π. Ἀντώνιου Παναγῆ
«Ἔχεις ἀγάπη, καλοσύνη; Εἶσαι ἄγγελος καί ὅπου πᾶς ἤ σταθεῖς μεταφέρεις
τόν Παράδεισο. Ἔχεις πάθη, κακία; Ἔχεις μέσα σου τόν διάβολο καί ὅπου
πᾶς ἤ σταθεῖς, μεταφέρεις τήν κόλαση.»
Αὐτοί οἱ ἁπλοί ἀλλά τόσο θαυμαστοί λόγοι τοῦ ἁγίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, μᾶς ἀποκαλύπτουν ὅτι ἡ ἐμπειρία τοῦ παραδείσου ἤ τῆς κολάσεως στήν παρούσα ζωή εἶναι πραγματικότητα καί ὄχι φαντασίωση. Ἡ στάση καί συμπεριφορά μας ἔναντι στόν ἄλλο καθορίζει τό κριτήριο βιώσεως τοῦ Παραδείσου.
Παρασυρόμενοι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ἀπό τήν Προτεσταντική Θεολογία, πού ἔπλασε τόν μύθο ὅτι καί ὁ παράδεισος καί ἡ κόλαση εἶναι κτιστές πραγματικότητες μίας ἄλλης ζωῆς μέ καζάνια, ρομαντικούς ἀγγέλους καί κήπους, ἀπωλέσαμε τήν ὀρθόδοξη πορεία πολλῶν θεολόγων τῆς ἐκκλησίας μας καί υἱοθετήσαμε τόν μύθο, πού πλάστηκε ἀπό τούς Φράγκους, ὅτι οἱ κολαζόμενοι δέν θά βλέπουν τόν Θεό. Οἱ θεολόγοι προτεστάντες, ὅπως γιά παράδειγμα ὁ Δάντης, ἐξέλαβαν τό πῦρ τῆς κολάσεως ὡς κτιστό. Ἡ ὀρθόδοξη παράδοση ὅμως μένει πιστή στή Γραφή. Οἱ κολασμένοι θά βλέπουν τόν Θεό ὡς «πῦρ καταναλίσκον» ὅπως ὁ πλούσιος τῆς παραβολῆς τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου. Οἱ προτεστάντες σχολαστικοί δέχθηκαν τήν κόλαση ὡς τιμωρία καί στέρηση τῆς λογικῆς ἐνοράσεως τῆς θείας οὐσίας. Σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Πατέρες, κόλαση εἶναι ἡ ἀποτυχία τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ ἄρνησή του νά συνεργασθεῖ μέ τή Θεία Χάρη. Συνεπῶς ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἀποτυγχάνει νά φθάσει ἤδη ἀπό τήν παρούσα ζωή στή θέα τοῦ Θεοῦ (παράδεισος) καί βιώνει μετά θάνατο τό ἀποτέλεσμα πού ὁ ἴδιος ἐπέλεξε.
Ἡ κόλαση εἶναι βίωμα μοναξιᾶς, ἀποξένωσης καί ἄρνησης πού βγαίνει ἀπό σκληρές καί πετρωμένες καρδιές. Τό ὅτι μπορεῖ νά εἶναι κάποιος καλός ἄνθρωπος στήν παρούσα ζωή, αὐτό δέν σημαίνει ἀποκλειστικά κάτι. Διότι μπορεῖ νά κυριαρχεῖται ἀπό τή φιλαυτία, τήν κοσμικότητα, νά εἶναι ἠθικολόγος, νά τηρεῖ τίς ἐντολές χωρίς ἀγάπη, χωρίς θυσία καί νά καλύπτεται μέ τό πέπλο τοῦ ἐκκλησιαζόμενου, τοῦ «εὐσεβοῦς». Αὐτός πλάθει ἕνα Χριστό στά μέτρα του μέ ἀποτέλεσμα νά ἀποπροσανατολίζεται ἀπό τό φῶς τοῦ Χριστοῦ καί νά μεταβάλλει τό φῶς σέ σκοτάδι, μετατρέποντας τήν καρδιά του σέ κόλαση.
Ὁ π. Κάλλιστος Ware παρομοιάζει τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου μέ ἕνα βιβλίο μέ πολλές σελίδες. Ἡ παρούσα ζωή εἶναι ἡ εἰσαγωγή καί ὁ πρόλογος τοῦ βιβλίου. Ἐνῶ ἡ μέλλουσα ζωή εἶναι τό κυρίως θέμα τοῦ βιβλίου. Τό μυστήριο παραδείσου-κολάσεως βιώνεται καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Στά μυστήρια πραγματοποιεῖται μέθεξη τοῦ πιστοῦ στή Χάρη. Στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἡ θεία κοινωνία γίνεται μέσα μας ἤ παράδεισος ἤ κόλαση, ἀνάλογα μέ τήν κατάστασή μας. Ἡ ζωή μας πρέπει νά εἶναι διαρκής προετοιμασία γιά τή μετοχή στόν «παράδεισο», δηλαδή στήν κοινωνία μέ τό Ἄκτιστο (πρβλ. Ἰωάν. 17.3) Καί αὐτό ἀρχίζει ἤδη στόν κόσμο αὐτό. Γι’ αὐτό λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος: «Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ 6.2).
Κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας ἔχει σωτηριολογική σημασία. Ἤ κερδίζουμε τήν αἰωνιότητα, τήν αἰώνια κοινωνία μέ τόν Θεό, ἤ τή χάνουμε. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν ὑπόσχεται ὅτι στέλνει τόν ἄνθρωπο σέ κάποιο παράδεισο ἤ σέ κάποια κόλαση, ἀλλά ἔχει τή δύναμη, ὅπως φαίνεται στά ἄφθαρτα καί θαυματουργικά λείψανα τῶν Ἁγίων της (ἀφθαρσία = θέωση), νά προετοιμάσει τόν ἄνθρωπο, ὥστε νά βλέπει αἰώνια τήν Ἄκτιστη Χάρη καί Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ ὡς Παράδεισο καί ὄχι ὡς Κόλαση.
Αὐτοί οἱ ἁπλοί ἀλλά τόσο θαυμαστοί λόγοι τοῦ ἁγίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, μᾶς ἀποκαλύπτουν ὅτι ἡ ἐμπειρία τοῦ παραδείσου ἤ τῆς κολάσεως στήν παρούσα ζωή εἶναι πραγματικότητα καί ὄχι φαντασίωση. Ἡ στάση καί συμπεριφορά μας ἔναντι στόν ἄλλο καθορίζει τό κριτήριο βιώσεως τοῦ Παραδείσου.
Παρασυρόμενοι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ἀπό τήν Προτεσταντική Θεολογία, πού ἔπλασε τόν μύθο ὅτι καί ὁ παράδεισος καί ἡ κόλαση εἶναι κτιστές πραγματικότητες μίας ἄλλης ζωῆς μέ καζάνια, ρομαντικούς ἀγγέλους καί κήπους, ἀπωλέσαμε τήν ὀρθόδοξη πορεία πολλῶν θεολόγων τῆς ἐκκλησίας μας καί υἱοθετήσαμε τόν μύθο, πού πλάστηκε ἀπό τούς Φράγκους, ὅτι οἱ κολαζόμενοι δέν θά βλέπουν τόν Θεό. Οἱ θεολόγοι προτεστάντες, ὅπως γιά παράδειγμα ὁ Δάντης, ἐξέλαβαν τό πῦρ τῆς κολάσεως ὡς κτιστό. Ἡ ὀρθόδοξη παράδοση ὅμως μένει πιστή στή Γραφή. Οἱ κολασμένοι θά βλέπουν τόν Θεό ὡς «πῦρ καταναλίσκον» ὅπως ὁ πλούσιος τῆς παραβολῆς τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου. Οἱ προτεστάντες σχολαστικοί δέχθηκαν τήν κόλαση ὡς τιμωρία καί στέρηση τῆς λογικῆς ἐνοράσεως τῆς θείας οὐσίας. Σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Πατέρες, κόλαση εἶναι ἡ ἀποτυχία τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ ἄρνησή του νά συνεργασθεῖ μέ τή Θεία Χάρη. Συνεπῶς ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἀποτυγχάνει νά φθάσει ἤδη ἀπό τήν παρούσα ζωή στή θέα τοῦ Θεοῦ (παράδεισος) καί βιώνει μετά θάνατο τό ἀποτέλεσμα πού ὁ ἴδιος ἐπέλεξε.
Ἡ κόλαση εἶναι βίωμα μοναξιᾶς, ἀποξένωσης καί ἄρνησης πού βγαίνει ἀπό σκληρές καί πετρωμένες καρδιές. Τό ὅτι μπορεῖ νά εἶναι κάποιος καλός ἄνθρωπος στήν παρούσα ζωή, αὐτό δέν σημαίνει ἀποκλειστικά κάτι. Διότι μπορεῖ νά κυριαρχεῖται ἀπό τή φιλαυτία, τήν κοσμικότητα, νά εἶναι ἠθικολόγος, νά τηρεῖ τίς ἐντολές χωρίς ἀγάπη, χωρίς θυσία καί νά καλύπτεται μέ τό πέπλο τοῦ ἐκκλησιαζόμενου, τοῦ «εὐσεβοῦς». Αὐτός πλάθει ἕνα Χριστό στά μέτρα του μέ ἀποτέλεσμα νά ἀποπροσανατολίζεται ἀπό τό φῶς τοῦ Χριστοῦ καί νά μεταβάλλει τό φῶς σέ σκοτάδι, μετατρέποντας τήν καρδιά του σέ κόλαση.
Ὁ π. Κάλλιστος Ware παρομοιάζει τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου μέ ἕνα βιβλίο μέ πολλές σελίδες. Ἡ παρούσα ζωή εἶναι ἡ εἰσαγωγή καί ὁ πρόλογος τοῦ βιβλίου. Ἐνῶ ἡ μέλλουσα ζωή εἶναι τό κυρίως θέμα τοῦ βιβλίου. Τό μυστήριο παραδείσου-κολάσεως βιώνεται καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Στά μυστήρια πραγματοποιεῖται μέθεξη τοῦ πιστοῦ στή Χάρη. Στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἡ θεία κοινωνία γίνεται μέσα μας ἤ παράδεισος ἤ κόλαση, ἀνάλογα μέ τήν κατάστασή μας. Ἡ ζωή μας πρέπει νά εἶναι διαρκής προετοιμασία γιά τή μετοχή στόν «παράδεισο», δηλαδή στήν κοινωνία μέ τό Ἄκτιστο (πρβλ. Ἰωάν. 17.3) Καί αὐτό ἀρχίζει ἤδη στόν κόσμο αὐτό. Γι’ αὐτό λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος: «Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ 6.2).
Κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας ἔχει σωτηριολογική σημασία. Ἤ κερδίζουμε τήν αἰωνιότητα, τήν αἰώνια κοινωνία μέ τόν Θεό, ἤ τή χάνουμε. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν ὑπόσχεται ὅτι στέλνει τόν ἄνθρωπο σέ κάποιο παράδεισο ἤ σέ κάποια κόλαση, ἀλλά ἔχει τή δύναμη, ὅπως φαίνεται στά ἄφθαρτα καί θαυματουργικά λείψανα τῶν Ἁγίων της (ἀφθαρσία = θέωση), νά προετοιμάσει τόν ἄνθρωπο, ὥστε νά βλέπει αἰώνια τήν Ἄκτιστη Χάρη καί Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ ὡς Παράδεισο καί ὄχι ὡς Κόλαση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου