμα
. Ἐκτιμῶὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία μας κυοφορεῖται ὕπουλα, ἀλλὰ καὶ μὲ «ἐπιστημονικὸ» τρόπο αὐτὴἡ αἱρετικὴ νοοτροπία ποὺἀναφέραμε στὴν ἀρχὴ τοῦ κειμένου αὐτοῦ, περὶ τῶν δῆθεν δύο τύπων ἐκκλησιολογιῶν, ποὺἡ μεταγενέστερη ἀνατρέπει τὴν «ἀρχέγονη» ἢ τουλάχιστον συμβαδίζουν παράλληλα, καὶ δυστυχῶς λίγοι ἐπισημαίνουν αὐτὴν τὴν πνευματικὴἀσθένεια. Οἱ
περισσότεροι ἀσχολοῦνται μὲ ἐπιφανειακὰ θέματα, μὲ τὶς ἀτομικὲς
ἐλευθερίες καὶ τὰ ἀτομικὰ δικαιώματα τῶν ἀνθρώπων, τὴν οἰκουμενιστικὴ
νοοτροπία μερικῶν Κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, ποὺ καὶ αὐτά, βεβαίως, ἔχουν τὴν
σοβαρότητά τους, ἀλλὰ παραγνωρίζουν αὐτὴν τὴν ὑπονόμευση τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ἡὁποία γίνεται μὲ παρερμηνεῖες καὶ μὲ αὐτὸὑβρίζονται καὶ βλασφημοῦνται οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
. Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν κυοφορούμενη αἵρεση κρύβεται σαφέστατα ἕνας προτεσταντικὸς οὐμανισμός, ποὺ εἶναι ξένος πρὸς τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Γίνεται προσπάθεια νὰἀπογυμνωθῆὅλη ἡὈρθόδοξη Πατερικὴ Παράδοση, ὅπως διατυπώθηκε στὴν Ἁγία Γραφή, ἐκφράσθηκε ἀπὸ τοὺς μεγάλους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καὶἔλαβε συνοδικὴ κατοχύρωση στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ἀλλὰ καταγράφηκε καὶ στὸ Εὐχολόγιο καὶ τὴν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας. Ὅσοι ἰσχυρίζονται τέτοιες θεωρίες δὲν ἔχουν καταλάβει τίποτα ἀπὸ τὴν οὐσία τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας.
. Ἀκόμη, ὅσοι διδάσκουν τέτοιες θεωρίες
γιὰ τὴν λεγόμενη «διπλὴ ἐκκλησιολογία καὶ πνευματικότητα», δὲν μποροῦν
νὰ καταλάβουν τὴν βασικὴ πατερικὴ διδασκαλία ὅτι ἄλλο εἶναι ἡ βίωση τοῦ
Θεοῦ μὲ ἄρρητα ρήματα, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, καὶ ἄλλο εἶναι ἡ
ἔκφραση τῆς ἀποκαλυπτικῆς αὐτῆς ἐμπειρίας μὲ κτιστὰ ρήματα καὶ νοήματα,
ὅπως ἔλεγε ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ἀφοῦ ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρας
προσλαμβάνεται, ὅταν χρειασθῆ, ἡ ὁρολογία κάθε ἐποχῆς γιὰ τὴν ἔκφραση
τῆς ἀποκαλυπτικῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως.
. Αὐτὸ λέγεται ἀπὸ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν
Ὁμολογητή: «νοῦς μὲν καθαρός, ὀρθὰ βλέπει τὰ πράγματα, λόγος δὲ
γεγυμνασμένος, ὑπ’ ὄψιν ἄγει τὰ ὁραθέντα».
. Ἄλλοτε, θὰ δημοσιεύσω σχετικὸ κείμενο, γιὰ νὰ
περιγράψω περισσότερο αὐτοὺς ποὺ ἀνήκουν μὲν στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία,
ἀλλὰ ἐμπνέονται ἀπὸ τέτοιες ἀπόψεις, τοὺς ὁποίους ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ
Παλαμᾶς ἀπεκάλεσε βαρλααμίτες καὶ ἡ Σύνοδος τοῦ 1351 ἐξεκκλησίασε,
δηλαδὴ καθήρεσε καὶ ἀπεκήρυξε. Ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως
διατυπώθηκε στὸ Συνοδικό της Ὀρθοδοξίας, σαφῶς διακηρύσσει: «Οἱ προφῆται
ὡς εἶδον, οἱ ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ
διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ οἰκουμένη ὡς συμπεφρόνηκεν, ἡ χάρις ὡς
ἔλαμψεν, ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς
ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἐβράβευσεν, οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν,
οὕτω κηρύσσομεν Χριστὸν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν…. Αὕτη ἡ πίστις τῶν
ἀποστόλων, αὔτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ
πίστις τὴν οἰκουμένην ἐστήριξεν».
. Στὸ κείμενο αὐτὸ φαίνεται ὅτι ὑπάρχει ταυτότητα ἐμπειρίας καὶ διδασκαλίας τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων,
ὁπότε δὲν μπορεῖ νὰ χωρέση καμμιὰ «διπλὴ ἐκκλησιολογία», ποὺ δῆθεν
ἀντιμάχονται μεταξύ τους ἢ ὅτι δῆθεν ἡ μία ὑποτιμᾶ τὴν ἄλλη ἢ ἀκόμη ὅτι
οἱ δύο αὐτὲς κινοῦνται παράλληλα. Αὐτὲς οἱ θεωρίες ἐκφράζονται ἀπὸ
Προτεστάντες ἢ προτεσταντίζοντες κύκλους καὶ ὑπονομεύουν τὴν ἴδια τὴν
ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία.
. Στὴν πραγματικότητα μία εἶναι ἡἐκκλησιολογία, αὐτὴ ποὺ βιώθηκε ἀπὸ τοὺς Προφήτας, τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Ἀναστάντος καὶ Ἀναληφθέντος Χριστοῦ.
Κέντρο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ δοξαζόμενος Χριστός, ὅπως τὸν εἶδαν οἱ
Μαθητὲς στὸ ὄρος Θαβὼρ καὶ ὅπως ἀπέκτησαν κοινωνία μαζί Του, μὲ τὴν
ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κατὰ τὴν Πεντηκοστή.
. Αὐτὸ εἶναι τὸ κλειδὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.
Ἀλλὰ ἡ συμμετοχὴ σὲ αὐτὸ τὸ σῶμα καὶ ἡ παραμονὴ σὲ αὐτὸ γίνεται μὲ τὰ
Μυστήρια καὶ τὴν ἄσκηση. Προϋπόθεση δὲ τῆς βιώσεως τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ διὰ τῶν Μυστηρίων εἶναι ὁἱερὸς ἡσυχασμός, δηλαδὴ ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση. Ἔξω ἀπὸ αὐτὸν τὸν σύνδεσμο Μυστηρίων καὶἀσκήσεως δημιουργεῖται μεγάλο ἐκκλησιολογικὸ πρόβλημα. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ μετοχὴ στὴν Ἐκκλησία χωρὶς προϋποθέσεις, ἡἁπλὴ συμμετοχὴ στὴν θεία Εὐχαριστία καὶἡ αἴσθηση δῆθεν τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, «χωρὶς τὰ στάδια μεθέξεως στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ», εἶναι μία «εὐχαριστιακὴ καὶἐκκλησιολογικὴ εἰδωλολατρία» (π. Ἰωάννης Ρωμανίδης), ἀφοῦ ἡ μετοχὴ στὰ Μυστήρια ἐκλαμβάνεται ὡς μία ἰδεολογικὴ καὶ κυρίως μαγικὴ πράξη.
. Μία τέτοια ἄποψη εἶναι βατικανίζουσα καὶ προτεσταντίζουσα, ποὺ
προωθεῖται σὲ μία οἰκουμενιστικὴ νοοτροπία, γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι μία μεγάλη κυοφορουμένη αἵρεση μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἐπιδιώκει νὰ παραθεωρήση τὴν γνήσια προφητική, ἀποστολική, καὶ πατερικὴ διδασκαλία, δηλαδὴ τὴν ἐκκλησιαστικὴ θεολογία, καὶ νὰ τὴν χαρακτηρίση «μεταπατερική».
. Ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω
γίνεται φανερὸ ὅτι ὅσοι μέχρι τώρα δὲν ἔχουν καταλάβει ἐπαρκῶς τί εἶναι
καὶ τί πρεσβεύει ἡ λεγόμενη «μεταπατερικὴ» θεολογία, μὲ αὐτὰ ποὺ
ἐγράφησαν ἐδῶ μποροῦν νὰ ἀντιληφθοῦν ποιὰ εἶναι ἡ οὐσία τῆς εἰσαγόμενης,
μεταπρατικῆς, «μεταπατερικῆς θεολογίας».
. Ὅσοι διατυπώνουν τέτοιες θεωρίες, στὴν
πραγματικότητα θεωροῦν ὅτι οἱ θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν 3ο
αἰώνα καὶ μετὰ παρεσύρθησαν ἀπὸ (νεο)πλατωνικὲς παραδόσεις, καὶ τώρα βρέθηκαν αὐτοὶ οἱἔξυπνοι, ποὺ κατάλαβαν τὸ λάθος τῶν μεγάλων αὐτῶν Πατέρων καὶ θέλουν νὰἐπαναφέρουν, κατὰ τρόπο προτεσταντικό, τὴν Ἐκκλησία στὴν πρὸ τοῦ 3ου αἰῶνος περίοδο.
. Ὅσοι διακατέχονται ἀπὸ τέτοιες ἀπόψεις δείχνουν ὅτι στὴν πραγματικότητα τοὺς ἐνοχλεῖὁἡσυχασμός,
τὰ περὶ ἱερᾶς ἡσυχίας, καθάρσεως, φωτισμοῦ καὶ θεώσεως, καὶ θέλουν νὰ
ἀποβάλουν αὐτὴν τὴν «ἐκκλησιολογία», γιὰ νὰ μποροῦν νὰ στοχάζωνται περὶ
τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν θείων. Ἂν ὅμως ἀποβάλη κανεὶς τὶς προϋποθέσεις τῆς
ὀρθοδόξου θεολογίας, ποὺ εἶναι ὁ ἱερὸς ἡσυχασμός, τότε ἀνοίγεται
διάπλατα ὁ δρόμος νὰ ἔλθη στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ σχολαστικὴ καὶ ἡ
ἠθικολογικὴ θεολογία τῶν Παπικῶν καὶ τῶν Προτεσταντῶν.
. Αὐτὴ εἶναι, στὴν πραγματικότητα, ἡ ἐκκοσμίκευση στὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν θεολογία ἢ καλύτερα ἡ ἐκκοσμίκευση τῶν ὀρθοδόξων θεολόγων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου