Πηγή:
"Εμπειρική Δογματική τής
Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π.
Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄. Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ.
Βλασίου Ιεροθέου.
Η ορολογία των Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων της
Εκκλησίας για τον Τριαδικό Θεό αποδίδεται με τους όρους
πρόσωπο, υπόσταση, φύση, ουσία, ενέργεια και τρόπος
υπάρξεως.
Επειδή οι όροι αυτοί στην εποχή των Πατέρων
χρησιμοποιούνταν πρωταρχικά από τους φιλοσοφούντες
Χριστιανούς, για να κατανοήσουν λογικά τον Τριαδικό Θεό,
γι' αυτό οι Πατέρες της Εκκλησίας ενέταξαν αυτούς τους
όρους στην ορολογία τους, αφού προηγουμένως καθόρισαν
Ορθοδόξως το νόημά τους, σύμφωνα με την εμπειρία τους.
Έτσι, με πολύ επιτυχημένη προσπάθεια, το πρόσωπο
ταυτίσθηκε με την υπόσταση, η φύση με την ουσία και η
ενέργεια ορίσθηκε ως η δραστική και ουσιώδης κίνηση της
φύσεως. Ακόμη, καθόρισαν ότι ο τρόπος υπάρξεως των
Προσώπων είναι το αγέννητο του Πατρός, το γεννητό του
Υιού και το εκπορευτό του Αγίου Πνεύματος.
Το σημαντικό είναι ότι πλέον οι όροι αυτοί δεν είναι
φιλοσοφικοί, αλλά, δι' αυτών, διατυπώνεται η προσωπική
εμπειρία του Τριαδικού Θεού, την οποία αποκτούν οι Άγιοι
με την μέθεξη της ακτίστου ενεργείας του Τριαδικού Θεού.
Οι όροι χρησιμοποιούνται για την διατύπωση του δόγματος
του Τριαδικού Θεού, αλλά η γνώση του Θεού είναι
εμπειρική, όπως θα δούμε στην συνέχεια.
Διατυπώνεται μία άποψη ότι η διδασκαλία περί της Αγίας
Τριάδος είναι της Καινής Διαθήκης και όχι της Παλαιάς
Διαθήκης, ότι στην Παλαιά Διαθήκη υπάρχει μονοθεΐα και,
επομένως, η τριαδικότητα του Θεού αποκαλύφθηκε μόνον
στην Καινή Διαθήκη.
«Επηρεασμένοι από τους
δυτικούς θεολόγους, πολλοί Ορθόδoξοι δεν δέχονται ούτε
να συζητήσουν για Άγια Τριάδα στην Παλαιά Διαθήκη, για
δύο λόγους:
Ο ένας λόγος γιατί είναι επηρεασμένοι από τους
ετεροδόξους, από τους δυτικούς ερμηνευτές και ο δεύτερος
λόγος διότι είναι επηρεασμένοι παρά πολύ από τον
νεοελληνισμό που εξύψωσε στα ύψη την αρχαία Ελληνική
φιλοσοφία και προσπαθούν την γνήσια Χριστιανική
διδασκαλία να την βγάλουν όχι μόνον από την Αγία Γραφή,
αλλά και από τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους.
Γι' αυτό δεν λένε τώρα, εδώ στην Ελλάδα, έχουμε
συνδυασμό μεταξύ αρχαίας Ελλάδας και του Χριστιανισμού;».
Βέβαια, ο ενσαρκωθείς Χριστός μάς αποκάλυψε τον Πατέρα
και μας ανήγγειλε την έλευση του Αγίου Πνεύματος, αλλά
αφ’ ενός μεν ποτέ δεν ενεργεί το ένα Πρόσωπο ανεξάρτητα
από τα άλλα Πρόσωπα, διότι κοινή είναι η άκτιστη
ενέργεια του Τριαδικού Θεού, αφ’ ετέρου δε και η Παλαιά
Διαθήκη, όταν εξετασθεί υπό το πρίσμα της Καινής
Διαθήκης, είναι τριαδολογική.
«Όλο το σχήμα της
αποκαλύψεως και στην Παλαιά Διαθήκη και στην Καινή
Διαθήκη είναι καθαρά Τριαδολογία».
Για την τριαδικότητα του Θεού δεν ομιλεί μόνον η Καινή
Διαθήκη, αλλά και η Παλαιά, με άλλη ορολογία.
Ο προφήτης Ησαΐας, οκτακόσια χρόνια προ Χριστού, είδε
«τον Κύριον καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου»
και ήταν «πλήρης ο οίκος της δόξης αυτού». Τα Σεραφείμ,
όμως, που στέκονταν κυκλικώς πέριξ του θρόνου με τα έξι
πτερά «εκέκραγεν έτερος προς τον έτερον και έλεγον
άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη της
δόξης αυτού» (Ησαΐας στ', 1-3). Ο προφήτης είδε τον
Κύριο της δόξης, αλλά οι άγγελοι έλεγαν τρεις φορές το
«άγιος».
Εδώ υπάρχει εμφάνιση του Τριαδικού Θεού δια του Κυρίου
της δόξης, του Γιαχβέ. Έτσι είναι: ο Θεός (Ελοχείμ), ο
Κύριος της δόξης (Γιαχβέ) και το «Πνεύμα Κυρίου».
«Υπάρχουν στην Εβραϊκή
παράδοση και στην πατερική παράδοση ορισμένες
διακρίσεις. Είναι ο Θεός, ο Γιαχβέ, και το Πνεύμα του
Θεού. Ο Θεός, ο Άγγελος και το Πνεύμα του Θεού. Ο Θεός,
ο Κύριος της δόξης και το Πνεύμα του Θεού. Υπάρχει στην
Παλαιά Διαθήκη ορολογία σαφής περί της Αγίας Τριάδος.
Υπάρχει, όμως, στην Καινή Διαθήκη μια διαφοροποίηση, που
εκτός από την ορολογία της Παλαιάς Διαθήκης,
προστίθενται και το Πατήρ και ο Υιός. Δηλαδή, η μόνη
διαφορά στην ορολογία περί του Θεού είναι ότι στην Καινή
Διαθήκη προστίθεται το Πατήρ και Υιός. Αυτή είναι η
διαφορά μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Και γι'
αυτό, εξ αιτίας της ενσαρκώσεως, αποκαλύπτεται ο Θεός
της Παλαιάς Διαθήκης ως Πατήρ, και ο Άγγελος της Παλαιάς
Διαθήκης ως Υιός στην Καινή Διαθήκη. Εκτός από αυτήν την
διαφορά, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ Παλαιάς και Καινής
Διαθήκης στην ορολογία. Αυτή είναι η διαφορά».
Έτσι, στην Παλαιά Διαθήκη ο Τριαδικός Θεός λέγεται:
Θεός, Γιαχβέ ή Μεγάλης Βουλής Άγγελος ή Κύριος της
Δόξης, Πνεύμα Θεού. Στην Καινή Διαθήκη, παράλληλα με την
παλαιοδιαθηκική ορολογία, χρησιμοποιείται και η ορολογία
Πατήρ, Υιός ή Λόγος, και Άγιον Πνεύμα, λόγω της
ενσαρκώσεως, αφού ο Χριστός έχει δύο φύσεις: ως άνθρωπος
ήταν Υιός της Παρθένου, ως Θεός ήταν Υιός του Πατρός
και, βεβαίως, η ενανθρώπηση έγινε δια Πνεύματος Αγίου.
Στην συνέχεια οι Πατέρες της Εκκλησίας, λόγω του ότι οι
αιρετικοί χρησιμοποιούσαν φιλοσοφική ορολογία, ήτοι
ουσία, ενέργεια, πρόσωπα, υποστάσεις, ομιλώντας για τον
Τριαδικό Θεό, που είχε ίδια δόξα και ήταν διαφορετικά
πρόσωπα, χρησιμοποίησαν και άλλη ορολογία, παράλληλα με
την ορολογία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης.
«Τώρα, υπάρχει και άλλη
διάκριση, μεταξύ της ουσίας του Θεού και της ενεργείας
του Θεού. Και μετά, υπάρχουν και οι υποστάσεις. Οπότε,
έχουμε ουσία, υπόσταση και ενέργεια.
Τώρα, αυτές οι διακρίσεις που γίνονται από τους Πατέρες
(και θέτω εδώ το ερώτημα το πιο σπουδαίο), είναι
φιλοσοφικές διακρίσεις, προέρχονται από την φιλοσοφική
σκέψη των Πατέρων; Είναι δηλαδή μεταφυσικές ή
οντολογικές διακρίσεις, που γίνονται μεταξύ ουσίας και
ενεργείας και των τριών υποστάσεων ή είναι από την
εμπειρία της Θεώσεως; Το συμπέρασμα που έφθασα είναι ότι
στην πατερική παράδοση η διάκριση ουσίας και ενεργείας
δεν είναι φιλοσοφική αλλά εμπειρίας».
Πάντως, το Τριαδικό του Θεού ομολογείται στην Παλαιά
Διαθήκη, στην Καινή Διαθήκη και στην διδασκαλία των
Πατέρων. Πρόκειται για την ίδια αλήθεια, αλλά
χρησιμοποιείται διαφορετική ορολογία. Η ίδια εμπειρία
διατυπώνεται με διαφορετικά ονόματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου