Παρασκευή 24 Ιουνίου 2016

Η ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΩΣ ΘΕΩΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΠΑΛΑΜΑ



Ο άνθρωπος είναι ένα γνωστικό ον. Η γνώση καθορίζει, μεταξύ άλλων, όλους

τους ανθρώπους. Όλοι οι άνθρωποι, λέει ο Αριστοτέλης, έχουν εκ φύσεως πόθον προς

την μάθηση, προς την γνώση. 1 Επομένως, η γνώση είναι μια σφράγιση και μια

ιδιότητα του ανθρώπου από την πρώτη στιγμή της υπάρξεως αυτού. Είναι ένα δομικό

στοιχείο της ίδιας της φύσης αυτού.

Ότι είναι έτσι, το αποδεικνύει όλη η ιστορία της ανθρωπότητας. Πάντα και

παντού αυτός ασχολήθηκε με υπαρξιακά ερωτήματα, προσπάθησε να γνωρίζει την

φύση και το είναι του. Αυτή η απασχόληση δεν είχε πάντα την ίδια μορφή. Ήταν είτε

μια φυσική ενέργεια του απομακρυσμένου ανθρώπου από τον Θεό, είτε ένα

θεολογικό έργο του εν Θεώ ανθρώπου. Κατά συνέπεια, αντιλαμβανόμαστε σχετικά με

την κατάσταση του ανθρώπου δυο μορφές γνώσεως- μια φιλοσοφική (φυσική) και

μια άλλη θεολογική, μια γνώση της φιλοσοφίας που μιλάει περί του Οντος και μια

της θεολογίας μέσου της οποίας ο άνθρωπος μιλάει με το Θεό ως το Απόλυτο Ον.

Η φιλοσοφία συγκεντρώνει και συστηματοποιεί όλα τα συμπεράσματα στα

οποία έφτασε μόνος του ο άνθρωπος σ`αυτή την γνωσιολογική πορεία. Ο άνθρωπος

επιθύμησε δια των φυσικών του δυνάμεων στο περιβάλλον της φιλοσοφίας να

απαντήσει σε όλα τα ερωτήματα περί του όντος, περί της δικής του ύπαρξης. Δια

μέσου της φιλοσοφίας, αυτός προσπάθησε να αντιμετωπίσει τα γνωσιολογικά

προβλήματα ως εξής:


- αν είναι δυνατή η γνώση και μέχρι ποιου σημείου μπορεί να γνωρίζει ο

άνθρωπος- υπάρχει απόλυτη γνώση, η η γνώση είναι σχετική;

- το ζήτημα της πηγής της γνώσης –αν η γνώση προέρχεται από τις αισθήσεις

η από του νου η και από τις δυο αυτές πήγες;

1 Αριστοτέλης, Μετά τα φυσικά, εκ. Πάπυρος, Αθήνα, 1953, σ. 27

1

-το πρόβλημα της εγκυρότητας της γνώσεως-ποιες είναι οι προϋποθέσεις και

τα κριτήρια που εξασφαλίζουν την ισχύ και το κύρος της γνώσης.2

Όμως αυτό που δεν παρατηρούμε να υπάρχει μεταξύ των παραπάνω

ερωτημάτων είναι οι εξής απορίες- γιατί και πως πρέπει ο άνθρωπος να γνωρίζει κάτι

και, αν πρέπει να γνωρίζει κάτι, γιατί πρέπει να γνωρίζει το ον. Με αλλά λόγια, πως

πρέπει να κατανοήσουμε την προσπάθεια του ανθρώπου για να κατέχει το ον, και

γιατί ζει ο άνθρωπος υπό το κράτος αυτού του οντος. Αυτές οι ερωτήσεις αποτελούν

το θέμα της παρούσης ανάλυσης.

Μόνο η θεολογία μπορεί να απαντήσει σε αυτές τις ερωτήσεις, επειδή πέρα

από το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι γνωστικό ον είναι και θεολογικό ον. Πηγάζει

από τον Θεό ως Απόλυτο Ον. Βρίσκουμε, συνεπώς, μια ουσιώδη διάφορα ανάμεσα

στην φιλοσοφία και θεολογία. Μολονότι και οι δυο κλάδοι αναφέρονται στη μάχη

του ανθρώπου για να εξηγήσει την ύπαρξη του και το Απόλυτο Ον, μόνο η θεολογία

απαντάει σ`αυτά τα ζητήματα.

Η φιλοσοφία όπως καταλάβαμε από τις απασχολήσεις της, παραμένει στην

επιφάνεια των προβλημάτων. Παρ`όλα αυτά αυτή και η θεολογία είναι δώρα από τον

Θεό, 3 μόνο που η φιλοσοφία ασχολείται με τα ονόματα ήτοι το εξωτερικόν

περίβλημα, ενώ η θεολογία με τα πράγματα ητοι τα ουσιώδη. 4 Παραμένουν, μολονότι

αυτής της διαφοράς, και οι δυο τρόποι γνώσεως στην υπηρεσία του ανθρώπου. Ήτοι

η φιλοσοφία υπηρετεί την θεία φιλοσοφία. 5

Εφ` όσον τα δώρα του Θεού, αυτά διαιρούνται εις φυσικά και πνευματικά, η

φιλοσοφία είναι φυσικό δώρο6 και η θεολογία πνευματικό. Με αυτή την ιδιότητα ή

φιλοσοφία μπορεί να εισάγει τον άνθρωπο εις την γνώση των όντων, αλλά επειδή

τούτη η γνώση πραγματοποιείται με μια φθαρτή φύση, τέτοια γνώση δεν πρόκειται να

είναι παρά μόνο σχετική και δεν δύναται να ταυτισθεί με την θεια σοφία 7-ούτε η

αγνωσία είναι πάντοτε κάτι κακό, ούτε η γνώση είναι πάντοτε κάτι αγαθόν. 8

Με αλλά λόγια, ενώ η φιλοσοφία αποβλέπει στην έρευνα της φύσεως και της

κίνησης των όντων, επιθυμώντας να φτάσει στην «πραγματεία της αλήθειας», η

2 Θεοδόσης Πελεγρινης, Λεξικό της φιλοσοφίας, εκ. Ελληνικά γράμματα, Αθηνά, 2004, σ. 147

3 Γρηγοριου του Παλαμά, Υπέρ των ησυχαζοντων, επ. Π. Χρήστου, τομ. Α, 2, 1, 4, σ. 468

4 Κλημης ο Αλεξάνδρειας, Στρωματεις, 6, 17, ΒΕΠ 8, 236

5 Π. Χρήστου, Η έννοια της διπλής γνώσεως κατά τον Γρηγοριον Παλαμάν, στο Επιστημονικής

Επετηρις, Θεσσαλονίκη, 1962, σ. 124

6 Γρηγοριου του Παλαμά, Υπέρ των ησυχαζοντων, 2, 1,18, σ. 481-482

7 Του ιδίου, Υπέρ των ησυχαζοντων, 2, 1, 7, σ.471

8 Του ιδίου, Υπέρ των ησυχαζοντων, 1,3 14, σ.424

2

θεολογία αποβλέπει στα αόρατα και στα αιώνια, επιθυμώντας να φτάσει στη

φιλοσοφία του Χριστού. 9

Η εξέταση αυτή δείχνει ότι κατά την διδασκαλία του Γρηγοριου του Παλαμά

η κοσμική γνώση και η θεολογική γνώση διακρίνονται σαφώς και βαδίζουν πολλές

φορές παράλληλα. Ο προορισμός έκαστης εξ αυτών καθορίζει και την άξια της- ενώ

η φιλοσοφία είναι χρήσιμη για τούτο τον βιον, αλλά όχι απαραίτητη για την σωτηρία,

η θεολογία είναι πολυτιμότερα απ`αυτης και αναγκαία για την πνευματική τελείωση

και σωτηρία. 10

Η φιλοσοφία βοηθάει πραγματικά τον άνθρωπο μόνο αν γνώσεις τις οποίες

αποκτά ο άνθρωπος με τις φυσικές του δυνάμεις τις μεταμορφώνει εις θεοειδείς

γνώσεις. 11 Η γνώση των κτισμάτων και των όντων έφερε τους ανθρώπους εις τη

γνώση του Θεού και προ του νόμου και των προφητών, 12 αλλά αυτή η γνώση δεν έχει

σκοπιμότητα αν ο άνθρωπος δεν πραγματοποιεί δια αυτής μια προσωπική σχέση με

τον ίδιο τον Θεό. Ο Θεός, αν και μπορείς να τον πλησιάζεις δια του νου ξέροντας ότι

υπάρχει, δεν τον μεταλαμβάνεις στην ζωή σου. Δεν κοινωνάς με Αυτόν σε μια

προσωπική και οντολογική σχέση παρά μόνο πνευματικά και θεολογικά.. Ο Θεός δεν

είναι μόνο ουσία για να μιλάμε περί Αυτού, όπως κάνει η φιλοσοφία με όλες οι

ουσίες. Αυτός δεν είπε «εγώ ειμί η ουσία» αλλά είπε «εγώ ειμί ο ων» 13που σημαίνει

ότι δεν είναι μια αφηρημένη ύπαρξη που την κατέχεις δια του νου, αλλά είναι

Πρόσωπο το οποίο επιθυμεί να (από)τελέσει μια προσωπική σχέση με όλα τα λογικά

Η παρούσα μελέτη προσπαθεί να παρουσιάσει τις προϋποθέσεις αυτής της

προσωπικής κοινωνίας με τον Θεό που είναι και πραγματική γνώση η θεογνωσία και

πραγματική σχέση με Αυτόν.

Η θεολογική γνώση δεν είναι απλά μια θεωρητική ενασχόληση και ένα έργο

δογματολογων, αλλά ένας τρόπος ζωής,14 είναι η αληθινή ύπαρξη. Η γνώση του Θεού

είναι κατ` εξοχήν προσωπική, οντολογική και θεουμενη. Η γνώση του Θεού δεν

πρόκειται να αποκαλύψει στον άνθρωπο έναν απλό ορισμό περί Αυτού, αλλά να τον

ανυψώσει προς την τριαδική δόξα του Απόλυτου Οντος. Γι` αυτό, η θεολογική γνώση

9 Γρηγοριου του Παλαμά, Κατά Ακίνδυνου 6, 1 apud, Π. Χρίστου, ο.π., σ. 125

10 Του ιδίου, Υπέρ των ησυχαζοντων, 2, 1, 5, σ.469

11 Του ιδίου, Υπέρ των ησυχαζοντων, 1, 1, 9, σ.369-370

12 Του ιδίου, Υπέρτων ησυχαζοντων, 2,3, 44, σ.578

13 Π. Χρίστου, ο.π., σ. 129

14 Νίκου Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία, τομ. Α, εκ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη, 2000,

3

του ανθρώπου ταυτίζεται, όπως θα παρατηρήσουμε, με την θεωση αυτού. Κατά

συνέπεια, μια γνωστική ενέργεια κατευθυνόμενη προς τον Θεό θα είναι μια ενεργεία

που θα οδηγήσει τον άνθρωπο προς την τελείωση και τον αγιασμό αυτού.

α) Οντολογία και γνώση- υπαρξιακές προϋποθέσεις για την γνώση του ανθρώπου

Κατ `αρχάς να δούμε γιατί πρέπει, και γιατί θέλει ο άνθρωπος να γνωρίζει

κάτι, αλλιώς πως εξηγείται η επιθυμία των ανθρώπων για να μάθουν την αλήθεια περί

αυτών και όλης της ύπαρξης.

Θα αρχίσουμε με την παρατήρηση ότι, ενώ η φιλοσοφία επιζητάει γενικά προς

την ουσία των όντων, η θεολογία μεσολαβεί στην σημαντική κατανόηση του ίδιου

του ανθρώπου ως ον, πως θεωρείται, από πού προέρχεται, ποια είναι η κλήση του

κ.τ.λ. Με αλλά λόγια, η θεολογία μας φανερώνει πρώτα από όλα το ίδιο μυστήριο της

ύπαρξης του, πως αποτελείται, ποίες ιδιότητες έχει και από πού, προκείμενου να μας

οδηγήσει προς την Πηγή της ύπαρξης μας. Επομένως, η γνώση του ανθρώπου έχει

οντολογικές συνέπειες και οντολογικά θεμέλια.

Για να μιλάμε περί της γνώσης πρέπει να κατανοήσουμε πρώτα ποιοι είμαστε,

που πορευόμαστε και γιατί, και τι θα πραγματοποιήσουμε γνωρίζοντας κάτι.

Επομένως, θα υπογραμμίσουμε στην αρχή το γεγονός (το οποίο η φιλοσοφία

δεν το έχει υπ`οψη) ότι ο άνθρωπος είναι πλάσμα Θεού. Είναι δημιουργημένος

κατ`εικονα 15 του Θεού, τείνοντας προς το καθ`ομοιωση. Είναι μια λογική ύπαρξη

ενός προσωπικού Όντος, το οποίο θέλει να κοινωνάει και σε αλλά πρόσωπα το

μυστήριο της αγάπης και χαράς Αυτού. Έχει, λοιπόν, θεϊκά και κτιστά ιδιώματα και

υπάρχει προσανατολισμένος προς την Πηγή της ζωής του. Πρέπει να Τον γνωρίζει

για να εκπληρωθεί ως ύπαρξη, πρέπει να κοινωνάει με Αυτόν για να τελειωθεί.

Κατόπιν τούτου, όπως εννοείται, δεν γίνεται να μιλάμε για τον άνθρωπο χωρίς

να ξέρουμε ποιος Θεός τον δημιούργησε, να ξέρουμε ποια είναι η σχέση του με τον

ίδιο τον Θεό. Η κατανόηση του ανθρώπου και των πράξεων αυτού συνδέεται με την

προσέγγιση του μυστήριου του Θεού.

Ο άνθρωπος κτίσθηκε από ένα τριαδικό Θεό, ένα Θεό που έχει μια απλή

ουσία εκφραζόμενη σε τρεις Υποστάσεις. Ένα Θεό που μεταλαμβάνεται από τους

ανθρώπους, λόγω των άκτιστων ενεργειών αυτού, που πηγάζουν από την ουσία του.

15 Αγ. Γρηγοριος ο Παλαμάς, Ομιλίες, ΕΠΕ 11, σ.523

4

Η ύπαρξη του εικονίζει την ύπαρξη του Θεού με τον οποίο καλείται να

πραγματοποιεί μια σχέση αγάπης, κοινωνίας. Η γνώση του Θεού, σ`αυτές τις

συνθήκες, και όχι μόνο του Θεού, έχει ένα οντολογικό χαρακτήρα. Η γνώση σ`αυτό

το επίπεδο έχει την μορφή της κοινωνίας και της αγάπης, η γνώση του Θεού είναι και

φωτισμός και θεωση- είναι η πραγματική τελείωση του ανθρώπου.

Να δούμε παρακάτω, από πού προέρχεται η ανάγκη του ανθρώπου για την

Είπαμε ότι ο άνθρωπος είναι ένα κτιστό ον, ον που εικονίζει το Απόλυτο Ον.

Είναι κατ`εικονα Θεού καλούμενος να γίνει καθ` ομοίωση, να αποκτά και να

κοινωνάει όλες τις θεϊκές ενέργειες Του. Αυτό πρέπει να γίνει, επειδή δεν κτίσθηκε

να παραμείνει μια απλή εικόνα του Θεού, αλλά να μεταλαμβάνει την ζωή του Θεού.

Για αυτό πλάσθηκε γνωστικό ον, για να προχωράει σ`αυτή τη θεϊκή ζωή, να μπορεσει

να δει τον Θεό «καθώς εστίν» (Ι Κορ. 13, 17) Όσον αφορά την ανάγκη του ανθρώπου

για την γνώση, αυτή εξηγείται δια της εικονικής ύπαρξης αυτού. Ο άνθρωπος είναι

γνωστικό ον, γιατί ο Θεός είναι ένα γνωστικό Ον, αν και η γνώση στο θειο επίπεδο

έχει άλλη διάσταση.

Ο Θεός ως τριαδικό Ον καθορίζεται, μεταξύ άλλων, και δια της γνώσης. Κάθε

τριαδική Υπόσταση γνωρίζει την άλλη, 16 και μεταλαμβάνει από την άλλη τα

προσωπικά και μοναδικά τις δώρα. Δεν έχει την μορφή της ανθρώπινης γνώση, αλλά

είναι θεϊκή γνώση. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε ποια είναι η σχέση που

δημιουργείται μεταξύ των θειων Προσώπων δια αυτής της τριαδικής γνώσης, ούτε

πως πραγματοποιείται. Αντιλαμβανόμαστε μόνο ότι τα Πρόσωπα της Άγιας Τριάδος

μ`ένα θειο και μυστικό τρόπο αλληλογνωριζονται.

Τα Πρόσωπα της Άγιας Τριάδος συνυπάρχουν έχοντας ως εσωτερικό «νόμο»

την πορεία προς κάτι (προς κάποιον άλλο πρόσωπο). Ο π. Στανιλοαε υπογραμμίζει

σχολιάζοντας τον Αγ. Παλαμά ότι η ουσία του Θεού προϋποθέτει την σχέση και την

κοινωνία, προσδιορίζει τον Θεό να είναι «προς τι». «Προς τι» από το inter-

υποστατικό εσωτερικό Του. 17 Χωρίς αυτό το δομικό στοιχείο ο Θεός δεν θα

μπορούσε να υπάρχει ως Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα. 18 Και πέρα από αυτό, ο

16 D. Stãniloae, Τeologia Dogmatica Ortodoxa, EIB, Bucuresti, 1996, σ.206

17 D. Stăniloae, παραμποπη 127, στο Φιλοκαλία, Η ζωή και τα συγγράμματα του Άγιου Γρήγορου του

Παλαμά, εισαγωγικός λόγος, τομ. Ζ, ed. Humanitas, Bucuresti, 1999, σ.506

18 Του ιδίου

5

Θεός έχοντας την εσωτερική δομή αυτή για να είναι «προς τι», μπορεί να είναι και

«προς τι» από το εξωτερικό Του.19

Ο άνθρωπος από τη άλλη πλευρά, ως εικόνα Θεού καθορίζεται, αν και σ`ένα

κτιστό επίπεδο, από την ίδια δομή. Και αυτός πρέπει να υπάρχει προς τι, από τον

εαυτό του και από το εξωτερικό του. Έτσι, μπορεί να γνωρίζει και τους άλλους

ανθρώπους και όλα τα κτιστά πράγματα που είναι έξω από αυτόν, αλλά και τον Θεό

που είναι και μέσα και έξω από τον ίδιο. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη να γνωρίζει για να

πλησιάζει τον Θεό που έρχεται προς αυτόν.

Για αυτή την γνωστική ενέργεια του ανθρώπου υπάρχουν και άλλα θεολογικά

δεδομένα. Αυτά είναι οι ενέργειες του Θεού και οι λόγοι των όντων, που

μεσολαβούνε στην κοινωνία με τον Θεό, την γνώση Του ως αγάπη. Η πρώτη

αφετηρία είναι αυτή των ενεργειών. Αυτές παίζουν ένα πάρα πολύ σημαντικό ρόλο

στη γνωστική άνοδο προς τον Θεό. Το γεγονός ότι είναι άκτιστες, είναι ουσιώδες. Αν

θα ήτανε κτιστές, όπως άλλωστε πίστευαν και πιστεύουν οι Λατίνοι, τότε μεταξύ

ανθρώπων και Θεού (πηγή αυτών των ενεργειών) δεν θα υπήρχε γνώση, 20 αλλά

αναγνώριση, θα ήταν μέρος από τον κτιστό μας κόσμο. Δεν θα ήταν κάτι καινούριο

και απαραίτητο για την οντολογική μας ανάπτυξη. Η γνώση είναι η υπαρξιακή

προσχώρηση σ`ένα μυστήριο, αλλά όχι μάθηση μιας αλήθειας. Είναι η σχέση με την

Αλήθεια. Αν οι ενέργειες θα ήταν κτιστές, η γνώση δεν θα υπήρχε.

Επομένως, αν τα κτιστά όντα και ειδικά οι άνθρωποι έχουν σχέση με τον Θεό,

η σχέση αυτή αναφέρεται αποκλείστηκα στις μεθεκτες θειες ενέργειες. 21 Η γνώση

του ανθρώπου ως μέθεξη δια των ενεργειών στο θεϊκό Είναι, έχει σ`αυτες τις

συνθήκες, δυο διαστάσεις. Μια που πραγματοποιείται σε σχέση με τις θειες ενέργειες

που ο Θεός μας τις κοινωνάει, και η άλλη διάσταση αποτελείται από την ανακάλυψη

αυτών των ενεργειών στην ίδια την δομή και ύπαρξη μας ως κτιστά όντα. Εμείς ως

άνθρωποι και γενικά όλα τα κτιστά όντα, πλασθήκαμε δια των θειων ενεργειών.

Αυτές οι ενέργειες, ως ουσιώδεις και φυσικές κινήσεις της θειας ουσίας, υπάρχοντες

και προ του κόσμου22, στον κατάλληλο χρόνο πραγματοποιούν το θέλημα του Θεού

να πράξει «εκ του μη οντος» τα κτιστά όντα. 23 Οι θειες ενέργειες δεν αποτελούν μόνο

19 Του ιδίου

20 Νικολάου Νικολαιδη, Η υπό του Οντος εξ ουκ όντων δημιουργία των όντων, κατά τον Γρηγοριο

τον Παλαμά, στο Ο άγιος Γρηγοριος ο Παλαμάς στην ιστορία και το παρόν, εκδ. Ιερά Μέγιστη Μόνη

Βατοπαιδιου, Άγιον Όρος, 2000, σ. 295

21 Περί θειων ενεργειών 41, Π. Χριστού, τομ.Β, σ.126

22 Του ιδίου, 21, τομ. Β, 112

23 Νικολάου Νικολαιδη, ο.π., σ. 293

6

τη μεθεκτη πραγματικότητα του Θεού, αλλά και την ίδια την ύπαρξη μας, είναι μέσα

μας, και δια αυτών υπάρχουμε. Αυτό το στοιχείο, χωρίς αμφιβολία, είναι μια από τις

πιο σημαντικές οντολογικές προϋποθέσεις για το γνωστικό έργο του ανθρώπου.

Αυτός δεν καλείται να γνωρίζει έναν ξένο και αμεθεκτο Θεό, αλλά έναν Θεό που

είναι δια των ενεργειών Του η αιτία και η συνεχής υποστήριξη μας -υπάρχει μέσα μας.

Για τούτο το πράγμα οι ενέργειες λέγονται και «ουσιωσεις, ζωωσεις,

σοφοποιησεις»24

Άλλο ένα θεολογικο υποβαθρο της συμμετοχης του ανθρώπου δια της

γνωσεως στο θεϊκό μυστήριο το αποτελει η υπαρξη των λόγων των όντων. Αυτοί

υπήρχαν αιώνια στην δημιουργική βούληση του Θεού 25 και καθιστούν όλη την

κτιστή πραγματεία του Θεου. Αυτοί αποτελούν την λογική της κτισεως, την

λογιότητα της. Οι λόγοι των όντων μας φανερώνουν το νόημα της κτίσεως και

ταυτόχρονα το νόημα της ύπαρξης μας. Είναι και πέρα από αυτό πηγή θεογνωσίας

γιατί κάθε ον έχει θεια κατασκευή. Αυτό το λέει ο Άγιος Παλαμάς—«Δια της

γνώσεως των όντων προς τον αίτιον των όντων αναγεσθαι τους γε αληθείς

φιλόσοφους» 26

Η λογιότητα του κόσμου και ειδικά του ανθρώπου κάνει δυνατή την

πρόσβαση αυτού στο θεϊκό Ον, στο θειο Λόγο της Άγιας Τριάδος. Αυτός ο Λόγος

είναι η αιτία και πηγή των λόγων. Η κατανόηση και γνώση των λόγων των όντων θα

είναι και η γνώση σ`ένα οντολογικό και πνευματικό επίπεδο, του Λόγου ως πηγή

αυτών. Ο κόσμος σ`αυτή την ενέργεια γίνεται το μέγα δείγμα του Θεού και ο

ουράνιος κήρυξ Αυτού, 27 η κτίση καθώς και ο άνθρωπος, ως ανακεφαλαίωση και

επίλογος αυτής, «οιονεί γαρ τι σύγγραμμα… αυθυποστάτου Λόγου».28

Κλείνοντας, επαναλαμβάνουμε ότι η γνωστική ιδιότητα του ανθρώπου έρχεται

από την θεϊκή δημιουργία του, όντας μια ύπαρξη κατ`εικονα του Απόλυτου Οντος. 29

Ο άνθρωπος είναι γνωστικό ον επειδή και ο Δημιουργός του είναι γνωστικό Ον, και

επειδή εξαρτάται ως ύπαρξη από αυτό το Ον. Όλες οι γνωστικές ενέργειες του

ανθρώπου έχουν οντολογικές συνέπειες και βάσεις. Η γνώση δεν είναι μια πράξη

24 Περί ενώσεως και διακρίσεως 13, Π. Χριστού, τομ. Β, σ.78

25 Προς Ακίνδυνον αντιρρητικός Ε, 12,44, Π. Χρίστου, τομ. Γ, σ. 320-321

26 Υπέρ των ησυχαζοντων, 1,1,16, Π. Χρίστου, τομ. Α, σ. 380

27 Αγ. Γρηγοριος ο Παλαμάς, Ομιλία ΝΓ, apud. τον Μητρ. Αμφιλοχιου Ραντοβιτς, Το μυστήριο της

Άγιας Τριάδος κατά τον Άγιον Γρηγοριον τον Παλαμάν, Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικων Μελετών,

Θεσσαλονίκη, 1991, σ. 39

28 Προς Βαρλαάμ 24, Συγγρ. Α, σ.274

29 Μητρ. Αμφιλοχιου Ραντοβιτς, ο.π., σ.47

7

ουδέτερη για τη ύπαρξη του ανθρώπου, αλλά έχει οντολογική σημασία. Αυτό επειδή

σε σχέση με τον Θεό η γνώση του είναι ταυτόχρονα και κοινωνία και αγάπη, είναι

δηλαδή η τέλεση και πραγματοποίηση του προορισμού του ανθρώπου.

β) Η οντολογία η η υποστατική αρχή του όντoς-τριαδική και ανθρωπολογική

προοπτική του είναι

Αν στις παραπάνω παρατηρήσεις προσπαθήσαμε να υποδείξουμε ποία είναι

τα οντολογικά θεμέλια της γνώσεως, γιατί υπάρχει γνώση και γιατί πρέπει ο

άνθρωπος να γνωρίζει κάτι, να δούμε στη συνεχεία ποια είναι, κατ`αρχας, η μορφή

αυτής της γνώσεως και μετά να υπογραμμίσουμε τις απαιτήσεις πραγματοποίησης

Η μορφή της γνωστικής πραγματείας είναι προσωπική η υποστατική. Και ο

άνθρωπος και ο Θεός τον οποίο πρέπει να τον γνωρίζει ο άνθρωπος είναι πρόσωπα.

Είναι γεγονός ότι μια ουσία δεν υφίσταται παρά μόνο εις μια υπόσταση. Έτσι και ο

Θεός με την απρόσιτη Του ουσία και ο άνθρωπος με τη κτιστή του ουσία υπάρχουν

εν υποστασει. Το πρόσωπο διασώζει την γνώση από μια αφαίρεση της, όπως την

αντιλαμβανόμαστε στην αρχαία φιλοσοφία. Η γνώση ήταν μια κατανόηση μερικών

ανυπόστατων ιδεών, μια αφηρημένη γνώση ενός απρόσωπου Οντος.

Εις το παραδοσιακό πνεύμα της χριστιανικής διδασκαλίας, ο Γρηγοριος ο

Παλαμάς μιλάει για έναν Θεό εν Υπόστασει, ένα προσωπικό Θεό. Μιλάει για ένα

Θεό με τρία Πρόσωπα που έχει προσωπικές σχέσεις με τον άνθρωπο. Δεν είναι το

όντως ον της κλασικής φιλοσοφίας, αλλά ο Ων,30 όπως ανακαλύφθηκε στον Μωυση

όταν του είπε- «Εγώ ειμί ο Ων». Αυτός ο Ων κατανοείται ως πρόσωπο όχι από την

ύπαρξη της ουσίας Του, αλλά η ουσία κατανοείται από την ύπαρξη Του ως

πρόσωπο.31

Ο οντολογικός δεσμός ως γνώση μεταξύ ανθρώπων και Θεού, δεν

πραγματοποιείται μόνο επειδή ο Θεός είναι Πρόσωπο, αλλά και επειδή Αυτός

υποστασιαζει μια δυναμική ουσία, όχι αφηρημένη, μια ουσία που μεταλαμβάνεται ως

πρόσωπο δια των ενεργειών της. Χωρίς αυτή την βάση, της διάκρισης μεταξύ ουσίας

και ενεργειών δεν δύναται να υπάρχει καμία προσωπική ένωση και γνώση ανάμεσα

30 Γεώργιος Μαρτζελος, Ορθόδοξο δόγμα και θεολογικός προβληματισμός, εκ Πουρναρα,

Θεσσαλονίκη, σ. 58

31 Υπέρ των ησυχαζοντων Ι, 3, 2, 12, σ. 666

8

στον άνθρωπο και στον Θεό. Μόνο επειδή και ο Θεός και ο άνθρωπος είναι πρόσωπα

δύναται να γίνει η γνώση και η τελείωση του ανθρώπου. Και μόνο επειδή ο Θεός

εκφράζει την ουσία Του ως πρόσωπο δια των άκτιστων ενεργειών μπορεί να ενωθεί

με τον άνθρωπο χωρίς να διαλυθεί. Κατά τον Παλαμά αυτές οι ενέργειες ως θεοποια

δώρα είναι ενυπόστατες, όχι γιατί θα κατείχαν υπόσταση, αλλά επειδή ενώνονται και

μεταλαμβάνονται σε μια συγκεκριμένη ανθρώπινη υπόσταση.32

Το γεγονός ότι είναι Πρόσωπο προσδιορίζει τον τρόπο της κοινωνίας Του με

τους ανθρώπους, κοινωνία που πραγματοποιείται σ`αυτες τις συνθήκες, μ`ένα πλήρη

τρόπο. Αν οι ενέργειες Του είναι αχώριστες από την ουσία Του, σημαίνει ότι σε κάθε

προσωπική πράξη και ενέργεια είναι παρών ο Θεός πλήρης, όλο το είναι Του

βρίσκεται σ αυτή την πράξη, όμως κάθε φορά διαφορετικά. Είναι προφανώς ότι σε

κάθε πράξη ενός προσώπου βρίσκεται όλο το πρόσωπο, αν και με άλλο τρόπο. Η

ουσία είναι ολόκληρη σε κάθε ενέργεια, και παρ`όλα αυτά αυτή παραμένει μια

άπειρη πηγή γνώσεως που μπορεί πάντα να εκφρασθεί σε άλλες και διάφορες μορφές

και ενέργειες. 33

Το Πρόσωπο βρίσκεται στη βάση της γνώσεως του Θεού εν ταις ενέργειαις

Αυτού. Μεταλαμβάνουν τους χαρακτήρες της υπόστασης από τη υπόσταση, που δεν

είναι η ίδια υπόσταση. Δεν γίνεται να μεταλαμβάνει η ίδια η υπόσταση, επειδή τότε

το μυστήριο της θα διαλυθεί.34 Όποτε η γνώση έχει μια άπειρη διάσταση, λόγω της

αποφατικής δομής του προσώπου.

Όλα όσα είπαμε για τον Θεό, περί της υπόστασης και των ενεργειών ισχύουν

και στη περίπτωση του ανθρώπου, διαφέρουν μόνο στο ουσιώδες επίπεδο της ουσίας.

Η μια ουσία του Θεού που είναι θεϊκή, απόλυτη και η άλλη του ανθρώπου που είναι

κτιστή, ανθρώπινη. Αυτή η διάκριση, πράγματι, κάνει δυνατή τη κοινωνία μεταξύ

των δυο ειδών προσώπων, κοινωνία που γίνεται ένας συνεχής διάλογος γνώσεως.

Πάντα θα γνωρίσουν, και ο άνθρωπος τον Θεό και ο Θεός τον άνθρωπο. Αυτό είναι

το μυστήριο της κτίσεως ότι ο Θεός δεν δημιούργησε ένα αντικείμενο, αλλά ένα

υποκείμενο ένα πρόσωπο το οποίο και για Αυτόν παραμένει ένα μυστήριο.

Κατά συνέπεια, θα τονίσουμε το γεγονός ότι η γνώση, αντί να είναι μια

ιδεολογική κοσμοθεωρία περί του κόσμου και του οντος, είναι μια προσωπική επαφή

και κοινωνία με τον Θεό. Γνωρίζουμε έναν Θεό που είναι όπως εμείς Πρόσωπο και το

32 Του ιδίου, 3, 1, 9, τομ. Α, σ. 623

33 D. Stăniloae, Η ζωή και τα συγγράμματα του Άγιου Γρηγοριου του Παλαμά…ο.π., σ. 225

34 D. Stăniloae, παραπομπή 77, ο.π., σ.401

9

οποίο μπορεί πάντα να μας αποκαλύψει θεϊκά μυστήρια με οντολογική σημασία για

την ανάπτυξη και για το γίγνεσθαι μας. Γνωρίζουμε μια Τριάδα Προσώπων μεταξύ

των οποίων υπάρχει επίσης μια γνωστική ενέργεια, μια Τριάδα που το κάθε Πρόσωπο

υποστασιοποιει μια και μοναδική, άπειρη και θεϊκή ουσία. Η σχέση μας με τον Θεό

βασίζεται σ`αυτή την ουσία η οποία υφίσταται εν υπόστασει και η οποία κάνει και

την υπόσταση να είναι άπειρη και αποφατική. Τον πλησιάζουμε δια των ενεργειών

που προέρχονται από την ουσία Του, ενέργειες που θα αποτελούν για πάντα μια πηγή

γνώσεως.

Να παρατηρήσουμε ποιος είναι ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της γνώσης και

ποιες είναι οι προϋποθέσεις αυτής.

γ) Θεολογική γνωσιολογία ως υπαρξιακή μέθεξη του θεϊκού Είναι-χριστολογικη

προσέγγιση

Από όσα έχουμε πει έως εδώ, συμπεραίνουμε ότι η γνώση είναι μια πράξη

θεολογική και υπαρξιακή. Στοχεύει στην τελείωση μας και την εκπλήρωση της

κλήσης μας για να αυξάνουμε «δε εν χαριτι και γνώσει του Κυρίου». (Β Πετ. γ, 18) Η

δυνατότητα πραγματοποίησης αυτής της γνώσεως συνδέεται όπως το υπογραμμίσαμε

ήδη, με την ουσία η οποία βρίσκεται στην βάση του θεϊκού Οντος. Η μέθεξη του

Οντος θα είναι η συμμετοχή του ανθρώπου στη ύπαρξη Του. Ο Ων θα θεωρηθεί (θα

γνωρισθεί), όχι η ουσία.35 Τούτο σημαίνει ότι ο Θεός ως ύπαρξη μπορεί να έρθει εις

επαφή και κοινωνία με τους ανθρώπους παραμένοντας αμεθεκτος και απρόσιτος στην

ουσία Του.36

Η γνώση είναι, λοιπόν θεολογική επειδή σκοπεύει στην ανακάλυψη του Θεού,

έργο που θα τον οδηγεί στην τελείωση του. Ο Θεός καλεί τον άνθρωπο να τον

γνωρίζει και να ενωθεί με Αυτόν. Αυτή η εργασία δεν γίνεται μόνο από τη πλευρά

του ανθρώπου. Και ο Θεός συμμετέχει σ`αυτό το εργο προσφέροντας στον άνθρωπο

την γέφυρα μέσω της οποίας θα μπορέσει να ανέβει προς Αυτόν και να Τον

προσεγγίσει. Αυτή η γέφυρα είναι ο Υιός Του, Τον οποίο τον παραδίδει για να

φτάσουμε «εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνωσεως του Υιού του Θεού, εις

άνδρα τελειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» Εφ.4, 13

35 Γεωργίου Μαντζαριδη, Η περί θεωσεως του ανθρώπου διδασκαλία Γρηγοριου του Παλαμά,

Θεσσαλονίκη, 1963, σ. 104

36 J. Meyendorff, Introduction a l`etude de Grigoire Palamas, Paris, 1959, σ. 292

10

Ο Θεός μας βοηθάει σ`αυτή την οδό της θεογνωσιας δια του Λογου του, μας

μιλάει δι`Αυτου για να Τον κατανοησουμε. Μας χαριζει έναν Διδασκαλο

θεογνωσίας,37 έναν που ήξερε τα ενδόμυχα και τα βάθη του Θεού, και θα μπορουσε

να Τον εκφράζει λογικά για την κατανόηση και τον νουν του ανθρώπου. Η θεογνωσία

είναι, επομένως, ένας λογικός διάλογος μεταξύ ανθρώπου και Θεού. Είναι μια

συμμετοχή στο μυστήριο της θεότητας της Άγιας Τριάδος.

Αυτό δεν έγινε όμως διδακτικά, αλλά οντολογικά. Ο Λόγος δεν περιμένει

κάπου μακριά από τον άνθρωπο να τον διδάσκει το μυστήριο του θεϊκού Οντος, αλλά

ενσαρκώνεται παίρνοντας ανθρώπινη μορφή. Άνθρωπος και Θεός, ο Χριστός

διδάσκει από τη εμπειρία Του σαν Άνθρωπος, δηλαδή πως γνώρισε Αυτός τον Θεό ως

Άνθρωπος, έτσι η λειτουργία Του φαίνεται να είναι πιο αντικειμενική.

Η θεογνωσία, επί τέλους, είναι καρπός εμπειρίας του Χριστού, συνέπεια της

κοινωνίας του Χριστού στην ζωή μας. Η θεογνωσία δεν είναι κάτι κατ`εξοχην

νοητικό, αλλά εξαιρετικά κάτι πνευματικό. Η θεογνωσία του Χριστού ως

Θεάνθρωπος είναι μέσον απόκτησης των αγαθών του Θεού, των θεοποιών και

άκτιστων δωρεών Του. Μετέχων ο άνθρωπος στη θεϊκή χάρη του Χριστού, όχι μόνο

γνωρίζει τον Θεό, αλλά αποκτά υπερφυσικές ιδιότητες. 38

Χωρίς να σταματήσει να είναι κτιστός σε αυτή την διαδικασία της θεογνωσίας,

ο άνθρωπος πλημμυρίζεται από τις άκτιστες ενέργειες του Χριστού. Η ζωή του

Χριστού εις την ζωή του ανθρώπου έχει ως συνέπεια την μεταμόρφωση του

ανθρώπου κατά την μορφή του Θεανθρώπου Χριστού. Αν εν Χριστώ ο Άνθρωπος και

ο Θεός έχουν κοινή άκτιστη ενέργεια και ζωή, εν ανθρωπω αναζητούμενο τον Χριστό

θα ενεργεί την ίδια ενέργεια και ζωή του Χριστού. Η θεια ενέργεια υπάρχει εντός του

ανθρώπου, έτσι δι`αυτου ενεργεί ο ίδιος ο Θεός. 39 Ενώ παραμένει άνθρωπος εντός

του παρόντος κόσμου έχοντας την επίγεια ζωή, καθίσταται κοινωνός της αιδιοτητος

και μετέχει την ζωή της θεότητας. 40

Κατόπιν τούτου, η διδασκαλία του Παλαμά περί του άκτιστου χαρακτήρας

της εν Χριστώ ζωής του πιστού, συνιστά ανθρωπολογική εφαρμογή του τριαδικού και

χριστολογικου δόγματος. Γύρω σ`αυτά τα δυο δόγματα περιστρέφεται όλη η ζωή της

Εκκλησίας στην οποία τελείται η θεωση και η τελείωση του ανθρώπου. 41

37 Υπέρ των ησυχαζοντων, 2,3,46 τομ. Α, σ. 579

38 Γ. Μαντζαριδη, ο.π., σ. 110

39 PG 91, 1076C

40 Γ. Μαντζαριδη, ο.π., σ. 110

41 Του ιδίου

11

Κατά συνέπεια, η πραγματική γνώση την οποία μπορεί και καλείται να την

αποκτάει ο άνθρωπος προσδιορίζεται από την εν Χριστώ ζωή, και από την συμμετοχή

του στο μυστήριο της Εκκλησίας. Η γνώση είναι κατ`εξοχην εκκλησιαστική, επειδή η

ζωή του Χριστού βιώνεται εις την Εκκλησία. Από αυτό το σημείο ανοίγονται παρά

πολλά θεολογικά και πνευματικά θέματα. Η γνώση ταυτίζεται με την πνευματική ζωή

του ανθρώπου και, περί της γνώσεως δεν μπορούμε να μιλάμε αυθεντικά παρά μόνο

στο ασκητο-μυστικό πλαίσιο της χριστιανικής διδασκαλίας.

δ) Η γνώση ως θεωρία των θειων Προσώπων, ήτοι η θεοπτια

Ο άνθρωπος όντας μια εικονική ύπαρξη θα έπρεπε να τείνει συνεχώς προς το

Πρωτότυπο του. Και επειδή το Μοντέλο του είναι μια τριαδική Ύπαρξη, ένας Θεός

με τρεις Υποστάσεις, ο άνθρωπος θα βρεθεί πάντοτε σε μια οντολογική ένταση που

σκοπεύει την γνώση των τριών θεϊκών Προσώπων. Θα επιθυμεί πάντοτε να φτάσει σε

μια τέλεια προσωπική σχέση με τα θεϊκά Πρόσωπα.

Αυτή η οδός της θεογνωσίας έχει ως πνευματικό τέλος την θεωρία των θειων

Προσώπων, θεωρία που είναι η πλήρης γνώσης αυτών. Ο άνθρωπος θα έπρεπε να

φτάσει στο ύψος των αγγέλων που θεωρούν το Πρόσωπο του Θεού. ( Μθ. 18, 10) Η

θεωρία η η θεοπτια όπως την ονομάζουν ειδικά οι νηπτικοί πατέρες της Εκκλησίας,

αποτελεί τη στοχευση των ανθρώπων. Είναι μια κατάσταση τελειότητας στην οποία ο

άνθρωπος χαίρεται από την ζωή του τριαδικού Θεού ως φως. Είναι μια θεωρία εις το

άκτιστο φως της θεότητας, του ιδίου Θεού.

Η θεοπτια είναι για τον Γρηγοριο τον Παλαμά η τέλεια οδός προς την

πραγματική και αληθινή γνώση του Θεού. Η θεωρία είναι γνώση πέρα από

οποιαδήποτε γνώση, και την ονομάζουμε γνώση μόνο συμβολικά, μεταφορικά,

«καθ`υπεροχην»42 Αυτή δεν σημαίνει ότι η θεωρία του Θεού είναι αγνωσία, επειδή

αν και λέει ότι είναι πέρα από οποιαδήποτε γνώση, κάπου αλλού λέει ότι είναι η

πραγματική γνώση περί της ύπαρξης του Θεού.

Από την άλλη πλευρά, η γνώση δεν μπορεί να είναι το τελευταίο σημείο της

εκπλήρωσης του ανθρώπου, διότι όπως παρατηρεί ο ίδιος ο Γρηγοριος, αν και είναι

πνευματική, είναι πιο κάτω από το φως του Θεού το οποίο καλείται ο άνθρωπος να το

βιώνει. Η γνώση είναι μια φυσική δύναμη η οποία γίνεται πνευματική δια του Φωτός

του Χριστού. Άλλωστε ο ίδιος ο Απ. Παύλος λέει ότι ο Θεός «έλαμψεν εν ταις

42 Υπέρ των ησυχαζοντων, 2, 3, 17, τομ. Α., σ. 553

12

καρδιαις ημών προς τον φωτισμον της γνώσεως...» ( Β Κορ. 4, 6). Η γνώση μας

φωτίζεται από το αιδιο φως της θεότητας. 43Κάτι άλλο είναι η γνώση, και κάτι άλλο

το πνευματικό φως. Αν την πρώτη την κατέχει ο κάθε άνθρωπος, το φως που

μεταμορφώνει την γνώση προς την γνώση της δόξας του Θεού μόνο οι πνευματικοί

άνθρωποι το αποκτούν. 44

Επομένως δεν μιλάμε μόνο για μια αληθινή γνώση που πραγματοποιείται δια

της θεοπτιας, αλλά μιλάμε και για μια αύξηση και άνοδο του ανθρώπου από την

γνωστική του στάση προς την θεωρητική. Μιλάμε για μια μεταμόρφωση της γνώσεως

ως φυσική δύναμη του ανθρώπου, προς μια πραγματική γνώση εις το φως των

Προσώπων της Άγιας Τριάδος.

Η φυσική γνώση περί Θεού, η η καταφατική θεολογία κατά τον Παλαμά

δύναται να πραγματοποιηθεί και από τους ανθρώπους που δεν καθάρισαν την ψυχή

τους από τα πάθη, ενώ η πνευματική γνώση ως αποφατική θεολογία η ως θεοπτια,

γίνεται δια της ενώσεως του Ανθρώπου με τον Θεό.45

Η ενωτική γνώση είναι η τέλεια γνώση επειδή αποτελεί τη κορυφή της

προσωπικής σχέσης μεταξύ ανθρώπων και Θεού. Η πραγματική γνώση είναι μια

θεωρία των θεϊκών Προσώπων με τα οποία ο άνθρωπος βρέθηκε σε προσωπικές

σχέσεις όλη την πνευματική του άνοδο. Αν στην αρχή η γνώση ήταν συμβολική, «εν

αινιγματι» όπως λέει ο Απ. Παύλος, η ένωση του με τον Θεό είναι μια γνώση

«πρόσωπον προς πρόσωπον» ( Α Κορ. 13, 12)

Η θεοπτια, η θεωρία του θειου φωτός δεν είναι μια αφηρημένη δράση. Ο

άνθρωπος δεν θεωρεί ένα απλό και φυσικό φως, αλλά ένα θειο και ενυποστατο φως, 46

ένα φως που μεταλαμβάνεται δια του Προσώπου. Έτσι, δυνάμεθα να μιλήσουμε για

μια προσωπική θεωρία του Θεού για μια προσωπική γνώση του Θεού. Ο άνθρωπος

δεν γνωρίζει την ουσία του Θεού, αλλά τις ενέργειες Αυτού. Το φως είναι ο τρόπος

εκφράσεως των ενεργειών του Θεού. Δεν είναι ένα αφηρημένο φως, καθώς δεν είναι

έτσι ούτε οι ενέργειες Του. Είναι ένα ενυποστατο φως, ένα φως των Προσώπων της

Άγιας Τριάδος. Η θεωρία αυτού του άκτιστου φωτός, είναι η θεωρία των θειων

Προσώπων και, ταυτόχρονα, μια ενωτική γνώση αυτών των Προσώπων.

43 Αγ. Γρηγοριος Παλαμάς , apud D. Stăniloae, Calea spre lumina la Sf. Grigore Palama, στο

Anuarul Institutului Teologic Sibiu, nr. VI, 1930, σ. 67

44 Του ιδίου, σ. 67

45 Υπέρ των ησυχαζοντων, 1, 3, 42. σ.453

46 D. Stãniloae, παραπομπή 102, ο.π., σ.309

13

Η προσωπική ένωση με τον Θεό, από την άλλη μεριά, εισάγει εις το θέμα μας

άλλη ουσιώδη διάσταση της τελείωσης του ανθρώπου που είναι η θεωση. Η θεωση

όπως αντιλαμβανόμεθα ταυτίζεται με την θεοπτια και με την αληθινή γνώση περί του

Οντος. Κατά συνέπεια, δεν μπορούμε να μιλήσουμε περί της γνώσεως χωρίς να την

προσεγγίσουμε από την όψη της θεωσης.

ε)Η θεωση- προσωπική γνώση του θειου Όντως

Η θεωση είναι ένα μυστικό γεγονός, είναι η εκπλήρωσης της κλήσης και του

προορισμού του ανθρώπου. Κατά τον Παλαμά η πραγματοποίηση αυτή εξαρτάται

από τις ενέργειες του Θεού, οι θεουμενες ενέργειες οι οποίες πηγάζουν όπως το

έχουμε τονίσει από την ουσία Του.47

Η θεωση είναι, με αλλά λόγια, η τελείωση του ανθρώπου από την διάσταση

της ικανότητας του να συμμετέχει στο θειο Ον ως Τριάδα Προσώπων. Είναι όπως

παρατηρεί ο π. Στανιλοαε η πλήρης ικανότητα αυτού για να κοινωνεί από τις θεϊκές

του Θεού ενέργειες. Ο θεουμενος άνθρωπος μπορεί σ`αυτή την κατάσταση να

συμμετέχει πλήρως στη ζωή του Θεού. Επομένως η θεωση είναι μόνο η αρχή της

θεουμενης πραγματείας του Θεού προς τον άνθρωπο.48

Η θεωση είναι η τέλεια σχέση με τα τριαδικά Πρόσωπα, προσωπική σχέση

που εννοείται ως μια θεωρία πρόσωπον προς πρόσωπον. Είναι η τέλεια θεογνωσία

επειδή ο άνθρωπος γνωρίζει πραγματικά τον Θεό. Η θεωση είναι η αληθινή γνώση, η

οντολογική γνώση, επειδή ο άνθρωπος γνωρίζει τον ίδιο τον Κτιστή του. Γνωρίζει

την ίδια την Πηγή του, και πλημμυρίζεται από τα θεϊκά δώρα για τα οποία

δημιουργήθηκε.

Η θεωση είναι η τέλεια κοινωνία με τον Θεό, η γνώση και η τέλεια ένωση. Η

γνώση σ`αυτό το επίπεδο σημαίνει ένωση, επειδή ο θεουμενος άνθρωπος έφτασε

στην θεϊκή κατάσταση των θειων Πρόσωπων, είναι θεός κατά χάριν. Στον κόλπο της

Άγιας Τριάδος η γνώση σημαίνει, ένωση, αγάπη, κοινωνία. Όλα ταυτίζονται, η θεωση

με την γνώση, η κοινωνία με την αγάπη, το φως με την θεοπτια.

Σημειώσαμε λίγο παραπάνω το γεγονός ότι στη βάση της ανθρώπινης

τελειότητας βρίσκεται ο Ιησούς Χριστός,49 οποίος ενώνει την ανθρωπότητα με την

θεότητα εις το Πρόσωπο Του. Η θεωση είναι η μίμηση του Χριστού, δηλαδή η ένωση

47 Περί θεοποιού μεθέξεως, τομ. Β, Π. Χρίστου, σσ. 137-163

48 D. Stăniloae, Iisus Hristos sau restaurarea omului, ed. Omniscop, Craiova, 1993, σ.190

49 Sf. Grigore Palama, Opere complete, εισαγωγή Pr. Cristian Chivu, εκδ. Patristica, 2005, Bucureşti,

14

της ανθρώπινης φύση μας με την θεότητα του Χριστού. Είναι η εκτέλεση των λόγων

του Αγ. Παύλου που λέει ότι ο άνθρωπος πρέπει να φτάσει εις την επιγνωσιν του

Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρο ηλικίας του πληρώματος του Χριστού. Η

θεωση είναι, κατά συνέπεια, η πραγματική γνώση του Υιού του Θεού, η προσωπική

βίωση του μυστήριου του Χριστού.

Όσον αφορά, την θεωρία και την θεοπτια για τις οποίες κάναμε λόγο, αυτές

είναι διάφορες μορφές της ίδιας ανθρώπινης κατάστασης της θέσεως.50 Και αν αυτές

είναι η συνέπεια της προσωπικής σχέσης του ανθρώπου με των θεϊκών Προσώπων, η

θεωση είναι και αυτή ένας καρπός της προσωπικής σχέσης με τον Θεό. Η προσωπική

αυτή σχέση είναι, εξ αλλού, ο ορισμός του ανθρώπου. Αυτός πλάστηκε για να

κοινωνεί προσωπικά με τον Θεό. Η θεωση είναι η κορυφή αυτής της προσωπικής

σχέσεως, η τέλεια ένωση και γνώση του Θεού. Και επειδή υπάρχει μια πορεία

ανάπτυξης αυτής της προσωπικής σχέσης, υπάρχει και μια άνοδος της γνώσεως που

στοχεύει την θεϊκή γνώση, η ενωτική γνώση των τριαδικών Προσώπων.

Η θεωση είναι ένα δώρο που δίνεται ως αρραβώνας και σ`αυτή την ζωή, όμως

που πραγματοποιείται πλήρως μετά την έξοδο από αυτή την ζωή. Η γνώση ως

θεογνωσία εκπληρώνεται πραγματικά όπως και η θεωση μετά τον θάνατο του

ανθρώπου. 51 Η θεογνωσία δε μπορεί να υλοποιηθεί `σ`αυτό τον κόσμο, μόνο την

άλλη ζωή οψόμεθα τον Θεό καθώς εστίν, θα τον γνωρίζουμε και θα τον θεωρούμε

πρόσωπον προς πρόσωπον.

Συμπεράσματα

Εναντίον του φιλοσοφικού υπαρξισμού, ο Αγ. Γρηγοριος ο Παλαμάς

προτείνει έναν προσωπικό υπαρξισμό βασιζόμενο από τον προσωπικό χαρακτήρα του

Όντος. Αυτός εναντίον των Λατίνων υποστηρίζει το γεγονός ότι η θεϊκή απλότητα,

που δεν συνδέεται με την ουσία, αλλά με το θειο Πρόσωπο, φανερώνεται ως ουσία εν

Προσώπω δια των πράξεων και των ενεργειών. 52

Αυτά τα ουσιαστικά στοιχεία έχουν μια τεραστία σημασία και στο θέμα της

γνώσης. Η γνώση είναι μια προσωπική ενέργεια. Είναι μια σχέση με τον Θεό που

50 Υπέρ των ησυχαζοντων, 2,3,36, σ. 570

51 Υπέρ των ησυχαζοντων, 2,3, 66, σ. 599

52 J. Meyendorff, St. Grigoire Palamas and the Orthodox Spirituality, St. Vladimir`s Seminary Press,

New York, 1974, σ. 126

15

είναι ο όντως Ων και το καθ`αυτο Πρόσωπο, μια σχέση που σκοπεύει, όχι μόνο στην

απλή γνώση του Θεού, αλλά στην ένωση με Αυτόν.

Η θεολογία, έτσι, διαφέρει από την φιλοσοφία στο θέμα της γνώσεως, αν και

αυτή βοηθάει τον ανθρώπου προς την τελείωση του. Ενώ η φιλοσοφία θεωρεί μερικά

πράγματα περί του όντος γενικά, η θεολογία μας εισάγει εις τον κόσμο της θεότητας

ως πραγματική Ύπαρξη.

Η παρούσα μελέτη είχε ως σκοπό γενικά την διαφοροποίηση των δυο τρόπων

γνώσεως, και ειδικά να παρουσιάζει τα κυριότερα στοιχεία περί της θεολογικής και

θεωρητικής γνώσεως. Θέλαμε να τονίσουμε ποια είναι η διάσταση της χριστιανικής

γνώσεως και ποια είναι η άξια της, έχοντας ως σύμβουλο πατέρα τον Γρηγοριο

Παλαμά.

Είδαμε, συνεπώς, ότι η γνώση έχει μερικές οντολογικές βάσεις καθώς είναι

-η Απόλυτη Αυτουπαρξη που υφίσταται ως κοινωνία Προσώπων και από την

οποία πηγάζει η ύπαρξη μας,

-η διάκριση ουσίας-ενεργειών στον Θεό,

-η ύπαρξη των λόγων των όντων, και από την κτιστή πλευρά η κατ`εικονα

δημιουργία του ανθρώπου, ικανός να φτάσει στη κατάσταση του Θεού κατ`ενεργιαν.

Μετά ταύτα, τονίσαμε ότι η γνώση έχει ως ουσιώδες υπόβαθρο την ύπαρξη

του Θεού και του ανθρώπου ως πρόσωπα, και την δυνατότητα αυτής της γνώσεως

που πραγματοποιείται εν Χριστώ. Τελικά προσπαθήσαμε να δείξουμε ότι η γνώση

έχει θεϊκή άξια, είναι πράγματι θεογνωσία και ταυτίζεται με την θεοπτια και την

θεωση, με την ένωση του ανθρώπου με τον Θεό.

16

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου