Μολονότι βασικὴ ἐπιδίωξη τῆς «Συνόδου», κατὰ τοὺς ὀργανωτές της, ἦταν ἡ ἐνίσχυση καὶ ἡ φανέρωση τῆς ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων, δυστυχῶς κατορθώθηκε τὸ ἐντελῶς ἀντίθετο, ἡ διαίρεση καὶ ἡ διάσπαση, καὶ σὲ ἐπίπεδο ἡγεσίας καὶ στὸ χῶρο τοῦ πληρώματος τῶν πιστῶν.
Ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν ἐπισκόπων τῆς Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας ἀπουσίαζαν οἱ περισσότεροι, διότι κατὰ μοναδικὴ πρωτοτυπία στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία καὶ προφανῆ ἀντικανονικότητα ἔγινε ἐπιλογή, μὲ διαβλητὰ κριτήρια, μικροῦ ποσοστοῦ ἐπισκόπων, μὲ καταστρατήγηση καὶ περιφρόνηση τῆς ἰσότητος τῶν ἐχόντων τὴν ἀρχιερωσύνη, προγραμματισμένη καὶ σκόπιμη διαίρεση τοῦ σώματος τῶν ἐπισκόπων καὶ ἀποκλεισμό, διὰ τοῦ ἀποκλεισμοῦ τῶν ἐπισκόπων, τῶν προβληματισμῶν, τῶν ἀγωνιῶν, τῶν ἐρωτημάτων, τῶν σκέψεων καὶ προτάσεων τοῦ ποιμνίου.
Καὶ τὸ χειρότερο, πρωτοφανέστερο καὶ πλέον ἀπαράδεκτο· δὲν διαφυλάχθηκε ἡ ἑνότης καὶ ἡ ἰσότης οὔτε καὶ αὐτῶν τῶν ἐπισκόπων ποὺ ἔλαβαν μέρος στήν «Σύνοδο», ἀφοῦ τοὺς ἀφαιρέθηκε ἡ δυνατότης νὰ ψηφίζουν. Ἔπαυσε γιὰ πρώτη φορὰ στὴν συνοδικὴ ἱστορία καὶ στὴν κανονικὴ παράδοση νὰ ἰσχύει ἡ ἰσότιμη καὶ ἰσόκυρη συμμετοχὴ ὅλων τῶν ἐπισκόπων. Ἐψήφισαν τὶς ἀποφάσεις μόνον οἱ δέκα (10) παρόντες προκαθήμενοι, οἱ ὁποῖοι, ὅπως ἐλέχθη ὀρθῶς ἀπὸ τὸν παρόντα στὴν «Σύνοδο» λογιώτατο Σέρβο ἐπίσκοπο Μπάτσκας κ. Εἰρηναῖο Μπούλοβιτς, ἔδρασαν «ὡς συλλογικός τις πάπας». Στὴν πράξη ὑπονομεύεται τὸ συνοδικὸ πολίτευμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀφοῦ καὶ ἀπὸ ὑπευθύνους πατριαρχικοὺς κύκλους ὑποστηρίζεται παρρησίᾳ καί «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» ἡ παπικῆς ἐμπνεύσεως ἀρχὴ ὅτι ὁ προκαθήμενος δὲν εἶναι «primus inter pares» (=πρῶτος μεταξὺ ἴσων), ἀλλά «primus sine paribus» (=πρῶτος ἄνευ ἴσων). Αὐτὴ ἡ προσβολὴ τῆς ἰσότητος τῶν ἐπισκόπων καὶ ἡ σταδιακὴ διείσδυση τοῦ μοναρχικοῦ παπικοῦ πολιτεύματος στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποτολμήθηκε στὸ Κολυμπάρι τῆς Κρήτης. Δικαιολογημένα ἀρκετοὶ ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀρνήθηκαν ὑπ᾽ αὐτὲς τὶς ἀντισυνοδικές, ἀντικανονικές, παπίζουσες, αὐταρχικὲς καὶ μοναρχικὲς συνθῆκες, νὰ λάβουν μέρος στή «Σύνοδο» ὡς διακοσμητικὰ στοιχεῖα, ὡς «γλάστρες» ἢ ὡς μέλη τῆς συνοδείας τῶν προκαθημένων, οἱ ὁποῖοι μόνοι εἶχαν τὸ δικαίωμα νὰ ἀποφασίζουν καὶ νὰ ψηφίζουν.
Τὸ τραγελαφικὸ καὶ παράλογο ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἀντισυνοδικοῦ σκηνικοῦ, τὸ ὁποῖο ἀπὸ τὴν ἀρχὴ εἶχε τὰ σπέρματα τῆς διαιρέσεως καὶ τῆς διασπάσεως, φάνηκε σὲ πολλὲς ἄλλες περιπτώσεις. Μνημονεύουμε τὶς πιὸ χαρακτηριστικές. Ἀπὸ τὴν εἰκοσιπενταμελῆ (25) ἀντιπροσωπία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας οἱ δεκαεπτὰ (17) ἀρνήθηκαν νὰ ὑπογράψουν τὸ πιὸ προβληματικὸ κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον»· ἐπειδὴ ὅμως τὸ ἐψήφισε ὁ προκαθήμενος, θεωρεῖται ψηφισμένο ἀπὸ ὅλους, μολονότι ἡ πλειοψηφία τὸ ἀπέρριψε. Στὴν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου τέσσαρες ἐπίσκοποι (4) δὲν ὑπέγραψαν τὸ ἴδιο κείμενο. Καὶ γιὰ νὰ μὴ φαίνεται τὸ κενὸ στὸν χῶρο τῶν ὑπογραφῶν, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου, χωρὶς ἐξουσιοδότηση, τοὺς ὑποκατέστησε καὶ ὑπέγραψε «ἀντ᾽ αὐτῶν». Στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἐνῶ ὑπῆρχε ὁμόφωνη συνοδικὴ ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας νὰ προταθοῦν συγκεκριμένες διορθώσεις ποὺ κατεδάφιζαν ἐν πολλοῖς τὶς οἰκουμενιστικὲς δομὲς τοῦ ἐπίμαχου κειμένου, ὁ Μακαριώτατος ἀρχιεπίσκοπος, χωρὶς συνοδικὴ ἐξουσιοδότηση, ἔπεισε ἐξωσυνοδικὰ τὴν ἀντιπροσωπία καὶ ὑπεχώρησαν, πλὴν τοῦ μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, στὸ πιὸ κρίσιμο σημεῖο τοῦ κειμένου, στὴν ἀναγνώριση ἐκκλησιαστικότητος στοὺς ἑτεροδόξους αἱρετικούς.
Ἡ μόνη μάχη μεταξὺ Ὀρθοδοξίας καὶ αἱρέσεως ποὺ δόθηκε στὴν Κρήτη, καὶ παραδόθηκαν οἱ Ὀρθόδοξοι εὔκολα στὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἐκτὸς ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ἦταν ἡ ἀντικατάσταση τῆς φράσεως τοῦ κειμένου «ἄλλων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ ὁμολογιῶν», ποὺ ἀναγνώριζε τὶς αἱρέσεις ὡς ἐκκλησίες, μὲ τὴν φράση «ἄλλων χριστιανικῶν κοινοτήτων καὶ ὁμολογιῶν», ποὺ ἐπρότειναν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πολλοὶ ἐπίσκοποι ἄλλων ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία ἀπέρριπτε ὀρθοδόξως τὴν χρήση τοῦ ὅρου «ἐκκλησίες» γιὰ τοὺς αἱρετικούς. Δυστυχῶς ὁ ἀρχιεπίσκοπος καὶ οἱ μετ᾽ αὐτοῦ, πλὴν ἑνός, ἐγκατέλειψαν τὴν ὀρθόδοξη πρόταση, χωρὶς συνοδικὴ ἐξουσιοδότηση, καὶ δέχθηκαν νὰ προτείνουν τὴν παρηλλαγμένη, ἀλλὰ οὐσιαστικῶς ἀντιφατική, παράλογη καὶ ἐν πολλοῖς δυσερμήνευτη καὶ ἀκατανόητη φράση «τῶν ἄλλων ἑτεροδόξων ἐκκλησιῶν καὶ ὁμολογιῶν», ἡ ὁποία οὔτε τοὺς αἱρετικοὺς ἱκανοποιεῖ πλήρως, διότι τὸ «ἑτεροδόξων» καταργεῖ τό «ἐκκλησιῶν», οὔτε τοὺς Ὀρθοδόξους διότι τὸ «ἐκκλησιῶν» ἀναιρεῖ τὸ «ἑτεροδόξων». Ὅπως σωστὰ ἐλέχθη, οἱ ἔξυπνοι εἰσηγητές, ἀλλὰ καὶ οἱ ψηφίσαντες τὴν δῆθεν συμβιβαστικὴ καὶ εἰρηνοποιὸ φράση, κοροϊδεύουν καὶ τοὺς μὲν καὶ τοὺς δέ, καὶ τοὺς Ὀρθοδόξους ποὺ ἀρνοῦνται ὅτι οἱ αἱρετικοὶ εἶναι ἐκκλησίες καὶ τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ νομίζουν ὅτι εἶναι ἐκκλησίες· τὸ «ἑτερόδοξες ἐκκλησίες» εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τό «πόρνη παρθένος», «σκοτεινὸ φῶς», «ψεύτικη ἀλήθεια», «ὑγιὴς ἀσθένεια» καὶ «ἄθεη θεοσέβεια».
Ἔτσι εἶχε σχεδιασθῆ καὶ ἔτσι σιγά-σιγὰ προχωροῦσε, χωρὶς νὰ φανερώνει κατὰ τὴν διάρκεια τῆς προετοιμασίας ἐμφανῶς τὸν στόχο της. Οἱ κατευθύνοντες τὰ τῆς «ἑνώσεως τῶν ἐκκλησιῶν» πρὸς μία συγκρητιστικὴ ἕνωση μὲ ἐξίσωση τῶν αἱρέσεων καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, τοῦ φωτὸς καὶ τοῦ σκότους, τῆς ἀληθείας καὶ τῆς πλάνης, τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἀντιχρίστου, εἶχαν πείσει τοὺς ἡγέτες τῶν Ὀρθοδόξων, τῶν Παπικῶν καὶ τῶν Προτεσταντῶν νὰ μὴ διεκδικοῦν ἐκκλησιολογικὴ ἀποκλειστικότητα, ἀλλὰ νὰ ἀναγνωρίσουν ὅλους τοὺς Χριστιανούς, ὅπου καὶ ἂν βαπτίσθηκαν, σὲ ὁποιαδήποτε ὁμολογία ἢ αἵρεση καὶ ἂν ἀνῆκαν, ὅτι ἀποτελοῦν ἐκκλησία, ὅτι ἀνήκουν στὴν Μία ᾽Εκκλησία. Γιὰ τοὺς Προτεστάντες, ὅπου ὁ καθένας πιστεύει καὶ πράττει ὅ,τι θέλει, μὲ τὴν ἄνευ ὁρίων ἐκκλησιολογία τους, αὐτὸ ἦταν πανεύκολο, καὶ τὸ ἐφήρμοσαν πρῶτα οἱ ἴδιοι στὸ δικό τους «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», στὸ ὁποῖο ἄκριτα προσκολληθήκαμε καὶ ἐμεῖς εὐτελίζοντας τὴν Νύμφη τοῦ Χριστοῦ, τὴν Μία, Ἁγία, Καθολική, καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία καὶ ἐξισώνοντάς την μὲ τὴν τελευταία προτεσταντικὴ αἵρεση. ῾Ο Παπισμὸς ὑποχώρησε στὴν Β´ Βατικάνεια Σύνοδο ἀπὸ τὴν ἀποκλειστικὴ ἐκκλησιολογία στὴν διευρυμένη ἐκκλησιολογία, μὲ τὴν ἀποδοχὴ στοιχείων ἐκκλησιαστικότητας ἰδιαίτερα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὴν ὁποία ἄρχισε νὰ ἀποκαλεῖ «ἀδελφὴ ἐκκλησία», ποὺ θὰ ὁλοκληρώσει τὴν ἐκκλησιαστικότητά της μὲ τὴν ἀναγνώριση τοῦ πρωτείου τοῦ πάπα. Τώρα εἴμαστε ἐλλιπὴς ἐκκλησία. Γι᾽ αὐτὸ καὶ στὸν διεξαγόμενο ἀκόμη Θεολογικὸ Διάλογο μὲ τὴν Ρώμη κάποιοι ἐκπρόσωποί μας τείνουν νὰ ἀναγνωρίσουν τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα, γιατὶ φαίνεται ὅτι αἰσθάνονται ἐλλιπεῖς.
Εἰσάγει αἱρετικὴ ἐκκλησιολογία
Ὅλα αὐτὰ βέβαια δὲν μποροῦν νὰ ἀναπτυχθοῦν σ᾽ αὐτὸ τὸ περιεκτικὸ κείμενο μιᾶς Ἀνοικτῆς Ἐπιστολῆς-Ὁμολογίας. Ἔχουν ἀναλυθῆ ἀπὸ λογίους ἐπισκόπους καὶ ἀπὸ ἀκαδημαϊκοὺς διδασκάλους, τρεῖς ἐκ τῶν ὁποίων ὑπογράφουν τὸ παρὸν κείμενο, σὲ ἐπιστημονικὲς ἡμερίδες, διορθόδοξες συναντήσεις καὶ στὸν τύπο. Ὅσοι ἐκ τῶν ἐπισκόπων ἀγρυπνοῦν καὶ ἀγωνιοῦν γιὰ τὴν κρισιμότητα τῶν καιρῶν καὶ τὸν μεγάλο κίνδυνο διαιρέσεων καὶ σχισμάτων ἐντὸς τοῦ ποιμνίου, θὰ πρέπει μὲ ἰδιαίτερη προσοχὴ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὸ θέμα τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης, στὴν προσεχῆ συνεδρία τῆς συνόδου τῆς Ἱεραρχίας.
Ἡ ἐκκλησιαστικότητα τῶν Παπικῶν ἔχει ἤδη ἀναγνωρισθῆ στὸ ἐπαίσχυντο καὶ προδοτικὸ κείμενο τοῦ Balamand τοῦ Λιβάνου (1993), στὸν Διάλογο μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς, τῶν δὲ Προτεσταντῶν καὶ Μονοφυσιτῶν στὶς Γενικὲς Συνελεύσεις τοῦ λεγομένου «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» στὸ Πόρτο Ἀλέγκρε τῆς Βραζιλίας, (2006) καὶ στὸ Πουσὰν τῆς Ν. Κορέας (2013). Ἡ ἀποφυγὴ ἀπὸ τὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης νὰ κρίνει τὰ κείμενα τῶν Θεολογικῶν Διαλόγων καὶ τὴν συμμετοχή μας στὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», ἐνῶ ἀντίθετα ἐπαινεῖ καὶ τὰ δύο, σημαίνει ὅτι οὐσιαστικὰ ἐγκρίνει ὅτι οἱ Παπικοὶ ἔχουν Χάρη, Μυστήρια Ἱερωσύνη, Ἀποστολικὴ Διαδοχή (Balamand), καὶ ὅτι ἐμεῖς χωρισμένοι ἀπὸ τοὺς Μονοφυσίτες, τοὺς Παπικοὺς καὶ τοὺς Προτεστάντες δὲν μποροῦμε νά εἴμαστε ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία (Πόρτο Ἀλέγκρε, Πουσάν). Ἡ μὴ συμμετοχὴ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὴν συνέλευση τοῦ Balamand μεταβάλλεται τώρα σὲ συνενοχὴ μὲ τὴν ἔγκριση τῶν κειμένων τῶν Διαλόγων. Καθίσταται ἔτσι ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης σύμμαχος καὶ προαγωγὸς τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀντίθετη πρὸς ὅλες τὶς προηγούμενες συνόδους τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖες, ἀντὶ νὰ ἐκκλησιοποιοῦν τὶς αἱρέσεις, τὶς κατεδίκαζαν καὶ τὶς ἀναθεμάτιζαν. Ἡ λέξη αἵρεση δὲν ὑπάρχει οὔτε μία φορὰ μέσα στὰ κείμενα τῆς «Συνόδου», ἡ δὲ ὀρθὴ πρόταση τοῦ Ἁγίου Ὄρους νὰ ἀπαγορευθοῦν οἱ συμπροσευχὲς μὲ τοὺς αἱρετικοὺς δὲν ἔτυχε καμμίας προσοχῆς. Ἑπομένως ὄχι μόνο ὡς πρὸς τὴν διαδικασία συγκλήσεως καὶ λειτουργίας, ἀλλὰ καὶ ὡς πρὸς τὶς ἀποφάσεις της, ἰδιαίτερα ὡς πρὸς τὴν συνοδικὴ ἀναγνώριση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῶν αἱρέσεων ὡς ἐκκλησιῶν, ἡ συνέλευση μερικῶν ἐπισκόπων στὴν Κρήτη δὲν μπορεῖ νὰ χαρακτηρισθεῖ οὔτε Σύνοδος, οὔτε Ἁγία, οὔτε Μεγάλη.
Ἡ ἄτυπη «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» ἀγωνίσθηκε καὶ ἀγωνίζεται νὰ ἀναχαιτίσει τὴν προέλαση τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μὲ ἱστορικὲς πρωτοβουλίες, ὅπως ἡ σύνταξη καὶ ἡ κυκλοφόρηση τὸ 2009 τῆς «Ὁμολογίας Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», τοῦ κειμένου γιὰ τήν «Νέα Ἐκκλησιολογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου (2014)» καὶ ἄλλων, τὰ ὁποῖα ὑπέγραψαν ἀρκετοὶ ἀρχιερεῖς, ἑκατοντάδες κληρικῶν καὶ μοναχῶν καὶ δεκάδες χιλιάδες πιστῶν. Πρὸ τῆς συγκλήσεως τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης συνδιοργανώσαμε μαζὶ μὲ τὶς Ἱερὲς Μητροπόλεις Γόρτυνος καὶ Μεγαλοπόλεως, Γλυφάδας, Κυθήρων καὶ Πειραιῶς τὴν μεγάλη Θεολογικὴ Ἐπιστημονικὴ Ἡμερίδα στὶς 23 Μαρτίου 2016 στὸν Πειραιᾶ μὲ θέμα «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος. Μεγάλη προετοιμασία χωρὶς προσδοκίες». Μετὰ τὴν «Σύνοδο» μὲ σειρὰ συλλογικῶν, ἀλλὰ καὶ προσωπικῶν κειμένων ἀποτιμήσαμε ἀρνητικὰ καὶ ἀπορρίψαμε τήν «Σύνοδο», εἴχαμε δὲ σειρὰ διορθοδόξων ἐπαφῶν καὶ συναντήσεων πρὸ τῆς «Συνόδου» καὶ μετ᾽ αὐτήν, προσκληθέντες ἀπὸ τὰ πατριαρχεῖα Βουλγαρίας καὶ Γεωργίας, ὡς καὶ ἀπὸ τὴν ἀνήκουσα στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας Ἱερὰ Μητρόπολη Μολδαβίας.
Γνωρίζουμε τὶς δυσκολίες τοῦ πράγματος καὶ τὴν δύναμη τῶν ἰσχυρῶν, ποὺ χαίρουν καὶ συγχαίρουν γιὰ τὶς οἰκουμενιστικὲς ἀποφάσεις καὶ τὰ πρῶτα συνοδικὰ βήματα τῆς ἀναγνώρισης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς ἀθώωσης τῶν αἱρέσεων. Ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ πράξουμε τὸ καθῆκον μας, καὶ στὸ πηδάλιο τῆς Ἐκκλησίας στέκεται ὁ Χριστός. Ἐπισημαίνουμε πάντως μὲ ἔμφαση ὅτι πολλοὶ ἐκ τῶν κληρικῶν, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν ἔχουν κατασκανδαλισθῆ καὶ εἶναι ἕτοιμοι νὰ διακόψουν τὸ μνημόσυνο τῶν ἐπισκόπων ποὺ θὰ ἐπικυρώσουν τὶς ἀποφάσεις τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης, σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς κανόνες, τὸν 31ο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τὸν 15ο τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου (861), χωρὶς νὰ προκαλοῦν γι᾽ αὐτὸ σχίσμα οὔτε νὰ ὑπόκεινται σὲ ἐπιβολὴ ποινῶν, ἀλλὰ ἀντίθετα πρέπει νὰ ἐπαινοῦνται, διότι πρόκειται γιὰ θεραπευτικὴ διαμαρτυρία, ποὺ προφυλάσσει τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὸν κίνδυνο τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν σχισμάτων. Ἤδη μερικοὶ ἔχουν προχωρήσει στὴν διακοπὴ μνημοσύνου καὶ πρὸ τῆς συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, εἰς δὲ τὸ Ἅγιον Ὄρος ἀπολύτως δικαιολογημένα τὸ ἔχουν πράξει πολλοὶ κελλιῶτες ἱερομόναχοι καὶ μοναχοί, ἐφ᾽ ὅσον ἐκεῖ ἄμεσος ἐπίσκοπός των εἶναι ὁ πρωτεργάτης καὶ κήρυξ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ», Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα δὲν θέλουν νὰ μνημονεύεται στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες. Διαπράττουν μεγάλο κανονικὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ λάθος ὅσοι, ἀντὶ νὰ ἐπαινοῦν, καταδιώκουν τοὺς μοναχοὺς ποὺ τηροῦν τὴν πατερική, ἱεροκανονικὴ καὶ ἁγιορειτικὴ Παράδοση.
Πάντως ἔστω καὶ καθυστερημένα εἶναι ἀξιέπαινη ἡ ἀντίδραση τοῦ ἀρχιεπισκόπου καὶ πλείστων ἄλλων ἀρχιερέων, ἰδιαίτερα ἡ συντριπτικὴ καὶ ὁμολογουμένως ἀκαταμάχητη ἐπιχειρηματολογία τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, στὴν ἱστορικὴ ἐπιστολή του πρὸς τὸν πρωθυπουργὸ κ. Τσίπρα, στὴν ὁποία ἀποδεικνύει τὴν ρατσιστικὴ κακομεταχείριση τῆς Μητέρας τοῦ Γένους Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, καὶ τὴν προνομιακὴ μεταχείριση στὴν ἐκπαίδευση τῶν Παπικῶν, τῶν Ἑβραίων καὶ τῶν Μουσουλμάνων, ὅπως ἐπιθυμοῦν οἱ διευθύνοντες τὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
῾Η «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» γνωρίζει ὅτι καὶ παλαιὰ καὶ πρόσφατα πολλοὶ ἀρχιερεῖς εἶχαν ζητήσει τὴν συνοδικὴ καταδίκη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τὴν ἀποχώρησή μας ἀπὸ τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν». Ἂν καθυστερήσουμε καὶ σὲ αὐτὸ τὸ καθαρὰ ἐκκλησιαστικὸ ἐπίπεδο, στὶς ἐκκλησίες μας θὰ γίνει ὅ,τι καὶ στὰ σχολεῖα. Θὰ γεμίσουν ἀπὸ Παπικούς, Προτεστάντες, Μονοφυσίτες, κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, γιατὶ ὄχι καὶ ἀπὸ Ἑβραίους, Μουσουλμάνους, Βουδιστὲς καὶ ἄλλους. Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης ἔκανε τὸ πρῶτο καλὸ βῆμα πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση, ὅπως ἐκτιμᾶ ὁ πάπας Φραγκῖσκος. Θὰ τὴν ἀποδεχθοῦμε; Φυσικὰ ὄχι, διότι εἶναι ξένη πρὸς τὴν Ἀποστολικὴ καὶ Συνοδικὴ Παράδοση καὶ πρός τὴν Ἁγιοπνευματικὴ ἐμπειρία καὶ διδασκαλία ὅλων τῶν Ἁγίων, παλαιῶν καὶ νέων.
Μετὰ σεβασμοῦ καὶ τιμῆς
Γιὰ τήν «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν»
Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου
Προηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγ. Μετεώρου
Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ἀμαρούσιον Ἀττικῆς
Ἀρχιμ. Γρηγόριος Χατζηνικολάου
Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ἁγίας Τριάδος, Ἄνω Γατζέας Βόλου
Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Δημήτριος Τσελεγγίδης
Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Σύμβουλος)
Σεπτέμβριος 2016
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Ὅσοι ἐκ τῶν κληρικῶν, μοναχῶν, μοναζουσῶν καὶ λαϊκῶν ἐπιθυμοῦν νὰ
συμμετάσχουν στὴν μικρὴ αὐτὴ κατάθεση ὀρθοδόξου ὁμολογίας ἠμποροῦν νὰ τὸ
δηλώσουν γράφοντας: «Συμφωνῶ μὲ τὴν Ἀνοικτὴ Ἐπιστολὴ - Ὁμολογία γιὰ τὴ
“Σύνοδο” τῆς Κρήτης καὶ προσυπογράφω». Νὰ ἀποστείλουν δὲ τὴν δήλωση μὲ
τὸ ὄνομά τους, τὴν κληρική, μοναστικὴ ἢ ἐπαγγελματική τους ἰδιότητα καὶ
τὸν τόπο κατοικίας ή ἤ ἐπαγγελματική τους ἰδιότητα σὲ μία ἀπὸ τὶς
παρακάτω διευθύνσεις:
• e-mail: synaxisorthkm@gmail.com
• Ἐκδόσεις «Τὸ Παλίμψηστον» Τσιμισκῆ 128, 546 21 Θεσσαλονίκη
• Σύναξη Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν «Φώτης Κόντογλου» Τ.Θ. 107, 421 32 Τρίκαλα
Πηγή: ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (ΤΕΥΧ. 181) ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου