Παρασκευή 31 Μαρτίου 2017

Αντώνιος Σιατίστης - Ὁ Μοναχὸς καὶ Φιλομόναχος Ἐπίσκοπος


«Ὁ Μοναχὸς καὶ Φιλομόναχος Ἐπίσκοπος»


ἔκδοση Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Μικροκάστρου Σιατίστης
ἔκδοσις α' 2005

Μαρτυρία ανωνύμου περί Αντωνίου

Ὅταν ζοῦσε ὁ γέροντάς μου, ὁ ὁποῖος γνώριζε τὸν Ἅγιο Σιατίστης ἀρκετὰ καλά προτοῦ αὐτὸς γίνει Μητροπολίτης, μοῦ ἀνέφερε τὸν Ἅγιο Σιατίστης Ἀντώνιο Κόμπο ὡς τὸν κορυφαῖο τῶν Ἱεραρχῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἔτσι ὅταν κοιμήθηκε ὁ γέροντάς μου, πῆρα τηλέφωνο τὸν Ἅγιο Σιατίστης γιὰ νὰ τὸν ἐπισκεφθῶ. Μου εἶπε νὰ πάω σὲ κάποιες ἡμέρες, στὶς 22 Ἰουνίου 2004, ἐπειδὴ ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες εἶχε πολλὲς ὑποχρεώσεις. Ξεκίνησα ἀπὸ τὸ σπίτι μου μὲ τὸ αὐτοκίνητό μου, καὶ κατὰ τὶς ἔντεκα τὸ πρωῒ ἦμουν ἔξω ἀπὸ τὴν Μητρόπολη Σισανίου καὶ Σιατίστης. Πρώτη μου φορὰ ποὺ ἐπισκεπτόμουν Μητροπολίτη. Μπαίνω σε ἕνα μικρὸ σχετικὰ δωμάτιο μὲ λίγα γραφεῖα, ποὺ μᾶλλον ὑπόγειο θύμιζε, καὶ ζήτησα τὸν Σεβασμιώτατο. Σὲ ἕνα ἴσως λεπτό τῆς ὥρας ἔρχεται σὲ αὐτὸ τὸ ὑπόγειο ἕνας ταπεινὸς Χαριτωμένος Γέροντας, σκυφτὸς ἀπὸ τὴν ἠλικία, ποὺ θύμιζε μᾶλλον Γέροντα μοναχό, παρὰ τοὺς Ἐπισκόπους ποὺ συνήθως βλέπουμε στὶς μικρὲς ὀθόνες. Αὐτὸς ὁ ταπεινὸς Γέροντας ἦταν ὁ Σεβασμιώτατος! Ἤρθε γιὰ νὰ μὲ προϋπαντήσει, ἕναν τυχαῖο νέο, ποὺ οὔτε κὰν τὸν γνώριζε. Ἀφοῦ μὲ ὀδήγησε στὸ γραφεῖο του στὸν ἐπάνω ὄροφο, ἐξομολογήθηκα, καὶ μετὰ ἄρχισε νὰ μὲ νουθετεῖ μὲ τὰ σοφὰ καὶ πνευματικά του λόγια. Αὐτὸ ποῦ μοῦ ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση, καὶ θέλω νὰ τὸ καταθέσω, εἶναι ὅτι μοῦ μίλησε ὅτι ἔχουμε τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στὴν Ἐκκλησία μας. Καὶ ὅταν τὸν ρώτησα, ἂν ποῦμε π.χ. ὅτι ὁ τάδε Ἐπίσκοπος εἶναι Αἱρετικὸς Οἰκουμενιστής, τότε αὐτὸ εἶναι Ὀμολογία Πίστεως; Ὁ Ἅγιος Γέροντας, δὲν ἦταν θετικὸς στὴν παραπάνω μου ἐρώτηση, καὶ κατάλαβα ὅτι οἱ Ἅγιοι ἔχουν τὴν διάκριση καὶ πληροφοροῦνται ἀπὸ τὸν Θεό γιὰ τὶς ὅποιες ἐνέργειές τους, εἰδικὰ στὰ θέματα τῆς Ἐκκλησίας Του.
ἀνώνυμος

Γιατί συνιστούν οι Άγιοι Πατέρες να λέμε “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” και όχι “ελέησον ημάς”


«Γιατί συνιστούν οί Άγιοι Πατέρες να λέμε “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με” και όχι “ελέησον ημάς”, όπου το “ημάς” συμπεριλαμβάνει και τους άλλους; Δεν είναι εγωιστικό να νοιαζόμαστε μόνο για τον εαυτό μας, αδιαφορώντας για τους συνανθρώπους μας;»

Οί άγιοι Πατέρες προτιμούν να λέμε στον ενικό την ευχή, επειδή με τον λόγο “ελέησον με” (συχνά προσθέτουμε και “τον αμαρτωλών”) δηλώνουμε συναίσθηση της αμαρτωλότητας μας, όπως και ό Δαβίδ στους ψαλμούς πολλές φορές βοά “ελέησον με”, ενώ προσθέτει «ότι την άνομίαν μου εγώ γινώσκω» (Ψαλμ. ν’ 5) και «την άνομίαν μου έγνώρισα και την άμαρτίαν μου ουκ έκάλυψα» (Ψαλμ. λα’ 5). Το “ελέησον με” σημαίνει εξομολόγηση, αυτοέλεγχο, αύτομεμψία, αύτοσυναίσθηση της άμαρτωλότητας του προσευχομένου. Από τη συναίσθηση αυτή γεννιέται ή μετάνοια, ή συντριβή, οί στεναγμοί και τα δάκρυα, καθώς και πάλι μαρτυρεί ό προφητάναξ λέγοντας: «λούσω καθ’ έκάστην νύκτα την κλίνην μου, εν δάκρυσί μου την στρωμνήν μου βρέξω» (Ψαλμ. στ’7).

Λέγοντας, αδελφέ, τη μικρή αυτή ευχή (“Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με”), εάν επιθυμείς να γνωρίσεις καρποφορία, οφείλεις να στέκεσαι και συ ως άλλος Δαβίδ και ως άλλος Τελώνης. Ό τελευταίος από την πολλή συναίσθηση και το στήθος ακόμη χτυπούσε, φωνάζοντας: «ό Θεός, ίλάσθητί μοι τω Αμαρτωλώ!» Κατέβηκε δε αυτός δικαιωμένος παρά ό “δίκαιος” Φαρισαίος, κατά τη μαρτυρία του Κυρίου (Λουκ. ιη’14).

Και δεν αδιαφορούμε για τους άλλους. Ίσα-ίσα, επειδή νοιαζόμαστε για τους άλλους, φροντίζουμε τόσο πολύ για τον εαυτό μας. Άκουσε πάλι παράδειγμα: Ας υποθέσουμε ότι είσαι άσημος και μόνος. Ξαφνικά, έρχεται κάποιος φίλος σου το ίδιο άσημος και μόνος, όπως εσύ. Πέφτει στα πόδια και σε παρακαλεί: «Φίλε μου, σε παρακαλώ, τρέξε στους ισχυρούς να παρακαλέσεις για μένα. Έχω μεγάλη ανάγκη». Τι θα κάνεις; Όσο συνδέεται ό φίλος σου με τους ισχυρούς, άλλο τόσο τους ξέρεις και συ. Τι βοήθεια να προσφέρεις; Ασφαλώς τίποτε.

Αν όμως αγαπάς πραγματικά τον φίλο σου, αλλά και κάθε άλλο συνάνθρωπο, θα προβληματιστείς σοβαρά. Θα σκεφθείς: «Είναι ανάγκη να συνδεθώ οπωσδήποτέ με τους αρμοδίους. Πρέπει να βοηθήσω. Θα τρέξω λοιπόν στην πόλη• θα σπουδάσω• θα μορφωθώ• θα αποκτήσω θέσεις, φήμη και καλό όνομα. Σιγά-σιγά θα συνδεθώ με τους ισχυρούς και τότε θα μπορώ άνετα να πετύχω αυτά πού θέλω».

Τώρα, νομίζω, κατάλαβες Τι εννοώ. Αν θέλεις λοιπόν και συ να βοηθήσεις πνευματικά τους συνανθρώπους σου, φρόντισε πρώτα να συμφιλιωθείς ό ίδιος με τον παντοδύναμο Σωτήρα Χριστό με μετάνοια, με εξομολόγηση και να λες μαζί με τον Δαβίδ “ελέησον με!”

«Ωραία», θα μου πεις. «Να κάνω έτσι. Ας υποθέσουμε ότι συμφιλιώθηκα και εγώ με τον Κύριο Ιησού Χριστό. “Ε, τότε, από δω και πέρα δεν είναι εγωισμός να συνεχίσω να προσεύχομαι για τον εαυτό μου λέγοντας “ελέησον με” και όχι “ελέησον ημάς”;

Σωστή ή παρατήρηση σου, άκουσε όμως και την εξήγηση. Ό Απόστολος Παύλος γράφει: «Καθάπερ γαρ το σώμα εν εστίν και μέλη έχει πολλά… ύμεΐς δε έστε σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους» (Α’ Κορ. ιβ’ 12,27). “Ώστε, κατά τον “Απόστολο, «όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθημεν» αποτελούμε μέλη ενός σώματος, του οποίου κεφαλή είναι ό Χριστός. Λέει πάλι ό μέγας Παύλος: «είτε πάσχει εν μέλος, συμπάσχει πάντα τα μέλη, είτε δοξάζεται εν μέλος, συγχαίρει πάντα τα μέλη» (Α’ Κορ. ιβ’26).

Για παράδειγμα, αν ό Κώστας νίκησε στα 100 ή στα 400 μέτρα και βραβεύτηκε, δεν θα δώσουμε συγχαρητήρια στα πόδια του Κώστα, αλλά στον ίδιο τον άνθρωπο. Αν πάλι τυχόν χτύπησε στον αγώνα το πόδι του, τότε δεν πονάει μόνο το πόδι, αλλά πονάει ολόκληρος.

Το ίδιο και στα πνευματικά. Αν ένα μέλος της Εκκλησίας αγιάζεται με τους πνευματικούς του αγώνες, ή ωφέλεια είναι άμεση για όλα τα μέλη της Εκκλησίας μας, εφόσον αποτελούμε ένα σώμα. Ό αγιασμός αντανακλά σε όλο το σώμα της Εκκλησίας.

Όποιος γεμίσει μέσα του με την ευχή του Ιησού μοιάζει με τα ουράνια σώματα. Ό ήλιος, για παράδειγμα, είναι αυτόφωτος, αλλά ή σελήνη είναι ετερόφωτη. Καθώς λοιπόν ή σελήνη παίρνει το φως του ήλιου, το διοχετεύει και φωτίζει τη ζοφερή νύχτα, έτσι γεμίζει και ό προσευχόμενος με το άδυτο φως του Ήλιου της Δικαιοσύνης Χριστού και το μεταδίδει και στους «εν σκότει και σκιά θανάτου καθεύδοντας αδελφούς του». Άλλα, όπως ή σελήνη απλώνεται σε όλη τη γη, όμως τα πυκνά νέφη αναχαιτίζουν το φως της, έτσι και ό άνθρωπος πού ζει ή επιμένει στην αμαρτία καλύπτεται από ένα σύννεφο, το όποιο σκοτίζει τον νου του και δεν μπορεί να δεχθεί μέσα του το φως της νοητής σελήνης.

Αν και συ, αδελφέ, δεν βλέπεις μέσα σου το φως του νοητού ήλιου και της σελήνης, δεν φταίει ό ήλιος ούτε ή σελήνη. Φρόντισε με τη μετάνοια να διαλύσεις τα ζοφερά νέφη και τότε θα δεχθείς άπλετο το φως των προσευχών των Αγίων μέσα σου. Και αυτές είναι εμπειρίες, πού μόνος σου θα διαπιστώσεις. Πρόκειται για τα θαύματα πού βλέπει μέσα του ό κάθε αγωνιζόμενος πιστός.

Ό Άγιος Σιλουανός του Άθω γράφει ότι, όσο στη γη υπάρχουν Άγιοι, ό κόσμος θα στέκει. Εάν ή γη σταματήσει να παράγει Αγίους, τότε έφθασε στο τέλος της.

Όταν ένας Άγιος λέει με ταπείνωση και με αίσθημα άμαρτωλότητας το “ελέησον με”, αυξάνει μεν σε αγιασμό, αυξάνει όμως και ή παρρησία του ενώπιον του Θεού. Άλλα έχοντας συνείδηση ότι αποτελεί μέλος ενός σώματος και βλέποντας ότι τα περισσότερα μέλη του σώματος, δηλαδή οί περισσότεροι αδελφοί του Χριστιανοί, λόγω της αμαρτίας ασθενούν βαριά, τότε αναλαμβάνει στον εαυτό του τα βάρη των αδελφών και στενάζει σαν να είναι δικά του τα αμαρτήματα των άλλων. “Αν μάλιστα πάσχουν και άλλα μέλη από σωματική ή ψυχική ασθένεια, τότε συμπάσχει.

Ή ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με” είναι το ρεύμα πού φορτίζει την μπαταρία. Πηγή είναι ό Χριστός, μπαταρία είναι ή καρδιά του ανθρώπου. Με τη μικρή αύτη ευχή ή καρδιά φορτίζεται με Χριστό, φορτίζεται συνεπώς με χριστιανικές αρετές, φορτίζεται με ζήλο, με πόθο, με ερωτά Χριστού. Πολύ φορτίζεται; Πολύ γεμίζει, πολύ χριστοποιείται. Μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, πού να αποκτά, κατά τον όρο των αγίων Πατέρων, τον “μανικόν ένθεον έρωτα”.

Όμως ό θείος αυτός έρωτας, κατά τους Πατέρες, έχει διπλή ιδιότητα: όσο περισσότερο αγαπάμε τον Θεό, τόσο περισσότερο αγαπάμε και την εικόνα Του, δηλαδή τον άνθρωπο• και όσο περισσότερο συμφιλιωθούμε με τον Δημιουργό μας, τόσο περισσότερο βοηθούμε και το δημιούργημα Του, τον συνάνθρωπο.

Λέγοντας ένας Άγιος την ευχή, στο “ελέησον με” περιλαμβάνει πολλά. “ελέησον με”, εννοεί: «Στήριξέ με στην οδό του αγιασμού, όπου Εσύ με οδήγησες, μην τυχόν και πέσω», κατά τον Απόστολο. “ελέησον με”, εννοεί: «Φώτισε με, οδήγησε με». “ελέησον με”, εννοεί: «Βλέπεις την αγάπη μου, τη συμπόνια μου υπέρ των αδελφών μου. Ώ Κύριε, παρακαλώ, μνήσθητι πεινώντων και διψώντων, μνήσθητι όσων πάσχουν ψυχικά και σωματικά, από καρκίνο, από εγκεφαλικά, από καρδιοπάθειες, από ψυχασθένειες, από διάφορες δαιμονικές επιδράσεις. Μνήσθητι όσων κινδυνεύουν από όλα αυτά και από κάθε ενέδρα του εχθρού. Φύλαξε τους οικείους, τους συγγενείς, τους ομοπίστους, τους ομογενείς και όλο τον κόσμο Σου από κάθε επιβουλή του αντικειμένου». “ελέησον με”, εννοεί: «Μνήσθητι πάσης επισκοπής Χριστιανών Ορθοδόξων και παντός του ιερού κλήρου και φώτισε να ορθοτομούν τον λόγον της αληθείας». Ακόμη, «μνήσθητι πάντων των έντειλαμένων εύχεσθε υπέρ αυτών και ιδιαιτέρως όσων έχουν ειδική ανάγκην».

Αν θέλεις, θα σου πω και κάτι άλλο, καθώς το έμαθα από τον αείμνηστο Γέροντα μου. «Πολλές φορές», έλεγε, «ή μπαταρία γεμίζει και ξεχειλάει». Τότε παύει αυτή ή ευχούλα και ως άλλος οδηγός φωτίζει τον νου Ή ψυχή αισθάνεται έντονα τη Θεία Παρουσία, τα μέλη παραλύουν και, πέφτοντας στα πόδια του γλυκύτατου Ιησού, αναλύεται σε έναν ποταμό δακρύων. Άλλοτε πάλι, σιωπά από δέος και θαυμασμό ή ψελλίζει ερωτικά ό,τι τη στιγμή εκείνη τη διδάσκει ό ένθεος έρωτας, δηλαδή το Πανάγιο Πνεύμα.

Και αφού κορεσθεί ή ψυχή από θεία αγάπη, τότε αυτή ή ίδια αγάπη, με τη διπλή της ιδιότητα, στρέφει το βλέμμα προς τους αδελφούς της. Τι ευκαιρία! Είναι μοναδική ή ευκαιρία τώρα πού κρατά στα χέρια τον Ποθούμενο και Παντοδύναμο. Και λέει: «Ω γλυκύτατε Ιησού, φως της ψυχής μου, ό μόνος πραγματικός έρως! Εγώ μεν αισθάνομαι αυτή τη στιγμή ελεημένος και πανευτυχής, όμως ένα κέντρο με κεντά. Μαζί με την αγάπη, έχω μέσα μου έναν άλλο τόσο πόνο. Βλέπω τους αδελφούς μου, βλέπω την Εκκλησία μας, βλέπω τους ανθρώπους πού πάσχουν, και δεν αντέχω. Συμπονώ και συμπάσχω. Γι’ αυτό σε ικετεύω, ως Πανάγαθος και Παντοδύναμος, βοήθησε τους. Φταίνε; Το παραδέχομαι. Και ζητώ συγγνώμη. Ομολογώ το “ήμαρτον”. Μέλη του σώματος μου είναι. Συνυπεύθυνος είμαι. ‘Αλλά κρούω το έλεος και την άπειρη φιλανθρωπία σου. Βοήθησε! Βοήθησε!»

Να, αγαπητέ μου, πώς ή αγάπη μας ενώνει εν Χριστώ με όλα τα μέλη της Εκκλησίας μας και πώς, με τίς προσευχές των Αγίων και όσων αγωνίζονται τον καλό αγώνα, βοήθα ό Κύριος και τα υπόλοιπα ασθενή μέλη, για τα όποια ανέχεται, μακροθυμεί και αναμένει όλων τη μετάνοια για τη σωτηρία.

Είδες, αυτές μόνο οι πέντε λέξεις της ευχούλας, που μπορούν να ανεβάσουν τον άνθρωπο; Ευχήσου και για μένα τον ράθυμο, αλλά και για όλους τους εν Χριστώ αδελφούς μας, να χτυπάμε ασταμάτητα την πόρτα του ελέους του Κυρίου μας, σίγουροι ότι θα τηρήσει την υπόσχεση Του, όταν είπε: «κρούετε, και ανοιγήσεται ύμίν» (Λουκ. ια’ 9) και «ό πιστεύων έπ’ αύτω ου μη καταισχυνθη» (Α’ Πέτρ. β’ 6). Αμήν.

Συζήτηση με τον Γέροντα Ιωσήφ Διονυσιάτη για την προσευχή


agiosioannisprodromos.blogspot.gr

Δεν μπορείς να συγκρατήσεις τον εαυτό σου, όταν έρχεται αυτή η Χάρις


Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης
Γέρων Εφραίμ ο Κατουνακιώτης
Πολλές φορές απορούσα, πως οι άγιοι Πατέρες, όταν προσευχόντουσαν, σήκωναν τα χέρια ψηλά; Δεν μπορούσα να το καταλάβω. Όταν ήρθε η σειρά, τότες το κατάλαβα

Δεν μπορείς, πάτερ, να συγκρατήσεις τον εαυτό σου, όταν έρχεται αυτή η χάρις, να πούμε, δεν μπορείς. Αλλά ποτές, όμως, στη ζωή μου δεν σήκωσα κι εγώ τα χέρια ψηλά στον ουρανό. Ψυχικώς τα σήκωσα πολλές φορές. Ως υιός προς Πατέρα…Δεν μπορείς να συγκρατήσεις τον εαυτό σου. Όταν υπερεκχυλίσει η χάρις, τότες κι εσύ τα χάνεις. Όταν συσταλεί η χάρις, τότε σε πιάνει ρίγος. Πού προχώρησα! Πού προχώρησα!

Άλλη φορά μάζευα μύγδαλα στην περιοχή μας, να πούμε, και πέρασε ένα αεροπλάνο, επειδή το μέρος μας είναι μεταξύ δύο, ένα βουνό εδώ κι άλλο εκεί, κι είμαστε στη χαράδρα· και το έφερνε σαν μελωδία, να πούμε, σαν χορωδία. Ο βόμβος του αεροπλάνου, το ‘φερνε σαν μελωδία, σαν μουσική, να πούμε.

Έφυγε η ψυχή μου αμέσως, απότομα, έφυγε η ψυχή μου προς ύπάντησιν του Νυμφίου, όπως λέει., νομίζω, στον Απόστολο: «Ημείς δε αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου, και ούτω πάντοτε μετά του Κυρίου εσόμεθα» (Α’ Θεσ. 4, 17). Έτσι τότες από την πείρα καταλαμβάνεις τι εννοεί ο Απόστολος. Όταν δεν το περάσεις, το καταλαμβάνεις εν μέρει, πλήρως δεν το καταλαμβάνεις. Το καταλαμβάνεις όταν τον περνάς αυτόν τον δρόμο, να πούμε. Και λέω, νά, γι’ αυτό λέει ο Απόστολος: «Ημείς δε αρπαγησόμεθα».

Κάτι τέτοια δεν τα προκαλείς εσύ, μονάχα τους έρχονται. Αλλιώς είναι να τα σχεδιάζεις, να τα μελετάς, να τα γράφεις, και αλλιώς είναι μονάχα τους να έρχονται, να πούμε.

Έκανα μετάνοιες. Έρχεται ο λογισμός: Έκεί που κάνεις μετάνοιες, εκεί είναι τα ποδάρια του Χριστού». Πέφτω και φιλώ το έδαφος εκεί που πάτησε ο Χριστός, το φιλώ και το ασπάζομαι το έδαφος όπου πάτησε ο Χριστός. Μά, μονάχα τους έρχονται, δεν τα προκαλείς εσύ, μονάχα τους έρχονται. Αυτή είναι η χάρις, αδελφέ μου.

Πηγή: Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, Έκδοση Ι. Ησυχαστηρίου «Άγιος Εφραίμ» Κατουνάκια Αγίου Όρους, Α’ έκδοση 2000

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΤΑΝΟΟΥΝΤΟΣ


Δεν γνωρίζω εσύ που διαβάζεις το παρών κείμενο ποιος είσαι, ποια είναι η ηλικία σου, ποια θέση κατέχεις στην κοινωνία και τι μόρφωση πήρες.
Ένα μόνο γνωρίζω ότι όποιος και αν είσαι έχεις ανάγκη εξομολογήσεως. Είναι αδύνατον μα εντελώς αδύνατον να μην έχεις πιαστεί σε λίγα ή σε πολλά αμαρτήματα.
«Ουκ έστιν άνθρωπος, ος ζήσεται και ουχ αμαρτήσει». Και ένα αμάρτημα, αν διέπραξες πολύ είναι. Διότι κάθε αμαρτία είναι «ανομία» δηλαδή παράβαση του νόμου του Θεού.
Η παράβαση δε αυτή θα έχει ως ποινή την ημέρα της Κρίσεως τον ψυχικό θάνατο, τον αιώνιο θάνατο. «Τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος». Και όταν πεθάνει κανείς είτε από πολλές ασθένειες είτε από μια το
ίδιο είναι εφ’ όσον πέθανε. Πως θα γλυτώσεις όμως; Όπως και όταν πιείς θανατηφόρο δηλητήριο ή τραυματισθείς σοβαρά. Τι κάνεις τότε; Τρέχεις στο γιατρό για να κάνεις εμετό το δηλητήριο να σου κάνει
εγχείρηση να σου βγάλει το κακό από μέσα σου. Το ίδιο θα κάνεις και τώρα. Τρέξε στον πνευματικό γιατρό. Εκεί θα πεις τα αμαρτήματά σου και θα σωθείς. Του έδωσε ο Θεός την χάρη αυτή.
«Αν τινων αφητε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινων κρατήτε κεκράτηνται». Το ακούς; Αν δεν τρέξεις να λυθείς χάθηκες για πάντα. Κανένας ούτε ο μεγαλύτερος Άγιος από όσους είναι εις την Βασιλεία του
Θεού δεν σώζεται εάν δεν καταφύγει στο μυστήριο αυτό. Όλοι, όλοι πέρασαν από το ιατρείο αυτό.
Υπάρχει όμως μια διαφορά. Προτού πας στον Πνευματικό γιατρό πρέπει να κάνεις μόνος σου τη διάγνωση. Θα κάνεις δηλαδή έναν αυτοέλεγχο μια αυτοανάκριση, μια εμβάθυνση στο εσωτερικό σου, μια
πνευματική ανασκόπηση. Με άλλα λόγια πρέπει να γνωρίσεις τον εαυτό σου, τις παραβάσεις του Θείου Νόμου, τις κακίες σου, τα αμαρτήματά σου.
Άρχισε να εξετάζεις με προσοχή:
α) Την γλώσσα σου
Και ο γιατρός δεν σου λέει να του δείξεις πρώτα την γλώσσα σου; Πόσα αμαρτήματα δεν διαπράττει η γλώσσα! Λέγει το ψεύδος, που πολλοί το έχουν για τίποτε στην ημερήσια διάταξη. Και όμως είναι
αμάρτημα όχι μικρό. Το απαγορεύει ο Θεός δια της ενάτης εντολής. Σκέψου μήπως η γλώσσα σου κινήθηκε να διαβάλει και να συκοφαντήσει άλλον, οπότε του έβλαψες την τιμή και την υπόληψη, τον
πλήγωσες ηθικώς, του προξένησες κακό χειρότερο και από τον φόνο. Μήπως μολύνεται η γλώσσα σου με την κατάκριση; «Μη κρίνετε ίνα μη κριθήτε» είπε ο Κύριος. Πολύ περισσότερο, μήπως η γλώσσα
σου κατέκρινε πρόσωπα ιερά; Μάθε ότι σε τέτοια γλώσσα κάθεται ο διάβολος.
Εξέτασε τη γλώσσα σου επίσης μήπως ψευδόρκησε ή επιόρκησε. Βαρύ το αμάρτημα. Ορκίσθηκες εις τον Θεόν, ότι θα πεις την αλήθεια και είπες το ψέμα χωρίς να υπολογίσεις ότι επικαλέστηκες τον Θεό
μάρτυρα ή έδωσες υπόσχεση ότι θα την τηρήσεις και όμως την παρέβης. Σε αυτό το αμάρτημα είναι ένοχοι και όσοι κάνουν όρκους τυχαίους έστω και αν είναι αληθινοί οι όρκοι. Για παράδειγμα (Μα τον Θεό.
Να μη χαρώ τα παιδιά μου κλπ.). Οι όρκοι αυτοί απαγορεύονται από τον Θεό στην Τρίτη εντολή. «Ου λήψη το όνομα Κυρίου του Θεού επί ματαίω».
Άλλο αμάρτημα της γλώσσας είναι η βλασφημία. Τρομερό αμάρτημα. Τόσο τρομερό που ούτε ο διάβολος ο οποίος όλα τα αμαρτήματα τα κάνει βλασφημεί: «Και τα δαιμόνια πιστεύουσι και φρίσουσι». Ακόμα
να εξετάσεις τη γλώσσα σου μήπως είναι ένοχη στα αμαρτήματα της αισχρολογίας, ανήθικων ασμάτων, της ευτραπελίας και αργολογίας. Η γλώσσα τότε αναδίδει δυσοσμία. Χάνεται και ο πολύτιμος χρόνος
της ζωής μας, κατασπαταλάται κατά τον χειρότερο τρόπο. Ο Κύριος είπε ότι «Περί παντός λόγου αργού δύσωσι λόγο οι άνθρωποι εν ημέρα Κρίσεως». (Ματθαίου ιβ-36).
β) Τα χέρια σου να εξετάσεις
Ναι θα τα εξετάσεις εάν είναι καθαρά. Από τι; Από την κλοπή και από τις άλλες αδικίες που γίνονται με διάφορα μέσα. Όπως την νοθεία, την απάτη κ.λ.π. και εάν γίνονται σε βάρος είτε ενός είτε πολλών. Λέω
πολλών γιατί στις μέρες μας πολλοί δεν θεωρούν αμαρτία να κλέψουν το Δημόσιο ή διάφορους οργανισμούς. Πρέπει να ξέρεις όμως ότι το κάθε ξένο που έχεις είναι φωτιά που θα σε κάψει. Τι κάνεις όταν
πέσουν κάρβουνα επάνω σου; Τα πετάς. Επίσης σκέψου μήπως τα χέρια σου έγραψαν ανώνυμες επιστολές για να προκαλέσεις ζημιά σε άλλο, μήπως έδειραν ή χρησιμοποιήθηκαν για απόπειρα
αυτοκτονίας ή έγιναν αιτία φόνου κατά οποιονδήποτε τρόπο. Θα εξετάσεις ακόμα τα χέρια σου μήπως προκειμένου να ευεργετήσουν και να εργαστούν το καλό είναι σφικτά γιατί «ανίλεως η κρίσις τω μη
ποιήσαντι έλεος». Και άλλη αμαρτία μπορεί να κάνουν τα χέρια σου. Να εργάζονται και την Κυριακή και να καταπατάς έτσι την Κυριακή αργία. «Εξ ημέρας έργα και ποιήσεις πάντα τα έργα σου τη δε εβδόμη
σάββατα Κυρίω τω Θεώ σου». Πρέπει όμως να προσέξεις ένα άλλο πράγμα. Πιθανόν να μην εργάζεσαι την Κυριακή αλλά να την βεβηλώνεις με αμαρτωλές διασκεδάσεις ή χαρτοπαιξίας ή μέθη, αλλά
«μέθυσοι βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι».
γ) Τα πόδια σου
Πηγαίνουν τα πόδια σου τας Κυριακάς και τας μεγάλας εορτάς εις την Εκκλησίαν; Δεν γνωρίζεις, ότι το να μη προσεύχεται κανείς, είτε ατομικώς εις το σπίτι, είτε ομαδικώς εις την Εκκλησίαν είναι αμάρτημα;
Είναι αναγκαίος ο εκκλησιασμός. Τόσον αναγκαίος ώστε η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος επιβάλλει αφορισμόν, σε όποιον δεν εκκλησιάζεται, άνευ απολύτου ανάγκης, επι τρεις συνεχείς Κυριακάς.
δ) Τα μάτια σου
Αμαρτάνει ο άνθρωπος και με τα μάτια, όταν βλέπει άσεμνα πράγματα, διαβάζει μυθιστορήματα και ρυπαρογραφήματα, ή παρακολουθεί ανήθικα θεάματα. Δια του τρόπου αυτού επέρχεται θάνατος ψυχικώς.
«Ανέβη δια θυρίδων θάνατος». (Ιερεμίας Θ-20).
ε) Την καρδιά σου
Την καρδιά σου θα ερευνήσεις περισσότερο. Γιατί στην καρδιά φωλιάζουν τόσα και τόσα πάθη και αμαρτήματα. Γίνεται κέντρο κακών και έδρα παθών. Τοιαύτα πάθη είναι: Η μνησικακία και το μίσος. Ο Κύριος
εδήλωσε καθαρά. «Εάν μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο Πατήρ ημών αφήσει τα παραπτώματα υμών». Ο φθόνος και η ζηλοτυπία, φοβερά πάθη που βασανίζουν τον αμαρτωλόν και
τον αποξενώνουν από τον Θεόν της αγάπης. Ο θυμός και η οργή, που στενοχωρούν τον άνθρωπον, τον τυφλώνουν και τον οδηγούν και εις τον φόνον. Η πλεονεξία η οποία είναι ειδωλολατρία.
Η υπερηφάνεια και η κενοδοξία, αμαρτήματα τα οποία αποστρέφεται ο Θεός. Πάθος και μάλιστα φοβερώτατον είναι η ανιθηκότης, η οποία μαστίζει σήμερον την κοινωνίαν. Τα ανήθικα αμαρτήματα
απομακρύνουν τον δούλον των από τον Θεόν της αγάπης και φέρνουν την οργήν Του «επί τους υιούς της απειθείας». Αμαρτήματα σιχαμερά, ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Πάθος της καρδίας ωσαύτως είναι
και η απιστία, που τυφλώνει τον άνθρωπον και δεν βλέπει την αλήθειαν. Απιστεί ο άνθρωπος προς τον Θεόν, αρνείται τις χριστιανικές διδασκαλίες και το περίεργον είναι, ότι εμπιστεύεται εις τον σατανάν και
καταφεύγει εις τας μαντείας, τας μαγείας (ξόρκια) τον πνευματισμόν και λοιπάς σατανικάς ενεργείας, δια τας οποίας η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος επιβάλλει επιτίμια όχι μικρά. Επίσης αμαρτία είναι η
ολιγοπιστία, η ανησυχία δια το μέλλον μας. Αυτό σημαίνει άρνησιν της Θείας Προνοίας. Να φροντίζωμεν, ναι χωρίς όμως να ανησυχώμεν.
Εκτός αυτών, χριστιανέ μου, είναι ενδεχόμενον να είναι και άλλα αμαρτήματα, εις τα οποία θα βρεθής ένοχος. Γι’ αυτό θα ερευνήσης προσεκτικά τον εαυτό σου, δια να ιδής πως φέρεσαι ως οικογενειάρχης,
ως επαγγελματίας, ως άνθρωπος κατέχων μιαν θέσιν εις την κοινωνίαν. Το αξίωμα σου το χρησιμοποιείς δια την εξυπηρέτησιν και των άλλων; Είσαι εξυπηρετικός; Έχεις πνεύμα αγάπης; Αυτός ο Αρχηγός
μας «ουκ ήλθε διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι».
Θα εξετάσης όχι μόνον τι κακά έκαμες ή επεθύμησες ή εσκέφθης επί πολύ, αλλά και αν δεν έπραξες το καλόν. Και οι νεκροί δεν κάνουν κακόν, πλην όμως είναι νεκροί, διότι δεν εργάζονται το καλόν «Ειδότι
καλόν ποιείν και μη ποιούντι αμαρτία αυτώ εστί».
Τι λες αναγνώστα; Τελείωσε το καθήκον σου με το διάβασμα που έκαμες; Δεν ετελείωσε. Αυτή ήταν μόνον διάγνωσις, αλλά διάγνωσις χωρίς θεραπεία, δεν προλαμβάνει τον θάνατον. Γι’ αυτό αφού εξετάσης
τα βάθη της ψυχής σου, όχι με επιπολαιότητα αλλά με προσοχήν τρέξε να βρεις πνευματικό τώρα. Μη περιμένεις να έλθουν μεγάλες ημέρες να εξομολογηθείς, διότι δεν θα πας. Και να σου πω
γιατί δεν θα πας. Ο Σατανάς, που σε έχει δεμένον μέχρι σήμερον θα σου φέρει χίλια εμπόδια για να μην του φύγης. Θα σου παρουσιάση τα αμαρτήματά σου τόσο εξογκωμένα και μεγάλα και θα σου
σφυρίζη, ότι εσύ πλέον δε σώζεσαι. Μην τον ακούς. Όλα συγχωρούνται. Αρκεί να τα φανερώσεις στον πνευματικό. Και εδώ θα σε πολεμήση, Με την ντροπή. Πόσους δεν κρατεί με την ντροπή. Σκέψου
όμως, ότι αυτά που ντρέπεσαι να τα πης μυστικά στον πνευματικό, θα φανερωθούν εν ημέρα Κρίσεως ενώπιον των Αγίων, των Αγγέλων του Θεού.
Που θα σταθής τότε; Μπορεί πάλιν ο διάβολος να σου τα παρουσιάσει μικρά και ανάξια λόγου. Είναι παγίδα δια να αναβάλης την εξομολόγηση. Για όνομα Θεού. Μην αναβάλης Σου παίρνει το παρόν ο
Σατανάς, που είναι στο χέρι σου και σου υπόσχεται το μέλλον που δεν το εξουσιάζεις. Έχεις όμως συμβόλαιο, ότι θα ζήσεις έπειτα από μήνες; Πως τότε αναβάλεις; Πάτησε λοιπόν τον διάβολο και τρέξε να
βρης πνευματικό. Ώ τότε! Τι χαρά! Χαρά σε σένα. Χαρά παντοτεινή. Χαρά και στον ουράνιο κόσμο. «Χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού επί ενι αμαρτωλώ μετανοούντι».
Τίποτα δεν είναι χειρότερο από την αμαρτία και τίποτε δεν είναι ανώτερο από την μετάνοια.

Σάββατο 25 Μαρτίου 2017

Πρωτοπρ.ΝικόλαοςΜανώλης, "Περί της Ευχής του Ιησού".wmv

Βαλαάμ: ο πνευματικός πρόγονος των Νικολαϊτών





 

Το Νικολαϊτης προέρχεται από το Νικόλαος, που μεταφράζεται από το όνομα FILIPP_dok.jpgΒαλαάμ. Ο Βαλαάμ ήταν αυτός που είχε βάλει τότε σκάνδαλο στους Εβραίους, να πέσουν στην πορνεία και να προσφέρουν θυσία στα είδωλα των γειτόνων των.

Το λέγει αυτό πολύ καλά το βιβλίο των Αριθμών. Εξ άλλου και στο βιβλίον της Αποκαλύψεως το σημειώνει αυτό ο Χριστός και λέγει: «όπως ο Βαλαάμ έκανε εκείνο κι εκείνο...»

 Συνεπώς το Νικολαϊτης προέρχεται από το όνομα Βαλαάμ. Γι' αυτό σας είπα ότι δεν έχει καμμία σχέσι με τον προσήλυτον, το διάκονον Νικόλαον - όνομα εξ άλλου ελληνικό.

Αν και Νικόλαος θα πη αυτός που καταστρέφει τον λαό, αυτός που νικάει τον λαό. Δεν είναι η νίκη του λαού, αλλά αυτός που νικάει τον λαό, και συνεπώς καταστροφεύς, λυμεών.

Βαλαάμ λοιπόν και Νικολαϊτης σημαίνει καταστροφεύς λυμεών καταστροφεύς του ίδίου σώματος.

Και εκεί ο Χριστός λέγει εις τον επίσκοπον της Εφέσου: «Μισώ τα έργα των Νικολαϊτών, οι οποίοι επιδίδονται στα σαρκικά αμαρτήματα, στην πορνεία και την ποικίλη αμαρτία. Μισώ τα έργα αυτών!».

Η διδασκαλία των αιρετικών νικολαϊτών


Επειδή χθες διαβάστηκε η αποστολική περικοπή για την πορνεία, παραθέτουμε πολύ μικρό απόσπασμα από την πολύ ωφέλιμη ομιλία του κ. Νικολάου Σωτηρόπουλου με θέμα «Νικολαΐτες» (8-2-1998) για τη διδασκαλία των αιρετικών νικολαϊτών .

Η διδασκαλία των αιρετικών νικολαϊτών

XAPAKTHPIΣMOI AIPETIKΩN«Οι Νικολαΐτες δίδασκαν υπερ των σεξουαλικών πράξεων, υπερ των σεξουαλικών αμαρτιών. Δίδασκαν «το παραχρήσθαι τη σαρκί». Τί σημαίνει αυτό; Δίδασκαν ότι οι άνθρωποι πρέπει οπως θα λέγαμε σήμερα, «να πέφτουν με τα μούτρα» στις σαρκικές αμαρτίες, για να μπουχτήσουν τις αμαρτίες και να μην έχουν όρεξη κατόπιν να κάνουν αμαρτίες. Φανταστείτε ο διάβολος τί ιδέα είχε ενσφηνώσει στα μυαλά τους. Δίδασκαν, να κάνουμε το κακό, για να έλθει το καλό. Να κάνουμε την αμαρτία, να την μπουχτήσουμε, να την κόψουμε και έτσι να έλθει το καλό. Μεγάλη διαστροφή. Οι νικολαΐτες προχωρούσαν και έλεγαν ότι οι σαρκικές εκτροπές δεν είναι καν αμαρτίες. Δεν είναι αμαρτία η πορνεία, δεν είναι αμαρτία η μοιχεία, δεν είναι αμαρτία η ομοφυλοφιλία».
Την ομιλία θα τη βρείτε στο βιβλιοπωλείο «Ο ΣΤΑΥΡΟΣ», της αγαπημένης Αδελφότητας του π. Αυγουστίνου
Ζωοδόχου Πηγής 44, Αθήνα

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΝΙΚΟΛΑΙΤΙΣΜΟΣ;




 ΝΙΚΟΛΑΪΤΙΣΜΟΣ, ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ
Του κ. Χριστόδουλου Βασιλειάδη,
Δρ. Θεολογίας - Μουσικολόγου
=====
Α.) ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΝΙΚΟΛΑΙΤΙΣΜΟΣ
Νικολαϊτισμὸς ἦταν μιὰ γνωστικὴ αἵρεση τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων. Πίστευαν στὴν ὕπαρξη δύο ἀρχῶν, οἱ ὁποῖες δεσπόζουν τοῦ σύμπαντος, στὸν θεὸ τοῦ καλοῦ καὶ τὸν θεὸ τοῦ κακοῦ. Πίστευαν ἀκόμη καὶ στὴν κακότητα τῆς ὕλης, μὲ τὴν δικαιολογία ὅτι τὴν ὕλη δημιούργησε ὁ Θεὸς τοῦ κακοῦ. Ἐπιζητοῦσαν τὴν ἀκολασία, νομιζόμενοι ὅτι μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ φθείρεται ἡ σάρκα, δημιούργημα, κατὰ τὴν ἄποψή τους, τοῦ θεοῦ τοῦ κακοῦ. Ἀσχολοῦντο ἀκόμη μὲ τὶς εἰδωλικὲς θυσίες καὶ βρώση εἰδωλοθύτων. Μερικοὶ ἀντιαιρετικοὶ συγγραφεῖς ὑπέθεσαν κακῶς ὅτι ἀρχηγὸς τῶν Νικολαϊτῶν ἦταν ὁ Νικόλαος, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ διακόνους. Σύμφωνα μὲ κάποια ἄποψη ἀντιαιρετικῶν συγγραφέων ὁ Νικόλαος εἶχε ὡραία σύζυγο καὶ ἤθελε νὰ ἐπιδοθῇ στὴν ἐγκράτεια. Ὅμως παρασύρθηκε σὲ λαγνεία καὶ παρέδωσε τὴ σύζυγό του σὲ χρήση ὅσων ἤθελαν νὰ ἀσελγήσουν μαζί της. Δικαιολογοῦσε μάλιστα αὐτὴ τὴν κατάσταση, λέγοντας ὅτι ἡ ἐπίδοση στὶς σαρκικὲς ἁμαρτίες εἶναι χρήσιμη στὴ φθορὰ τῆς σάρκας, ἄρα καὶ τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος καὶ κατ’ ἀκολουθία στὴν τάχα ἐπίτευξη ὑψηλότερου πνευματικοῦ βίου.

Στὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως, τὸ τελευταῖο τοῦ Κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὁ Κύριος μιλᾶ μὲ ἔντονα ἐλεκτικὸ λόγο γιὰ τοὺς Νικολαΐτες. Γιὰ παράδειγμα ἀπευθυνόμενος ὁ Κύριος στὸν ἐπίσκοπο Ἐφέσου, τοῦ λέγει ὅτι μισεῖ τὶς βδελυρὲς καὶ σαρκικὲς παρεκτροπὲς τῶν Νικολαϊτῶν[1]. Περαιτέρω ἀπευθύνεται στὸν ἐπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Περγάμου καὶ τοῦ λέγει ὅτι πέραν τῶν ἐπισκοπικῶν του προτερημάτων, ἐν τούτοις ὁ Κύριος ἔχει ἐναντίον του καὶ λίγα παράπονα. Διότι ἔχει στὴν ἐπισκοπή του καὶ ἀνέχεται, μερικούς, ποὺ τηροῦν τὴ διδασκαλία τοῦ ἐθνικοῦ μάντη Βαλαάμ, ὁ ὁποῖος δίδασκε στὸν Βαλὰκ τὸν βασιλιᾶ τῶν Μωαβιτῶν νὰ βάλῃ σκάνδαλο μπροστὰ στοὺς Ἰσραηλῖτες γιὰ νὰ τοὺς παρασύρῃ νὰ φᾶνε εἰδωλόθυτα καὶ ἐν συνεχείᾳ νὰ πορνεύσουν. Ἐλέγχει ὁ Κύριος τὸν ἐν λόγῳ ἐπίσκοπο γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἔχει μερικοὺς στὴν ἐπισκοπή του ποὺ προσομοιάζουν μὲ τοὺς Ἰουδαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τῆς ἐποχῆς ἐκείνης τοῦ Βαλαάμ[2]. Αὐτὸ τὸ γεγονὸς δηλοῖ μιὰ διαφορετικὴ ὄψη τῆς πλάνης τῶν νικολαϊτῶν, ποὺ τοὺς συνδέει μὲ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
_________

[1] Ἀποκ. β΄ 6.
[2] Ἀποκ. β΄ 14-15.

π.Σάββας Λαυριώτης-Ομιλία στο ηρωϊκό Ναύπλιο.Γέροντας Κύριλλος Κατουνακιώτης προς τον Αργολίδος Νεκτάριο: Σεβασμιώτατε με εξυβρίσατε και με συκοφαντίσατε, σας οφείλω δημόσια απάντηση!




ΔΗΛΩΣΗ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΟΥ ΤΟΥ ΚΕΛΛΙΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ Προς τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Αργολίδος κ. Νεκτάριο (εφόσον εν μετανοία επιστρέψει στην ορθοτόμηση του Λόγου της Αληθείας, δηλαδή του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, ως προς το Σώμα Του που είναι η Εκκλησία των Αποστόλων και όχι η Νεοφανής Ψευδο-Εκκλησία του Οικουμενισμού  ή Γνωστικισμού ή Θρησκευτικού Συγκρητισμού, με […]
Γέροντας Κύριλλος Κατουνακιώτης προς τον Αργολίδος Νεκτάριο: Σεβασμιώτατε με εξυβρίσατε και με συκοφαντίσατε, σας οφείλω δημόσια απάντηση!

ΔΗΛΩΣΗ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΟΥ

ΤΟΥ ΚΕΛΛΙΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Προς τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Αργολίδος κ. Νεκτάριο

(εφόσον εν μετανοία επιστρέψει στην ορθοτόμηση του Λόγου της Αληθείας, δηλαδή του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού,
ως προς το Σώμα Του που είναι η Εκκλησία των Αποστόλων και όχι η Νεοφανής Ψευδο-Εκκλησία του Οικουμενισμού  ή Γνωστικισμού ή Θρησκευτικού Συγκρητισμού, με τα Νεοφανή της Δόγματα που περιέχονται στην ψευδο-συνοδική παναιρετική απόφαση «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», η οποία Νεοφανής Ψευδο-Εκκλησία ιδρύθηκε από μόνες τις δέκα (10) Αυτοκέφαλες που μετείχαν στο Συνέδριο της Αποστασίας της Κρήτης, και οι οποίες εκπροσωπούν μόνο το ένα τρίτο (1/3) των Ορθόδοξων πιστών
ήτοι ως προς τα Άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν» και «Ομολογώ έν  βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών»,
όπως
ο καταδικασθείς σε καθαίρεση και αφορισμό, στη Σύνοδο του 1344 από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη Καλέκα, Αγιορείτης ιερομόναχος Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και ο μαθητής του μοναχός Ιωσήφ ο Καλόθετος απάντησαν στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη Καλέκα το 1344 (δηλαδή πριν την καθαίρεση αυτού του τελεταίου το 1347) για την καινοτομία του στην Ορθόδοξη Πίστη που αφορά τη λατινόφρονη αίρεση της κτιστής Χάριτος, δηλαδή  ότι ο τότε Πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας, αποδεχόμενος την εν λόγω καινοτομία, ίδρυσε την Νεοφανή Ψευδο-εκκλησία του με τα νεοφανή του δόγματα, και δεν μπορεί να αφορίσει από την Εκκλησία του Χριστού τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και τον μαθητή του μοναχό Ιωσήφ Καλόθετο, οι οποίοι διώχθηκαν από τον Πατριάρχη Καλέκα επειδή παραμένουν στην Εκκλησία των Αποστόλων ως Σώμα Χριστού)

Σεβασμιώτατε (με την Ορθόδοξη έννοια του όρου),
Όπως ενδεχομένως γνωρίζετε, οι επιθετικοί χαρακτηρισμοί τους οποίους απευθύνατε δημοσίως και εγγράφως εναντίον μου «αγύρτης» και «θεομπαίκτης», στην από 8-9-2016 δημόσια ανακοίνωσή σας, η οποία αναγνώστηκε σε όλους τους ιερούς ναούς της Μητροπόλεώς σας, κατ’ εντολήν σας, στις 11-9-2016 – συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των εγκλημάτων της εξυβρίσεως και της συκοφαντικής δυσφημήσεως (άρθρα 361 και 363  Ποινικού Κώδικα αντιστοίχως), καθώς και των αντίστοιχων αδικοπραξιών του Αστικού Δικαίου, εξαιτίας των οποίων προκύπτει υποχρέωση αποζημιώσεως εμού του ζημιωθέντος από εσάς τον ζημιώσαντα για ηθική βλάβη (άρθρα 914 και 932 Αστικού Κώδικα) και για προσβολή της προσωπικότητάς μου (άρθρο 52 Αστικού Κώδικα). Βεβαίως, όπως οι εν λόγω εξυβρίσεις σας και συκοφαντικές σας δυσφημήσεις δεν αρμόζουν και από την άποψη του κρατικού Ποινικού και Αστικού Δικαίου σε οποιονδήποτε πολίτη, και γι’ αυτό τιμωρούνται, πολύ περισσότερο δεν αρμόζουν σε Αρχιερέα.
Θα αντιπαρερχόμουν τις ανωτέρω εξυβρίσεις και συκοφαντικές σας δυσφημίσεις εναντίον εμού ως πολίτη και εικόνας του Χριστού, εάν αφορούσαν απλώς το πρόσωπό μου ως Αγιορείτου μοναχού, Γέροντος του Κελλίου Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Κατουνακίων, κατ’ εφαρμογήν του 9ου μακαρισμού του Θεανθρώπου Κυρίου Ιησού Χριστού, ο Οποίος μακαρίζει τους ονειδιζομένους, τους διωκομένους και τους κακολογουμένους, επί λέξει ως εξής: «Μακάριοι εστέ όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ’ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού» (Ματθ. 5, 11).
Όμως, οι ανωτέρω εξυβρίσεις και συκοφαντικές σας δυσφημίσεις εναντίον μου δημοσιεύθηκαν εγγράφως, εξαιτίας της προλογίσεως από εμένα ομιλίας από Αγιορείτη μοναχό, το θέμα της οποίας αφορούσε την αξιολόγηση των κακόδοξων και αιρετικών αποφάσεων της Ψευδο-συνόδου της Κρήτης. Αυτές τις αποφάσεις εσείς αποδέχεσθε και δεν αποκηρύσσετε, συντασσόμενος με την Αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία παραβίασε την εντολή της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της να μην ψηφίσει στο Συνέδριο της Αποστασίας της Κρήτης υπέρ της αιρετικής και κακόδοξης θέσης ότι οι αιρέσεις είναι Εκκλησίες, η οποία περιέχεται στη δογματική απόφαση «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον».
Γι’ αυτόν το λόγο οφείλω δημοσίως να απαντήσω από πλευράς της Ορθόδοξης Εκκλησιολογίας στις ανωτέρω εξυβρίσεις σας και συκοφαντικές σας δυσφημίσεις, οι οποίες, ναι μεν, κατά τα ανωτέρω, συνιστούν παραβατική συμπεριφορά και από πλευράς του κρατικού Ποινικού και Αστικού Δικαίου, πλην όμως εκδηλώνουν, θέλω να πιστεύω, εσφαλμένες, λόγω αγνοίας, εκκλησιολογικές θέσεις σας με τις οποίες αποδέχεσθε και διαδίδετε (βλέπετε το έντυπο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος προς τον Λαό με θέμα «Για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης») τις κακόδοξες και αιρετικές αποφάσεις της Ψευδο-συνόδου της Κρήτης. Άλλως, αν οι εσφαλμένες εκκλησιολογικές θέσεις σας δεν οφείλονται σε άγνοιά σας, αλλά σε συνειδητή επιλογή σας, τότε πλέον αντιμετωπίζουμε την αποδοχή και τη διάδοση εκ μέρους σας της Παναίρεσης του Οικουμενισμού ή Γνωστικισμού ή Θρησκευτικού Συγκρητισμού, η οποία εισήχθη ψευδο-συνοδικώς από το Συνέδριο της Αποστασίας της Κρήτης.
Για το δικό σας πνευματικό συμφέρον της εν Χριστώ σωτηρίας, επιτρέψατε εμένα τον έσχατο, τον αμαρτωλότερο και αμαθέστερο των μοναχών, και προκειμένου να μην ευρεθώ αναπολόγητος ότι δεν μερίμνησα για σας, να σας παράσχω μια σύντομη αξιολόγηση της Ψευδο-συνόδου της Κρήτης από πλευράς της Ορθόδοξης Εκκλησιολογίας – ενώπιον του Δικαιοκρίτου Χριστού, ο οποίος θα προβεί σε μερική μας κρίση σύντομα με τον θάνατό μας και στην τελική μας κρίση κατά τη Δευτέρα του Παρουσία όταν πληρωθεί ο ακριβής χρόνος τον οποίο Εκείνος γνωρίζει – όπως κατωτέρω:
1 – Η ΨΕΥΔΟ-ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ Ή ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ Ή ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ
Η Ψευδο-Σύνοδος της Κρήτης εισήγαγε «συνοδικώς», δηλ. δεσμευτικά για τις δέκα (10) Αυτοκέφαλες που συμμετείχαν, την Παναίρεση του Οικουμενισμού. Ο Οικουμενισμός, Διαχριστιανικός και Διαθρησκειακός, είναι Γνωστικισμός ή Θρησκευτικός Συγκρητισμός, και αναμειγνύει την Ορθοδοξία με αιρέσεις, με θρησκεύματα, με φιλοσοφικά συστήματα, με τον Σατανισμό. Τον πολέμησαν σθεναρά οι Απόστολοι, όπως ο Ιωάννης και ο Παύλος, και οι Πατέρες των πρώτων χριστιανικών αιώνων, όπως ο Άγιος Ειρηναίος, Επίσκοπος Λουγδούνου (σημερινής Λυών της Γαλλίας) στο έργο του «Έλεγχος και Ανατροπή της Ψευδωνύμου Γνώσεως». Διότι ανατρέπει συνολικά την Ορθόδοξη πίστη, μέσω της αντιπατερικής ή μεταπατερικής θεολογίας, η οποία αλλοιώνει τους θεολογικούς όρους με δαιμονικές και ορθολογιστικές ερμηνείες τους.
2 – ΓΙΑ ΠΟΙΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ Η ΛΕΓΟΜΕΝΗ «ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ» ΕΙΝΑΙ ΨΕΥΔΟΣΥΝΟΔΟΣ  Ή ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟ ΧΡΙΣΤΟ
Η λεγόμενη «Αγία και Μεγάλη ή Πανορθόδοξη Σύνοδος» δεν είναι Ορθόδοξη Σύνοδος, αλλά Ψευδο-Σύνοδος. Τούτο σημαίνει ότι δεν είναι έγκυρη, ούτε αυτοδικαίως άκυρη, αλλά είναι ακυρώσιμη, ήτοι μπορεί να ακυρωθεί από μια όντως Ορθόδοξη Πανορθόδοξη Σύνοδο, η οποία μπορεί ενδεχομένως να συγκληθεί στο μέλλον. Αυτή η Ψευδο-Σύνοδος συγκλήθηκε ουσιαστικά από το Υπουργείο Εξωτερικών  των ΗΠΑ δια στόματος της κυρίας Ελισάβετ Προδρόμου, αξιωματούχου του ίδιου Υπουργείου και Ειδικής Συμβούλου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στην εν λόγω Ψευδο-Σύνοδο.
Οι λόγοι για τους οποίους η λεγόμενη «Αγία και Μεγάλη ή Πανορθόδοξη Σύνοδος» είναι Ψευδο-Σύνοδος είναι οι ακόλουθοι:
1 – Δεν καταδίκασε την Παναίρεση του Οικουμενισμού, αλλά την εισήγαγε «συνοδικώς», δηλ. δεσμευτικά για τις δέκα (10) Αυτοκέφαλες που συμμετείχαν.
2 – Στην Ψευδο-Σύνοδο δεν συμμετείχαν όλες οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, αλλά μόνον δέκα (10), που εκπροσωπούν μόνο το ένα τρίτο (1/3) των Ορθοδόξων πιστών, ενώ τέσσερις (4) Αυτοκέφαλες δεν συμμετείχαν που εκπροσωπούν τα δύο τρίτα (2/3) των Ορθοδόξων.
3 – Η Ψευδο-Σύνοδος συγκλήθηκε χωρίς έγκυρη απόφαση σύγκλησης, δηλ. κατά παράβαση της πάγιας αρχής της ομοφωνίας στη συνεργασία των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών, δεδομένου ότι δεν υπογράφηκε από το Πατριαρχείο Αντιοχείας.
4 – Λειτούργησε χωρίς έγκυρο κανονισμό, δηλ. κατά παράβαση της πάγιας αρχής της ομοφωνίας στη συνεργασία των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών, δεδομένου ότι δεν υπογράφηκε από το Πατριαρχείο Αντιοχείας.
5 – Είχε, μη έγκυρα, στην ημερήσια διάταξή της ως θέματα το σχέδιο κειμένου «Το μυστήριον του γάμου και τα κωλύματα αυτού», το οποίο δεν είχε υπογραφεί από τα Πατριαρχεία Αντιοχείας και Γεωργίας στη Σύναξη των Προκαθημένων του Σαμπεζύ του Ιανουαρίου 2016, όπως και τα λοιπά πέντε (5) σχέδια κειμένων τα οποία δεν είχαν υπογραφεί από το Πατριαρχείο Αντιοχείας, δηλ. κατά παράβαση της πάγιας αρχής της ομοφωνίας στη συνεργασία των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών.
6 – Μέλη με αποφασιστική ψήφο στην Ψευδο-Σύνοδο δεν ήταν οι συμμετέχοντες Αρχιερείς, αλλά οι δέκα (10) Αυτοκέφαλες Εκκλησίες [τόσο κατά το πρότυπο του Συνεδρίου Εκκλησιών της Κωνσταντινούπολης του 1923 επί Πατριάρχη Μελετίου Δ΄ (Μεταξάκη), το οποίο επέτρεψε στις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες να εισάγουν καινοτομίες (νέου εορτολογίου, δευτέρου γάμου κληρικών κλπ.) όσο και κατά το πρότυπο του λεγόμενου Παγκοσμίου Συμβουλίου «Εκκλησιών»], ενώ όλα τα είδη Ορθοδόξων Συνόδων έχουν ως μέλη τους μόνον Αρχιερείς με αποφασιστική ψήφο, κατά την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και κατά το κοινό Ορθόδοξο Κανονικό Δίκαιο. Τούτο συνιστά εκκλησιολογική αίρεση.
7 – Η Ψευδο-Σύνοδος αυτοαναγορεύθηκε σε ανώτατη αυθεντία σε θέματα πίστης, πράγμα το οποίο συνιστά αίρεση, ενώ η ανώτατη αυθεντία σε σχέση με το απλανώς θεολογείν (ή το αλάνθαστο σε θέματα πίστης) ανήκει μόνο στο Σώμα της Εκκλησίας (δηλ. στις Συνόδους των Συνοδικών Αρχιερέων, εφόσον οι αποφάσεις τους σε θέματα πίστης εκ των υστέρων εγκρίνονται από τους λοιπούς Αρχιερείς και γίνονται δεκτές από τους λοιπούς κληρικούς, τους μοναχούς και τους λαïκούς, σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και το κοινό Ορθόδοξο Κανονικό Δίκαιο.
8 – Στις «συνοδικές» (ή δεσμευτικές) αποφάσεις της η Ψευδο-Σύνοδος απαρνήθηκε την Ορθόδοξη μέθοδο επιστημονικής θεολογίας, και υιοθέτησε την αντιπατερική ή μεταπατερική δαιμονική θεολογία, η οποία συνδυάζει την αλήθεια με το ψεύδος, ως μέθοδο δήθεν «Ορθόδοξης» θεολογίας στα πλαίσια της Νέας Εποχής, καθ’ υπόδειξη του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ δια στόματος της ανωτέρω αναφερόμενης κυρίας Ελισάβετ Προδρόμου.
9 – Η συμμετοχή στην Ψευδο-Σύνοδο όχι του Κανονικού Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίου, αλλά του Ιερώτατου Αρχιεπισκόπου Θαβωρίου κ. Θεοφίλου, ο οποίος εξελέγη αντικανονικά στον Πατριαρχικό Θρόνο Ιεροσολύμων, διότι αντικανονικώς και αυθαιρέτως η λεγόμενη «Πανορθόδοξη Αγία και Ιερά Σύνοδος» αποφάσισε στις 24-5-2005 την έκπτωση του Κανονικού Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίου, κατόπιν πολιτικής παρέμβασης, χωρίς κατηγορητήριο και χωρίς δίκη, και χωρίς να υφίσταται κανονική παραίτησή του από τον Πατριαρχικό Θρόνο.
10 – Ο Κανονικός Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίος, με το υπ’ αριθ. 86/20-6-2015 Διάγγελμά του προς το Ποίμνιό του, τους Αγιοταφίτες, τους Προκαθημένους των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών και το Χριστεπώνυνο Πλήρωμα της ανά την Οικουμένη Ορθοδοξίας, καθιστά σαφές ότι καταψηφίζει τις αποφάσεις της Ψευδο-Συνόδου, οι οποίες εισάγουν «συνοδικώς» την Παναίρεση του Οικουμενισμού, και κατά συνέπεια, 1) δεν είναι έγκυρη η θετική ψήφος για τις εν λόγω αποφάσεις του Αρχιεπισκόπου Θαβωρίου κ. Θεοφίλου, ο οποίος εξελέγη αντικανονικά στον Πατριαρχικό Θρόνο Ιεροσολύμων, αλλά είναι έγκυρη η αρνητική ψήφος του Κανονικού Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίου, και 2) δεν ελήφθησαν εγκύρως οι αποφάσεις της Ψευδο-Συνόδου, διότι δεν υπάρχει ομοφωνία μεταξύ των δέκα (10) Αυτοκεφάλων που συμμετείχαν στην εν λόγω Ψευδο-Σύνοδο (όπως ορίζει ο, κατά τα ανωτέρω, μη έγκυρος Κανονισμός της), δεδομένου ότι ο Κανονικός Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίος καταψήφισε τις αποφάσεις της ίδιας Ψευδο-Συνόδου.
11 –  Δεν είναι έγκυρη η ψήφος του Πατριάρχη Σερβίας κ. Ειρηναίου, διότι παραβιάζει τον, κατά τα ανωτέρω, μη έγκυρο Κανονισμό της Ψευδο-συνόδου της Κρήτης (άρθρο 12 παρ. 3), επειδή η συντριπτική πλειοψηφία των Μητροπολιτών που αποτελούσαν την αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Σερβίας, δηλαδή δεκαεπτά (17) από τους είκοσι πέντε (25), ήταν αντίθετη στην ψήφο του Πατριαρχείου Σερβίας υπέρ της δογματικής απόφασης με τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», όπως προκύπτει από το γεγονός ότι οι εν λόγω δεκαεπτά (17) Σέρβοι Μητροπολίτες δεν υπέγραψαν την συγκεκριμένη δογματική απόφαση.
12 – Ενώ αναγνωρίζει τις αιρετικές ομάδες ως Εκκλησίες και το Παγκόσμιο Συμβούλιο «Εκκλησιών» ως διαχριστιανικό οργανισμό που προάγει την «Εκκλησία του Οικουμενισμού» ως την δήθεν Καθολική Εκκλησία του Συμβόλου της Πίστεως, αποφεύγει να αναγνωρίσει τυπικά ως Οικουμενικές Συνόδους τις ήδη αναγνωρισμένες στη συνείδηση του Χριστεπωνύμου Πληρώματος της Εκκλησίας – Σώματος Χριστού, Η΄ Οικουμενική Σύνοδο επί Μεγάλου Φωτίου και Θ΄ Οικουμενική Σύνοδο επί Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, όπως έπρατταν, κατά πάγια πρακτική, οι Άγιες και Μεγάλες ή Οικουμενικές Σύνοδοι σε σχέση με τις προηγηθείσες.
3 – ΠΩΣ ΕΙΣΗΧΘΗ ΨΕΥΔΟ-ΣΥΝΟΔΙΚΩΣ Η ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ  Ή ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ Ή ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΨΕΥΔΟ-ΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Η Παναίρεση του Οικουμενισμού εισήχθη «συνοδικώς» μέσω της δογματικής απόφασης της Ψευδο-Συνόδου με τον τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον». Αυτή η δογματική απόφαση αλλοιώνει δογματικά τα άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως «Και εις το Πνεύμα το Άγιον … το εκ του Πατρός εκπορευόμενον», «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν» και «Ομολογώ έν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών». Διότι:
Α – Αναγνωρίζει τον Παπισμό ως Εκκλησία εντασσόμενη στο «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν», χωρίς οι εκπρόσωποι και οι οπαδοί του να μετανοήσουν για τις πλάνες τους, το μη προβλεπόμενο στην Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και στο Ορθόδοξο Κανονικό Δίκαιο  «δογματικό» πρωτείο επισκοπικής εξουσίας επί όλης της Εκκλησίας του Πάπα, το filioque (που έχει καταδικαστεί από την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο και το οποίο έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το άρθρο της Πίστεως «Και εις το Πνεύμα το Άγιον… το εκ του Πατρός εκπορευόμενον…», τη σχολαστική (δηλαδή φράγκικη) νεοπλατωνική αυγουστίνεια θεολογία η οποία δεν έχει καμία σχέση με την Ορθόδοξη Πνευματικότητα της θεραπευτικής μεθόδου της κάθαρσης – φωτισμού – θέωσης κλπ
Β – Αναγνωρίζει, μαζί με τον Παπισμό, και τις λοιπές αιρέσεις, Μονοφυσίτες, Παλαιοκαθολικούς, Αγγλικανούς και λοιπούς Προτεστάντες ως Εκκλησίες εντασσόμενες στο «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».
Γ – Αναγνωρίζει το Παγκόσμιο Συμβούλιο των «Εκκλησιών», τα κείμενά του (δηλαδή το Καταστατικό του και οι Κανονισμοί του) και τους σκοπούς του, ήτοι:
1) Ότι εν λόγω Παγκόσμιο Συμβούλιο είναι «Αδελφότητα Εκκλησιών», στη βάση της ισότητας ως προς την κατεχόμενη από αυτές θεολογική αλήθεια (αρθ. 1 Καταστατικού ΠΣΕ). Δηλ. όταν μια Εκκλησία (ορθόδοξη ή προτεσταντική), γίνει μέλος του Π.Σ.Ε. αναγνωρίζει ως Εκκλησίες τις λοιπές ορθόδοξες ή προτεσταντικές Εκκλησίες – μέλη.
2) Ότι οι «Εκκλησίες – μέλη του» (12 Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες και περίπου 340 Προτεσταντικές «Εκκλησίες») έχουν στόχο την ορατή ενότητά τους, η οποία είναι διαφορετική από την ενότητα εν Χριστώ των Ορθοδόξων Εκκλησιών (αρθ. 3 Καταστατικού ΠΣΕ). Δηλ. έχουν ως στόχο τους την ενότητα της «Εκκλησίας του Οικουμενισμού» ή της Πράσινης Παγκόσμιας Θρησκείας του Σατανά, με βάση τη λεγόμενη «βαπτισματική θεολογία» (του Κειμένου Β.Ε.Μ. της Λίμα – Περού του 1982 για μερική αποδοχή των ετερόδοξων τελετών βαπτίσματος, ευχαριστίας και ιερωσύνης), δηλ. την ένταξη στην ακόμη αόρατη αδιαίρετη Εκκλησία «Εκκλησία του Οικουμενισμού» («θεολογία της ενωμένης αόρατης, αλλά διαιρεμένης ορατής Εκκλησίας») των Χριστιανών εν γένει μέσω βαπτίσματος στο όνομα της Αγίας Τριάδος χωρίς να απαιτείται ούτε ο κανόνας του τύπου της τριπλής κατάδυσης στο νερό ούτε η ακριβής Ορθόδοξη πίστη. Η μεν  «θεολογία της αδιαίρετης αόρατης Εκκλησίας» αλλοιώνει δογματικά το άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν», η δε «βαπτισματική θεολογία» αλλοιώνει δογματικά το άρθρο «Ομολογώ έν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών».
Το εκκλησιολογικό κείμενο «Προσκεκλημένοι να είμαστε η Μία Εκκλησία (= του Οικουμενισμού) (Called to be the One Church)» της 23-2-2006 της Θ΄ Γενικής Συνέλευσης του Παγκοσμίου Συμβουλίου «Εκκλησιών» στο Πόρτο Αλέγκρε της Βραζιλίας το 2006, το οποίο αποδέχθηκε η πλειονότητα των Ορθόδοξων εκπροσώπων, αμφισβητεί και προσβάλλει δογματικά το άρθρο της Πίστεως «Εις Μίαν… Καθολικήν… Εκκλησίαν» και συγκεκριμένα τις ιδιότητες της «Μίας» (δηλ. της ενότητας στην πίστη των τοπικών ορθόδοξων εκκλησιών) και της «Καθολικής» (δηλ. της πληρότητας της πίστης). Διότι οι εν λόγω Ορθόδοξοι εκπρόσωποι αποδέχθηκαν το εν λόγω κείμενο το οποίο προβλέπει:
1 – Η Ορθόδοξη Εκκλησία, της οποίας δώδεκα (12) Αυτοκέφαλες Εκκλησίες είναι μέλη του Π.Σ.Ε., δεν αποτελεί καθ’ εαυτήν την Καθολική Εκκλησία, αλλά η Καθολική Εκκλησία ταυτίζεται με την «Εκκλησία του Οικουμενισμού». Κατά την παρ. 6 του εν λόγω εκκλησιολογικού κειμένου, «… Κάθε εκκλησία (είτε ορθόδοξη είτε προτεσταντική) είναι η Καθολική Εκκλησία, αλλά δεν είναι το σύνολο αυτής. Κάθε εκκλησία (ορθόδοξη ή προτεσταντική) εκπληρώνει την καθολικότητά της σε κοινωνία με τις άλλες εκκλησίες. Επιβεβαιώνουμε ότι η καθολικότητα της Εκκλησίας εκφράζεται πιο ορατά στη συμμετοχή στη θεία κοινωνία και σε αμοιβαία αναγνωρισμένους και συμφιλιωμένους (δηλ. χωρίς ακριβή Ορθόδοξη πίστη) κληρικούς (“… Each church is the Church catholic, but not the whole of it. Each church fulfils its catholicity when it is in communion with the other churches. We affirm that the catholicity of the Church is expressed most visibly in sharing holy communion and in a mutually recognized and reconciled ministry”).
2 – Είναι θεμιτή η ύπαρξη ποικιλίας δογμάτων μέσα στην «Εκκλησία του Οικουμενισμού», δηλαδή η ενότητα μέσα στη διαφορετικότητα των πίστεων (unity in diversity), ήτοι η περιεκτικότητα των πίστεων (comprehensiveness) αντί της αποκλειστικότητας της ακριβούς Ορθόδοξης πίστης (exclusiveness). Κατά την παρ. 5 του ίδιου εκκλησιολογικού κειμένου, «… Αναγνωρίζουμε ότι υπάρχουν διαφορετικές εκκλησιολογικές αφετηρίες και ένα φάσμα απόψεων για τη σχέση της «Εκκλησίας του Οικουμενισμού» με τις εκκλησίες (μέλη του Π.Σ.Ε., ορθόδοξες ή προτεσταντικές). Μερικές διαφορές εκφράζουν … την καλοσύνη… Άλλες διαφορές διαιρούν την  «Εκκλησία του Οικουμενισμού», αυτές πρέπει να υπερπηδηθούν.. έτσι ώστε ο χωρισμός και η απόκλιση να μην έχουν την τελευταία λέξη…». (… We acknowledge that there are different ecclesiological starting points, and a range of views on the relation of the Church to the churches. Some differences express … goodness… Other differences divide the Church, these must be overcome… so that separation and exclusion do not have the last word”).
Και το εκκλησιολογικό κείμενο «Δήλωση Ενότητας – Αναθεωρημένη (Unity Statement – Revised)» της 10ης Γενικής Συνέλευσης του Παγκοσμίου Συμβουλίου «Εκκλησιών» στο Πουσάν της Νοτίου Κορέας (8-11-2013), το οποίο αποδέχθηκαν επίσης οι περισσότεροι Ορθόδοξοι εκπρόσωποι, αναφέρεται σε «διαιρέσεις μεταξύ των εκκλησιών μας και μέσα σε αυτές (divisions among and within our churches)” (παρ. 14), δηλ. δεν αναφέρεται σε αιρετικές αποσχίσεις των αιρετικών από την Αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία. Η παρ. 15 του ίδιου κειμένου, μεταξύ άλλων, αναφέρει: «Σε πιστότητα προς την κοινή κλήση μας, θα επιζητήσουμε μαζί με την πλήρη ορατή ενότητα της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας (δηλαδή της «Εκκλησίας του Οικουμενισμού»), όταν θα εκφράσουμε την ενότητά μας γύρω από τη μία Τράπεζα του Κυρίου (in faithfulness to this our common calling, we will seek together the full visible unity of the One, Holy, Catholic and Apostolic Church when we shall express our unity around one Table of the Lord)». Επιβεβαιώνεται δηλ., μετά το ανωτέρω κείμενο του Πόρτο Αλέγκρε, και σε αυτό το κείμενο του Πουσάν,  ότι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία δεν είναι η Αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά η νέα «Εκκλησία του Οικουμενισμού» ή Πράσινη Παγκόσμια Θρησκεία του Σατανά, ο οποίος είναι ο «Κύριος» αυτού του κειμένου και η προγραμματιζόμενη Τράπεζά του είναι η «Τράπεζα των δαιμονίων».

4 – Η ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ Ή ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ Ή ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ ΚΑΤΕΓΝΩΣΜΕΝΗ (Ή ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΗ) ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ, ΤΙΣ ΣΥΝΟΔΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ
Η Παναίρεση του Οικουμενισμού ή Γνωστικισμού ή Θρησκευτικού Συγκρητισμού, η οποία εισήχθη ψευδο-συνοδικώς από το Συνέδριο της Αποστασίας της Κρήτης, είναι ήδη κατεγνωσμένη (ή καταδικασμένη):
α) από τους Αποστόλους και ενδεικτικά τον Απόστολο Ιωάννη (Α΄ Καθολική Επιστολή του, Αποκάλυψη κλπ.) και τον Απόστολο Παύλο (Επιστολές του προς Κολασσαείς, προς Τιμόθεο Α΄ και Β΄, προς Τίτο κλπ.),
β) από τις Οικουμενικές Συνόδους και ενδεικτικά
β.1. την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο (Κανόνας 7, ο οποίος, μεταξύ άλλων, συγκαταλέγει μεταξύ των αιρέσεων τους Γνωστικούς Μοντανιστές),
β.2. την Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο [η οποία καταδίκασε το δόγμα του Γνωστικού Απελλή, μαθητή του Γνωστικού Μαρκίωνα (κατά τον οποίο Απελλή «ο γαρ γέρων Απελλής συμμίξας ημίν, πολλά μεν κακώς λέγων ηλέγχθη. Όθεν και έφασκε μη δειν όλως εξετάζειν τον λόγον, αλλ’ έκαστον, ως πεπίστευκε, διαμένειν. Σωθήσεσθαι γαρ τους επί τον εσταυρωμένον ηλπικότας απεφαίνετο, μόνον εάν εν έργοις αγαθοίς ευρίσκωνται», δηλ. «Ο γέροντας Απελλής πράγματι, όταν μας συναναστρεφόταν, αποδείχθηκε ότι έλεγε πολλές πλάνες. Γι’ αυτό έλεγε ότι δεν είναι καθόλου ανάγκη να εξετάζουμε τους λόγους, αλλά καθένας να παραμείνει στις πεποιθήσεις του. Διότι ισχυριζόταν ότι θα σωθούν οι ελπίζοντες στον εσταυρωμένο, μόνον αν βρεθούν πράττοντας αγαθά έργα», βλ. Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία, Βιβλίο Ε΄, κεφάλαιο 13, στίχος 5, σε: ΕΠΕ, Ευσεβίου Καισαρείας, τομ. 2, σελ. 162-165) μαζί με τους Γνωστικούς Μαρκιωνιστές (βλ. Μελετίου Καλαμαρά, Η Πέμπτη Οικουμενική Σύνοδος, Κεφάλαια δογματικά, ΙΒ΄ Κεφάλαιον, Αθήναι 1985, σελ. 592-593)],
β.3. την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο (Κανόνας 95, ο οποίος, μεταξύ άλλων, συγκαταλέγει στους αιρετικούς τους Γνωστικούς Μανιχαίους, Ουαλεντιανούς, Μαρκιωνιστές),
γ) από τους Πατέρες της Εκκλησίας και ενδεικτικά τον Άγιο Ειρηναίο Λουγδούνου (στο έργο του με τίτλο «Έλεγχος και Ανατροπή της Ψευδωνύμου Γνώσεως»), τον Άγιο Ιππόλυτο Ρώμης (στο έργο του με τίτλο «Κατά πασών των αιρέσεων έλεγχος», P.G., τομ. 16, ΙΙΙ, σελ. 3017-3454), Μέγα Φώτιο (στο έργο του με τίτλο «Διήγησις περί της Μανιχαίων Αναβλαστήσεως», Λόγοι 4, ΕΠΕ, Μ. Φώτιος, τομ. 4, σελ. 10-337).
5 – Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΔΕΣΠΟΤΟΚΡΑΤΙΑΣ (ΔΗΛΑΔΗ ΟΠΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΕΚΕΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΝ ΟΡΘΟΤΟΜΕΙ Ή ΔΕΝ ΟΡΘΟΤΟΜΕΙ ΤΟΝ ΛΟΓΟΝ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ), Η ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΕΚΑΝΙΚΙ ΤΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ  Ή ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ  Ή ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΨΕΥΔΟ-ΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Το δεκανίκι της εισαγωγής της Παναίρεσης του Οικουμενισμού ή Γνωστικισμού ή Θρησκευτικού Συγκρητισμού από την Ψευδο-σύνοδο της Κρήτης είναι μια από υπόλοιπες αιρέσεις που περιέχονται στις έξι (6) αποφάσεις της εν λόγω Ψευδο-συνόδου, η οποία αίρεση είναι εκείνη της Δεσποτοκρατίας, δηλαδή «όπου Επίσκοπος, εκεί η Εκκλησία», ανεξάρτητα αν ο Δεσπότης ορθοτομεί ή δεν ορθοτομεί τον Λόγον της Αληθείας. Η αίρεση της Δεσποτοκρατίας περιέχεται στην παράγραφο 22 της δογματικής απόφασης της Ψευδο-συνόδου της Κρήτης με τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», η οποία παράγραφος καθιστά υποχρεωτικές τις αποφάσεις για την πίστη της εν λόγω Ψευδο-συνόδου για όλα τα μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η αίρεση της Δεσποτοκρατίας υιοθετείται από Επισκόπους που εισάγουν ή αποδέχονται αιρέσεις, όπως προκύπτει από την Εκκλησιαστική Ιστορία, με χαρακτηριστική περίπτωση τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη Καλέκα, στην ενδημούσα σύνοδο Κωνσταντινουπόλεως, που καταδίκασε σε καθαίρεση και μεγάλο αφορισμό τον τότε Ιερομόναχο Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, επειδή ο Καλέκας αποδεχόταν την αίρεση της κτιστής χάρης των Ακινδύνου και Βαρλαάμ, την οποία επιχείρησε να επιβάλει μέσω της αίρεσης της Δεσποτοκρατίας ο Καλέκας. Αυτήν την ήδη γνωστή αίρεση της Δεσποτοκρατίας υποστηρίζει και πάλι ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας στο βιβλίο του «Η ενότης της Εκκλησίας εν τη Ευχαριστία και τω Επισκόπω κατά τους τρεις πρώτους αιώνας». Αντιθέτως, κατά την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία (βλέπετε Ι. Καρμίρη, Ορθόδοξος Εκκλησιολογία), η οποία αναγνωρίζεται και στην Εγκύκλιο του 1848 των τεσσάρων (4) Ορθοδόξων Πατριαρχών και των Πατριαρχικών τους Συνόδων, το Χριστεπώνυμο Πλήρωμα είναι ο Φρουρός της Ορθόδοξης Πίστεως και εγκρίνει ή απορρίπτει τις αποφάσεις για την πίστη των Συνόδων.
Στοιχιζόμενοι με την Αγία Γραφή (βλέπετε Αποστόλους Ιωάννη και Παύλο) και τους Πατέρες της Εκκλησίας (βλέπετε Άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, Άγιο Θεόδωρο Στουδίτη, Άγιο Μάξιμο Ομολογητή, Άγιο Μάρκο Ευγενικό), αποκρούουν την αίρεση της Δεσποτοκρατίας:
1 – Η Ορθόδοξη Θεία Λειτουργία, η οποία επιβάλει την μνημόνευση του Επισκόπου μετά τον Καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, μόνον εφόσον ο Επίσκοπος ορθοτομεί τον Λόγον της Αληθείας, ως εξής: «Εν πρώτοις μνήσθητι Κύριε του Αρχιεπισκόπου ημών (τάδε) … τον ορθοτομουντα τον Λόγον της Σης Αληθείας».
2 – Οι Ιεροί Κανόνες, οι οποίοι απαγορεύουν την μνημόνευση από τον Ιερέα Επισκόπου ο οποίος δεν ορθοτομεί τον Λόγον της Αληθείας, όπως ο 15ος Κανόνας, παράγραφος 4, της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, ο οποίος χαρακτηρίζει ως Ψευδεπίσκοπο τον Επίσκοπο ο οποίος δεν ορθοτομεί τον Λόγον της Αληθείας, πριν τη συνοδική κρίση του, επειδή διδάσκει δημοσίως αίρεση κατεγνωσμένη (ή καταδικασμένη) από την Αγία Γραφή, τις Συνόδους ή τους Πατέρες της Εκκλησίας, και η οποία παράγραφος, σε νεοελληνική απόδοση, έχει ως εξής:
«Διότι, όσοι απομακρύνονται από την κοινωνία με τον πρόεδρό τους [δηλαδή Επίσκοπο, Μητροπολίτη ή Πατριάρχη], εξαιτίας κάποιας αίρεσης, η οποία έχει καταδικαστεί από τις Άγιες Συνόδους ή τους Πατέρες, ενώ δηλαδή ο πρόεδρός τους διακηρύσσει δημόσια και διδάσκει ανοικτά την αίρεση στην εκκλησία, τούτοι όχι μόνο δεν πρέπει να υποβληθούν στην προβλεπόμενη από τους κανόνες ποινή, επειδή αποτειχίζονται από την κοινωνία με τον καλούμενο επίσκοπο πριν τη συνοδική κρίση του, αλλά και πρέπει να αξιωθούν της πρέπουσας στους Ορθοδόξους τιμής. Διότι δεν καταδίκασαν επισκόπους, αλλά ψευδοεπισκόπους και ψευδοδιδασκάλους, και δεν κατατεμάχισαν την ενότητα της Εκκλησίας με σχίσμα, αλλά φρόντισαν να αποφύγει η Εκκλησία σχίσματα και διαιρέσεις».
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Ο Μεγάλος Θεολόγος της Εκκλησίας μας, Ιωσήφ Βρυέννιος ο Στουδίτης, μας συμβουλεύει και μας προτρέπει για τη σωτηρία μας:
«Ουκ αρνησόμεθά σε φίλη Ορθοδοξία (= Δεν θα σε αρνηθούμε, φίλη Ορθοδοξία).
Ου ψευσόμεθά σου πατροπαράδοτον σέβας (= Δεν θα σε διαψεύσουμε  πατροπαράδοτο σέβασμά μας).
Εν σοί εγεννήθημεν, και σοί ζώμεν, και εν σοί κοιμηθησόμεθα (= Σε σένα γεννηθήκαμε, σε σένα ζούμε, και σε σένα θα κοιμηθούμε).
Ει δε καλέσει καιρός, και μυριάκις υπέρ σου τεθνηξόμεθα (= Αν το καλέσει η περίσταση, και μύριες φορές θα πεθάνουμε για σένα)». –
Γέρων Κύριλλος Κατουνακιώτης
Κελλίον Ευαγγελισμού της Θεοτόκου
Κατουνάκια – Άγιο Όρος

ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΣ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ! Γράφει ο Iωάννης Τάτσης Θεολόγος

Kαταρχάς γιατί πάλι επιβολή; Γιατί για ΜΙΑ ΦΟΡΑ δεν μπορούμε ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΙΔΙΟΙ να επιλέξουμε, να δημιουργήσουμε ή να μεταβάλλουμε ένα (ΕΣΤΩ ΕΝΑ) απ' όλα όσα μας αφορούν, αλλά πρέπει πάλι να δεχτούμε κάτι έτοιμο απ' έξω και να δούμε τι θα το κάνουμε; Την ίδια ώρα η Παναγιοτάτη Εκκλησία (μεγάλη η Χάρη της) περνάει από την εποχή των αιρέσεων στην εποχή των... παναιρέσεων. Και πέφτει πάλι στις συνήθεις σε σχέση με το ίδιο της το περιεχόμενο αντιφάσεις. Αντιφάσεις που ούτε την απασχόλησαν καν ποτέ και στις οποίες δεν απάντησε πραγματικά ποτέ!



Γράφει ο  Iωάννης Τάτσης 
Θεολόγος
Πρόλογος: Χρυσαλία 
Όχι θεολόγος, απλός άνθρωπος θηλυκού φύλου, γενημμένη χριστιανή, και συνεχώς επιμορφώμενη

H Επιστολή του Πατριάρχη Βαρθολομαίου προς τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο με την οποία ζητείται η λήψη μέτρων κατά όσων κληρικών και πιστών αντιδρούν σε όσα γίνονται στο πλαίσιο της λεγόμενης οικουμενικής κίνησης είναι έγγραφο που φανερώνει πολλά από όσα βασανίζουν το λογισμό των οικουμενιστών.

Οι υγιείς αντιδράσεις κατά της παναίρεσης του Οικουμενισμού, των συμπροσευχών και της «μεταπατερικής θεολογίας» ενοχλούν το Φανάρι και τούτο γιατί δεν μπορεί να επιτευχθεί, όσο γρήγορα εκείνοι υπολόγιζαν, η πολυπόθητη ενότητα των Χριστιανών όλου του κόσμου, για την οποία εργάζονται πυρετωδώς μέσω των διαλόγων και της λεγόμενης οικουμενικής κίνησης και η οποία ενότητα είναι, σύμφωνα με την οικουμενιστική ερμηνευτική, επιταγή του Κυρίου.

Έτσι τη μία τους φταίει η «Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού», την άλλη η δήθεν αμφισβήτηση του Οικουμενικού Θρόνου, την επομένη τα «αναθέματα» του Μητροπολίτου Πειραιώς και κάποτε ακόμη και τα συνέδρια καταδίκης της μεταπατερικής αίρεσης.

Όσοι μετέχουν σε όλα τα παραπάνω ή συμφωνούν με αυτά πρέπει να τύχουν τιμωρίας. Αυτή μάλιστα τη φορά ζητείται συνοδική καταδίκη των αντιοικουμενιστών με συγκεκριμένες αποφάσεις.

Οι Οικουμενιστές ευχαρίστως διαλέγονται με κάθε αιρετικό παπικό, προτεστάντη ή ακόμη και ισλαμιστή, βουδιστή σεβόμενοι την «ετερότητα» αλλά αδυνατούν να διαλεχθούν με κληρικούς και πιστούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας που ανησυχούν για όσα αντικανονικά και αντιπατερικά λαμβάνουν χώρα τα τελευταία χρόνια.

Αίρουν με περισσή ευκολία τα αναθέματα που επέβαλαν οι άγιοι Πατέρες στον αιρετικό Πάπα αλλά είναι έτοιμοι να επιβάλλουν αφορισμούς και καθαιρέσεις σε όσους αμφισβητούν τον δικό τους οικουμενιστικό βηματισμό, κάποιες δε φορές τιμωρούν χωρίς πραγματικό λόγο πιστούς που ανάλωσαν τη ζωή τους στην Εκκλησία.

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος παρουσιάζει στην Επιστολή του τους αντιοικουμενιστές ως κινούμενους εναντίον αποφάσεων πανορθοδόξων Συνόδων περί των διαλόγων και της οικουμενικής κίνησης. Προσπαθεί έτσι να επιβάλλει στον ορθόδοξο κόσμο το αλάθητο των πανορθοδόξων Συνόδων ή το αδιαμφισβήτητο του Οικουμενικού Θρόνου.

Εκτός του ότι αποφεύγει να απαντήσει στα περί συμπροσευχών και των υποχωρήσεων σε μείζονα θεολογικά ζητήματα, κατά την διεξαγωγή των διαλόγων με τους ετεροδόξους, είναι φανερό ότι προσπαθεί να αποτρέψει ενδεχόμενη αλλαγή στάσης της Εκκλησίας της Ελλάδος και αποχώρησή της από το «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών» και τον διάλογο με τους Παπικούς που γίνεται άνευ των προϋποθέσεων που απαιτούνται.

Προβάλλει έτσι τις αποφάσεις των πανορθοδόξων Συνόδων ως οριστικές και αμετάκλητες ενώ στην πραγματικότητα οι αποφάσεις αυτές ελήφθησαν υπό άλλες συνθήκες και στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τότε μέχρι σήμερα υπήρξαν διαφοροποιήσεις προς το χείρον στη στάση τόσο των παπικών και των προτεσταντών όσο και των ανά τον κόσμο οικουμενιστών.

Μπορεί αλήθεια σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία να μετέχει σε Συμβούλια «εκκλησιών» ή να διαλέγεται με τους Παπικούς επί υψηλού επιπέδου, τη στιγμή που ο κόσμος όλος οδύρεται και δικαιολογημένα διαμαρτύρεται για τα σκάνδαλα παιδεραστίας που βαρύνουν παπικούς καρδινάλιους ή την ομοφυλοφιλική «ιεροσύνη» των Προτεσταντών; Είναι αποδεκτές από την Ορθόδοξη Εκκλησία οι συνεχείς συμπροσευχές ορθοδόξων κληρικών με παπικούς, προτεστάντες και κάποιες φορές με αλλόθρησκους σε όλο τον κόσμο;

Η ευκαιρία που δίνεται στους Ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος μετά την επιστολή του Πατριάρχη είναι μοναδική. Αντί άλλης απάντησης, ήρθε η ώρα της αποχώρησης της Εκκλησίας της Ελλάδος από το «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών» και τον διεξαγόμενο με τους αμετανόητους Παπικούς προσχηματικό διάλογο αλλά και της ταυτόχρονης συνοδικής καταδίκης της παναίρεσης του Οικουμενισμού που τρώει τα σωθικά της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ο σεβασμός όλων προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα συνεχίσει να υπάρχει μόνο εφόσον εκείνο παραμένει πιστό στην παράδοση των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας.

Οι «θρόνων διάδοχοι» μπορούν να διασφαλίζουν την ενότητα της Εκκλησίας μόνο εάν παραμένουν και «τρόπων μέτοχοι» των αγίων Πατέρων.

Η κεφαλή της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός μας βεβαίωσε ότι «πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Ματθ. 16,18) δηλ. της Εκκλησίας και για τούτο είναι δυσερμήνευτη η εξαιρετική ανησυχία κάποιων για την εσωτερική ενότητα της Εκκλησίας. Εκτός κι αν πιστεύουν ότι η ενότητα στην Εκκλησία διασφαλίζεται με την ηθελημένη ή επιβαλλόμενη υπακοή σε πρόσωπα και όχι με την προσήλωση στην αποστολική και πατερική πίστη στον Τριαδικό Θεό.

Πηγή

|

«Η υπεροψία και η θεολογική εκτροπή των επίδοξων «Μεταπατερικών» Θεολόγων»


Δημήτριος Ι. Τσελεγγίδης (Καθηγητής Α.Π.Θ.)
Γιά νά ἀποφύγουμε κάθε ἐνδεχόμενη ὁρολογική σύγχυση, θά προβοῦμε εὐθύς ἐξ ἀρχῆς σέ μιά ἀπαραίτητη διευκρίνιση τοῦ νεόκοπου ὅρου «μετα-πατερικός».
Ἡ νέα αὐτή ἐπιστημονική ὁρολογία ἐπιδέχεται ποικίλες ἑρμηνεῖες· οἱ ἐπικρατέστερες ὅμως ἐπιστημονικῶς εἶναι, κατά τή γνώμη μας, οἱ ἑξῆς δύο: α) Ὅταν στό πρῶτο συνθετικό τῆς λέξεως μετα- προσδίδεται χρονική σημασία, ὁπότε στήν προκειμένη περίπτωση γίνεται λόγος γιά τό τέλος τῆς Πατερικῆς ἐποχῆς.
Καί β) ὅταν στό πρῶτο συνθετικό τῆς λέξεως προσδίδεται κριτική σημασία, ὁπότε ἡ σύνθετη λέξη «μετα-πατερικός» σημαίνει σχετικοποίηση…
Mερική ἤ ὁλική ἀμφισβήτηση – ἐπαναθεώρηση – νέα ἀνάγνωση, ἤ καί ὑπέρβαση τῆς θεολογικῆς σκέψεως τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας…
Οἱ σύγχρονοι ἐπιστήμονες θεολόγοι, πού ἐπιχείρησαν ἔμμεσα ἤ ἄμεσα νά αὐτοπροσδιοριστοῦν ὡς «μετα-πατερικοί», χρησιμοποίησαν ἐναλλακτικῶς καί τίς δύο ἑρμηνεῖες, κυρίως ὅμως τή δεύτερη πού ἀναφέρεται στή σχετικοποίηση καί τελικά στήν ὑπέρβαση τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
Τό καταστρεπτικότερο ἔργο στίς συνειδήσεις τοῦ χριστιανικοῦ θεολογικοῦ κόσμου εὐρύτερα τό ἔκαναν, κατά τή γνώμη μας, οἱ Προτεστάντες. Καί τοῦτο, ἐπειδή αὐτοί ἀμφισβήτησαν εὐθέως τό κύρος τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἄλλωστε καί τή σύνολη Ἀποστολική καί Πατερική Παράδοσή της. Ταυτόχρονα, ἀκύρωσαν ἐπισήμως, οὐσιαστικά καί τυπικά, τήν ἁγιότητα ὅλων τῶν ἐπωνύμων ἁγίων, ἀμφισβητώντας μέ τόν τρόπο αὐτό καί τήν ἁγιοπνευματική ἐμπειρία τῆς ἑκάστοτε στρατευομένης ἐπί γῆς Ἐκκλησίας.
Ἀντίστοιχα, τό καταστρεπτικότερο ἔργο στή δογματική συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τό ἔκανε καί ἐξακολουθεῖ νά τό κάνει ὁ Οἰκουμενισμός.
Ὁ Οἰκουμενισμός ἀποτελεῖ σήμερα τόν δυσώδη φορέα τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ καί κατά συνέπεια τόν πιό ἐπίσημο φορέα τῆς ἐπικινδυνότερης πολυ-αιρέσεως ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἐπειδή συμβάλλει ἀποφασιστικά στήν ἄμβλυνση τοῦ ὀρθοδόξου κριτηρίου καί τῆς ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας.
Συγκεκριμένα, διά τῶν ἐκπροσώπων του, τοπικῶς καί διεθνῶς, ἐπιχειρεῖ διαρκῶς καί βαθμιαίως ὅλο καί μεγαλύτερες «ἐκπτώσεις» στήν ἐκκλησιολογική-δογματική συνείδηση τῶν ἀνυποψίαστων πνευματικῶς ὀρθοδόξων πιστῶν.
Καί αὐτό τό ἐπιτυγχάνει εἰδικότερα μέ τή σχετικοποίηση ἤ καί τήν ἀκύρωση στήν πράξη τοῦ κύρους τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων, καί μάλιστα συλλογικῶν ἀποφάσεών τους, στό πλαίσιο τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Βλέπε λ.χ. τήν κατάφορη καί κατ’ ἐξακολούθηση, ἐδῶ καί χρόνια, παραβίαση τοῦ Β΄ Κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πού ἀπαγορεύει ρητῶς συμπροσευχή μέ ἀκοινώνητους καί ἑτερόδοξους…μέ τή σαφῆ ἀπειλή τῆς καθαιρέσεως τῶν κληρικῶν καί τοῦ ἀφορισμοῦ τῶν λαϊκῶν, πού τόν παραβιάζουν.
Στό παραπάνω εὐρύτερα ἐκκοσμικευμένο θεολογικό κλῖμα, καί εἰδικότερα καί κατεξοχήν στό καθαυτό πνεῦμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πού περιγράψαμε, ἐντάσσεται ὀργανικά καί τό ἐμφανιζόμενο τόν τελευταῖο καιρό κίνημα τῶν ἐπίδοξων «μετα-πατερικῶν» θεολόγων. Ἀσφαλῶς, τό κίνημα αὐτό ἔχει σαφῶς καί προτεσταντικές ἐπιδράσεις, οἱ ὁποῖες εἶναι ἐμφανέστερες, κυρίως, στήν ἐπιστημονικοῦ χαρακτήρα τοποθέτηση τῶν «μετα-πατερικῶν» θεολόγων, ἔναντι τοῦ μέχρι σήμερα διαχρονικοῦ κύρους τῆς θεολογικῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων.
Στή σύντομη θεολογική τοποθέτησή μας θά ἑστιάσουμε κατ᾽ ἐξοχήν στό φρόνημα καί ὄχι στό πρόσωπο τῶν «μετα-πατερικῶν» θεολόγων, καθώς καί στά κριτήρια τῆς ὑποδηλουμένης θεολογίας τους.
Δυστυχῶς, οἱ ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί μας «μετα-πατερικοί» θεολόγοι, μέ τίς παράτολμες, ἤ μᾶλλον μέ τίς θρασύτατες καί οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν, ἴσως, διατυπώσεις τους, ἐμφανίζονται πρακτικῶς νά ἀγνοοῦν πλήρως τί εἶναι ἡ ἁγιότητα καθεαυτήν, καί κατ’ ἐπέκταση τί εἶναι καθεαυτήν ἡ ἁγιοπνευματική ζωή τῶν ἁγίων, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ, κατά τήν ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας, τήν θεμελιώδη προϋπόθεση τοῦ Ὀρθοδόξως καί ἀπλανῶς θεολογεῖν.
Ἀκόμη εἰδικότερα, ἐμφανίζονται στά κείμενα νά ἀγνοοῦν, ὅτι Ὀρθόδοξη καί ἀπλανῆ θεολογία παράγουν πρωτογενῶς μόνον ὅσοι καθαρίστηκαν ἀπό τήν ἀκαθαρσία τῶν παθῶν τους, καί κυρίως ὅσοι φωτίστηκαν καί θεώθηκαν ἀπό τίς ἄκτιστες ἐλλάμψεις τῆς θεοποιοῦ Χάριτος.
Ἡ ἐπιχειρούμενη, αὐθαδῶς, ὑπέρβαση τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων, ἐκ μέρους τῶν «μετα-πατερικῶν» θεολόγων, κλονίζει τήν ἀπαραίτητη γιά τούς πιστούς βεβαιότητα, ὡς πρός τήν διαχρονική ἰσχύ τῆς ἁγιοπατερικῆς θεολογίας, ἐνῶ παράλληλα εἰσάγει ἀθέμιτα καί πονηρά τήν προτεσταντικοῦ τύπου θεολογική πιθανολογία. Μέ τόν τρόπο ὅμως αὐτό, στήν πραγματικότητα, «μεταίρονται ὅρια, ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν»(1). Ἀλλά τοῦτο παραβιάζει βάναυσα τόσο τόν ἁγιοπατερικό ὅσο καί τόν θεόπνευστο βιβλικό λόγο.(2)
Μέ βάση τά παραπάνω (καί μόνον αὐτά), θά μπορούσαμε νά ὑποστηρίξουμε ἐπιστημονικῶς, ὅτι οἱ ἐπίδοξοι «μεταπατερικοί» θεολόγοι, σαφῶς, δέν ἔχουν τίς προϋποθέσεις τῆς ἁγιοπατερικῆς θεολογίας. Γιατί, ἀλήθεια, πῶς θά μποροῦσαν νά ὑποστηρίξουν ὅτι τίς ἔχουν, ὅταν συμβαίνει νά εἰσηγοῦνται αὐθαδῶς τήν ὑπέρβαση τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἤ ὅταν ἐπιχειροῦν νά εἰσαγάγουν στήν ἐκκλησιαστική θεολογική σκέψη μιά Δυτικοῦ τύπου θεολογική καί γνωσιολογική πιθανολογία, πού ὡς προϋπόθεσή της ἔχει τήν ἐπιστημονική-ἀκαδημαϊκή θωράκιση καί τόν θεολογικό στοχασμό;
Αὐτή καθεαυτήν, ἄλλωστε, ἡ ἔπαρση ὁδηγεῖ στήν ἀπεμπόληση τῆς χαρισματικῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο ἐγγυᾶται τήν γνησιότητα τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας.
Τά ἐπιστημονικά – ἀκαδημαϊκά κριτήρια, πού εἰσηγοῦνται οἱ «μετα-πατερικοί» θεολόγοι, ὡς τεκμήρια τῆς ἀντικειμενικότητάς τους, δέν συμπίπτουν ἀπαραιτήτως μέ τά ἐκκλησιαστικά κριτήρια τοῦ θεολογεῖν ὀρθοδόξως καί ἀπλανῶς, ὅταν μάλιστα τά κριτήρια αὐτά χρησιμοποιοῦνται ἀπροϋποθέτως. Ἡ Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική θεολογία ἔχει σαφῶς καί κυρίως ἁγιοπνευματικά κριτήρια.
Τό κατεξοχήν καί κορυφαῖο κριτήριο τοῦ ἀπλανοῦς χαρακτήρα τῆς ἐκκλησιαστικῆς θεολογίας εἶναι ἡ ἁγιότητα τῶν θεοφόρων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι τήν διατύπωσαν.
Προκαλεῖ βαθύτατη θλίψη ἡ παχυλή ἄγνοια καί ἡ ἐπ’ αὐτῆς ἐρειδομένη ἔπαρση τῶν «μετα-πατερικῶν» θεολόγων, οἱ ὁποῖοι ἐπιχειροῦν, ὅλως ἀμαθῶς, νά ὑποκαταστήσουν τήν ἐνοχλητική μᾶλλον γι’ αὐτούς ἁγιοπατερική θεολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέ τήν ἐπικαιροποιημένη ἐπιστημονική-ἀκαδημαϊκή θεολογία τους. Μέ τήν στάση τους αὐτή φανερώνουν σαφῶς, ὅτι δέν γνωρίζουν στήν πραγματικότητα, πώς οἱ Πατέρες εἶναι ἐνεργῶς θεοφόροι καί ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀγνοοῦν ὅμως κυρίως, ὅτι ἡ ἁγιότητα τῶν Ἁγίων καί ἡ ἁγιότητα τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ εἶναι μία καί ἡ αὐτή, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης(3). Δηλαδή ἡ ἁγιότητα τῶν ἁγίων ἔχει ὀντολογικό χαρακτήρα καί εἶναι ἄκτιστη ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ, στήν ὁποία μετέχοντας ὁ πιστός ἄμεσα καί προσωπικά, καί ὑπό σαφεῖς ἐκκλησιαστικές προϋποθέσεις, καθίσταται «ἐν πάσῃ αἰσθήσει» κοινωνός τῆς ἁγιότητας τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Εἶναι λοιπόν εὐνόητο, ὅτι ὁ χαρακτήρας τῆς ἁγιότητας τῶν ἁγίων Πατέρων εἶναι ἄκτιστος.
Οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐξέφρασαν ἀπλανῶς τήν Ἀποστολική Παράδοση στήν ἐποχή τους, ἀφοῦ ὅμως προηγουμένως τήν βίωσαν ἡσυχαστικῶς-ἀσκητικῶς καί κατεξοχήν μυστηριακῶς.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, – ὁ Μ. Βασίλειος, – ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, – ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος – καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς,
γιά νά μείνουμε ἐνδεικτικά μόνον σ’ αὐτούς, ἐπικαιροποίησαν τήν Ἀποστολική καί Πατερική Παράδοση, ἐκφράζοντας σέ λόγια θεολογική γλώσσα αὐτό ἀκριβῶς πού βίωναν ἀκτίστως καί «ἐν πάσῃ αἰσθήσει» καί οἱ ἄλλοι ἅγιοι Πατέρες, ἀλλά καί οἱ ὀλιγογράμματοι χαρισματοῦχοι, ὅπως καί οἱ ἁπλοί θεοφόροι πιστοί στήν ἐποχή τους.
Ἡ χαρισματική ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ τήν πρωτογενῆ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἁπλοϊκή ἤ ἔντεχνη καί λόγια ἐκφορά της. Ἡ θεολογία αὐτή ἀποτελεῖ κτιστή ἔκφραση καί ἑρμηνεία τῆς ζωντανῆς καί ἄκτιστης ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ μέσα στή συγκεκριμένη ἱστορική πραγματικότητα τῆς ζωῆς τῶν θεουμένων ἐκφραστῶν της. «Ὑπό πνεύματος ἁγίου φερόμενοι ἐλάλησαν ἀπό Θεοῦ ἄνθρωποι»(4) μᾶς διαβεβαιώνει ὁ κορυφαῖος ἀπό τούς ἐπόπτες τῆς θείας μεγαλειότητας.
Νά ἐπανέλθουμε ὅμως στά κριτήρια τοῦ θεολογεῖν. Τά ἐπιστημονικά-ἀκαδημαϊκά κριτήρια εἶναι κτιστά. Γι’ αὐτό, ἐκτός ἀπό τό ἀσφαλέστατο κριτήριο τῆς ἀκτίστου ἁγιότητας, ἡ μόνη διασφάλιση γιά ἀπλανῆ ὀρθόδοξη, ἐπιστημονική θεολογία μπορεῖ νά ἀναζητηθεῖ, καί ἀπό τούς στερουμένους τήν ἁγιότητα ἐπιστήμονες θεολόγους, στό ταπεινό φρόνημα, πού ἐνέχει καί ἐκφράζει ἡ διαχρονικῶς ἐφαρμοζομένη ἐκκλησιαστική μέθοδος, ἡ ὁποία σημαίνεται στή γνωστή ἁγιοπατερική διατύπωση: «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσιν».
Αὐτό, ἄλλωστε, τό ταπεινό φρόνημα, τό ὁποῖο διασφάλιζε καί τήν ἁγιότητά τους, εἶχαν ὅλοι οἱ θεοφόροι Πατέρες, πού συμμετεῖχαν στίς Οἰκουμενικές Συνόδους, οἱ ὁποῖες ὁριοθέτησαν ἀπλανῶς τήν ἐκκλησιαστική θεολογία. Ὁ θεολογικός στοχασμός, στόν ὁποῖο ἀρέσκονται νά ἀναφέρονται οἱ «μετα-πατερικοί» θεολόγοι καί ἡ συνεπαγόμενη θεολογική πιθανολογία, δέν προσιδιάζουν στήν Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική θεολογία, ἀλλά στήν ἑτερόδοξη καί αἱρετική, ἡ ὁποία, ὅπως εὔστοχα χαρακτηρίστηκε ἀπό τούς θεοφόρους Πατέρες, εἶναι «τεχνολογία» μᾶλλον παρά θεολογία(5).
Εἶναι ἀξιοσημείωτη στήν προκειμένη περίπτωση καί ἡ καίρια παρατήρηση τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Σιναΐτη (τῆς Κλίμακος), ὅτι «ὁ Θεόν μή γνούς, (ἐννοεῖται ἐμπειρικῶς καί βιωματικῶς), στοχαστικῶς ἀποφαίνεται»(6).
Ἀλλά καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς θά χρεώσει στούς λατινόφρονες βαρλααμίτες τόν χαμαίζηλο καί ἀνθρώπινο θεολογικό στοχασμό, σημειώνοντας ἀντιθετικῶς, ὅτι «ἡμεῖς οὐ στοχασμοῖς ἀκολουθοῦντες, ἀλλά θεολέκτοις λογίοις τήν ὁμολογίαν τῆς πίστεως πεπλουτήκαμεν»(7).
Ὅταν ἀγνοεῖται καί παραμερίζεται ἡ ἁγιότητα, ἤ ἔστω ἡ Ὀρθόδοξη θεολογική μεθοδολογία τοῦ «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσιν», εἶναι ἀναπόφευκτη ἡ υἱοθέτηση τοῦ «ἐλεύθερου» θεολογικοῦ στοχασμοῦ καί τῆς θεολογικῆς πιθανολογίας.
Τοῦτο ὅμως ὁδηγεῖ οὐσιαστικά σέ μιά «νεο-βαρλααμιτική» θεολογία, πού εἶναι ἀνθρωποκεντρική καί ὡς κριτήριό της ἔχει τήν αὐτονομημένη λογική.
Ὅπως δηλαδή ὁ Βαρλαάμ καί οἱ ὁπαδοί του ἀμφισβήτησαν τόν ἄκτιστο χαρακτήρα τοῦ θείου φωτός καί τῆς θείας Χάριτος, ἔτσι και οι «μετα-πατερικοί» θεολόγοι σήμερα παραγνωρίζουν στήν πράξη τόν ἄκτιστο καί ἄρα διαχρονικό χαρακτήρα τῆς ἁγιότητας καί τῆς διδασκαλίας τῶν θεοφόρων Πατέρων, τούς ὁποίους ἀξιώνουν νά ὑποκαταστήσουν στή διδασκαλία, παράγοντας, κατά τή γνώμη τους, οἱ ἴδιοι πλέον πρωτογενῆ θεολογία.
Αὐτό δέν ἀποτελεῖ μία ἐξωτερικοῦ χαρακτήρα Πατρομαχία, ἀλλά κυρίως συνιστᾶ μία Θεομαχία, ἐπειδή ἐκεῖνο πού καθιστᾶ τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὄντως Πατέρες εἶναι ἡ ἄκτιστη ἁγιότητά τους, τήν ὁποία ἔμμεσα ἀλλά οὐσιαστικά παραμερίζουν καί ἀκυρώνουν μέ ὅσα εἰσηγοῦνται μέ τήν «μετα-πατερική» θεολογία τους.
Ἡ «μετα-πατερική» θεολογία, σύμφωνα μέ τά κριτήρια τῆς Ἐκκλησίας, πού προαναφέραμε, εἶναι ἀπόδειξη ἐπηρμένης διανοίας. Γι’ αὐτό καί εἶναι ἀδύνατη ἡ ἐκκλησιαστική νομιμοποίησή της. Ἡ ἐκκλησιαστική θεολογία εἶναι ταπεινή καί εἶναι πάντοτε «ἑπόμενη τοῖς ἁγίοις Πατράσιν». Αὐτό δέν σημαίνει, ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική θεολογία στερεῖται πρωτοτυπίας, δυναμισμοῦ, ἀνανεωτικοῦ πνεύματος καί ἐπικαιρότητας. Ἀπεναντίας, ἔχει ὅλα τά παραπάνω χαρακτηριστικά, γιατί ἀποτελεῖ ἔκφραση τῆς ζώσας παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σ’ ἐκεῖνον, πού θεολογεῖ μ’ αὐτόν τόν τρόπο.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐξέφρασαν ὅσα βίωσαν ἀπό τήν ἐνεργοποίηση τῆς προσωπικῆς τους Πεντηκοστῆς, πάντοτε ὅμως, πρακτικῶς, «ἑπόμενοι» καί ἐν συμφωνίᾳ μέ τούς προγενεστέρους θεοφόρους Πατέρες.
Ἡ Ὀρθόδοξη ἐπιστημονική ἀκαδημαϊκή θεολογία δέν καλεῖται, βεβαίως, νά ὑποκαταστήσει τήν ἁγιοπατερική – χαρισματική θεολογία, οὔτε ὅμως δικαιοῦται νά παρουσιάζει ἄλλην, ἐκτός ἀπό τήν αὐθεντική θεολογία τῆς Ἐκκλησίας.
Τό ἔργο της εἶναι νά προσεγγίζει, νά διερευνᾶ καί νά παρουσιάζει ἐπιστημονικά τό περιεχόμενο τῆς πρωτογενοῦς θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας, νά διακρίνει καί νά γνωστοποιεῖ τά κριτήρια τῆς ἀληθινῆς θεολογίας. Μέ τόν τρόπο αὐτό θά πετυχαίνεται καί θά ἰσχυροποιεῖται ὅλο καί περισσότερο ἡ σύζευξη τῆς ἁγιοπατερικῆς – χαρισματικῆς θεολογίας μέ τήν ἐπιστημονική θεολογία. Καί ὅλα αὐτά θά προωθοῦνται, μόνον ὅταν οἱ ἐκφραστές τῆς ἐπιστημονικῆς θεολογίας δέν θά εἶναι προσωπικῶς ἄμοιροι τῶν ἁγιοπνευματικῶν προϋποθέσεων καί ἄγευστοι τῶν ἐκκλησιολογικῶν βιωματικῶν δεδομένων.
Ἡ ἐπιστημονική καί ἡ ἀκαδημαϊκή θεολογία, ὅταν δέν ἔχει τίς παραπάνω προδιαγραφές, ὅταν στερεῖται τήν βιωματικῶς ἐκκλησιολογική ἐκφορά της, εἶναι στοχαστική θεολογία καί πτωχή πνευματικῶς.
Προσεγγίζει μόνο μέ κτιστό τρόπο τήν πραγματικότητα τοῦ κόσμου καί τῆς ζωῆς, καί ἐκφράζει, στήν καλύτερη περίπτωση, ἐλλιπῶς τά πράγματα, καί σέ ὁρισμένες περιπτώσεις, δυστυχῶς, ἀπό ἐσφαλμένα ἕως καί αἱρετικά.
Ἔχουμε τήν γνώμη, ὅτι ἄν οἱ «μετα-πατερικοί» θεολόγοι εἶχαν τίς ἁγιοπνευματικές προϋποθέσεις τῶν Πατέρων, θά ἐπιχειροῦσαν ταπεινά καί ἀθόρυβα νά ὀρθοτομήσουν τήν ἀλήθεια γιά τήν ἐποχή τους, χωρίς ἀπαξιωτικές ἤ ἔστω ἀμφίσημες ἀναφορές στούς ἁγίους Πατέρες. Καί, ἄν τούς δικαίωναν τά πράγματα, τότε ἀσφαλῶς θά ἦταν αὐτοί οἱ ἐκφραστές τῆς ζωντανῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας.
Τοῦτο ὅμως θά σήμαινε, ἀναπόφευκτα, ὅτι δέν θά ἦταν τά λεγόμενά τους ἀντίθετα μέ τά λεγόμενα τῶν Ἁγίων πατέρων διαχρονικῶς καί ἰδιαίτερα δέν θά ἔρχονταν σέ ἀντίθεση μέ ἀποφάσεις τους σέ Οἰκουμενικές Συνόδους. Ἔτσι, θά ἦταν περιττός ὅλος αὐτός ὁ θόρυβος, σχετικά μέ τήν «μετα-πατερική» θεολογία.
Ὅμως, οἱ ἐπίδοξοι «μετα-πατερικοί» θεολόγοι γνωρίζουν πολύ καλά, ὅτι ἡ διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων θέτει σαφῆ ὅρια, τά ὁποῖα εἴτε δέν τούς εὐνοοῦν προσωπικῶς…
Eἴτε ἐμποδίζουν τούς στρατηγικούς στόχους, οἱ ὁποῖοι ὑπηρετοῦν τόν ἀγαπημένο τους Οἰκουμενισμό.
Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι ἁπλῶς τό ἐπιμελημένο περιτύλιγμα!
Συμπερασματικά, τέλος, θά μπορούσαμε ἀβίαστα νά ὑποστηρίξουμε, ὅτι ἡ «μετα-πατερική» θεολογία συνιστᾶ σαφῆ καί κραυγαλέα ἀπόκλιση τόσο ἀπό τή μέθοδο ὅσο καί ἀπό τό φρόνημα τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Ἀπόκλιση δηλαδή ἀπό τήν παραδοσιακή θεολογία, τόσο ὡς πρός τόν τρόπο, τίς προϋποθέσεις καί τά κριτήρια τοῦ Ὀρθοδόξως θεολογεῖν, ὅσο καί ὡς πρός τό περιεχόμενο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἁγιοπατερικῆς θεολογίας.
1. Βλ. Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, PG 59, 63: «μή μεταίρωμεν ὅρια αἰώνια, ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἠμῶν».
2. Βλ. Παροιμ. 22, 28: «μή μεταῖρε ὅρια αἰώνια, ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες σου».
3. Βλ. Περί τελειότητος, PG 46, 280D. Ἡ μόνη διαφορά ἔγκειται στό γεγονός, ὅτι ἡ ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ εἶναι πηγαία καί φυσική (εἶναι οὐσιώδης ἐνέργεια τῆς θείας φύσεως), ἐνῶ ἡ ἁγιότητα τοῦ ἁγίου εἶναι χαρισματική, δοσμένη κατά Χάρη ἀπό τόν Θεό
4. Β” Πέτρ. 1, 21.
5. Βλ. Ἐπιστολή 90, PG 32, 473: «Καταπεφρόνηται τά τῶν Πατέρων δόγματα, ἀποστολικαί Παραδόσεις ἐξουθένηνται, νεωτέρων ἀνθρώπων ἐφευρέματα ταῖς Ἐκκλησίαις ἐμπεπολίτευται, τεχνολογούσι, λοιπόν, οὐ θεολογούσιν οἱ ἄνθρωποι, ἡ κατά κόσμον σοφία τά πρωτεῖα φέρεται».
6. Βλ. Λόγος Λ”, 13.
7. Περί τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Λόγος Β΄, 18

Η "ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΟΔΟΣ" ΚΑΙ Η ΟΔΟΣ "ΣΥΝ ΠΑΣΙ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ"



       
Ἡ «ἰδιωτικὴ ὁδὸς» καὶ ἡ ὁδὸς «σὺν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις»
Γράφει ὁ Νεμέσιος
   Οἱ ἀκόλουθοι τῆς μετα-πατερικῆς θεολογίας δὲν παύουν μὲ τὰ γραφόμενά τους νὰ ἀποκαλύπτουν τὴν οἰκουμενιστικὴ σκέψη ὡς αἱρετική. Ἀπόδειξη τρανότατη ἡ νέα συμβολὴ τοῦ θεολόγου κ. Παναγιώτου Ἀνδριόπουλου, προχθὲς στὸ Amen.gr μὲ τίτλο «Νεο-παραδοσιακὸ κυνήγι μαγισσῶν!!!». Μὲ αὐτὸ ἐπιτίθεται στὴν προσεχῆ ἡμερίδα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς μὲ θέμα «Πατερικὴ Θεολογία καὶ μεταπατερικὴ αἵρεση», μεγαλοφωνότατος, ὅπως πάντοτε, ὑποστηρικτὴς τῶν θέσεων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ΚΠόλεως (ὑποστηρικτοῦ τῆς «μετα-πατερικῆς» Ἀκαδημίας τοῦ Βόλου) καὶ ἐκθέτης καὶ δείκτης τῆς ἐνοχλήσεως ποὺ συνιστᾷ γιὰ τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἡ κατοχυρωμένη, ἀκαδημαϊκὴ προσβολὴ τῶν δογματικῶν-ἐκκλησιολογικῶν καινοτομιῶν τῶν οἰκουμενιστικῶν ἱδρυμάτων καὶ δικαιοδοσιῶν.

   Εἶχα ἀποφασίσει νὰ μὴν ἀσχοληθῶ μὲ τὸ ἐν λόγῳ κείμενο, ἀλλὰ ἡ διαστροφικὴ τῆς ἀληθείας – χωρὶς νὰ καταλογίζω καὶ ἀνάλογη πρόθεση στὸν κ. Ἀνδριόπουλο – προβαλλόμενη θέση τοῦ κ. Χρ. Γιανναρᾶ (ἂν ἀποτυπώνεται πλήρως στὸ παράθεμα τοῦ κ. Ἀνδριόπουλου) γιὰ τὸ τί συνιστᾷ αἵρεση, μὲ καθιστᾷ συνειδησιακῶς συνένοχο γιὰ τὴν ἐσφαλμένη ἐνημέρωση ἀνύποπτων ἀναγνωστῶν σχετικῶς μὲ τὸ θέμα. Διότι, ἐπειδὴ ἀκριβῶς τὰ δόγματα ἔχουν ἀποκρυσταλλωθεῖ σὲ συγκεκριμένες ὁρολογίες, ὑπὸ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐξ αἰτίας τῆς δολιότητος τῶν αἱρετικῶν ποὺ χρησιμοποιοῦν ὀρθόδοξες λέξεις μὲ ἐσφαλμένο περιεχόμενο (βλ. «χριστοτόκος» τοῦ Νεστορίου), γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἁμαρτία, ἔστω καὶ «στὸ γράμμα κάποιας δογματικῆς σημειογραφίας», ¬εἶναι θανάσιμη διακινδύνευση καὶ ἁμαρτία καὶ ἀπαγορεύεται αὐστηρῶς ἀπὸ τοὺς Ἁγίους, ὥστε δὲν δικαιώνεται ἡ ἄποψη τοῦ κ. Γιανναρᾶ ὅτι «Αἱρετικὸς γίνεται ὄχι ὅποιος ἁμαρτάνει στὸ γράμμα κάποιας δογματικῆς σημειογραφίας, ἀλλὰ ὅποιος ἀποκόβεται ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὴν πραγματικότητα» κ.λπ..
   Θὰ ἐνθυμεῖται ὁ κ. Ἀνδριόπουλος (καὶ ὁ κ. Χρ. Γιανναρᾶς), ὡς ἐπιβεβαίωση ὅσων γράφονται, τὴν αὐστηρὴ ἀπαγόρευση τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἔναντι ὁποιασδήποτε ἀλλοιώσεως ἢ τῆς ἀντικαταστάσεως τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως (ζ΄ Κανὼν). Θὰ ἐνθυμοῦνται τὶς μεταγενέστερες συνοδικὲς ἀποφάσεις τῆς Ὀρθοδοξίας γιὰ τὸ ἴδιο θέμα, οἱ ὁποῖες τονίζουν τὸ μέχρι κεραίας ἀναλλοίωτο ὄχι μόνον τῶν ἱ. Δογμάτων, ἀλλὰ καὶ τῶν ἱ. Κανόνων (παραθέτουμε ἐνδεικτικῶς δύο ὡς παράρτημα στὸ τέλος).
   Ὁ Μέγας Βασίλειος τονίζει ὅτι «... τί τῶν θεολογικῶν ῥημάτων οὕτω μικρόν, ὡς ἢ καλῶς ἢ ἐναντίως ἔχον, μὴ μεγάλην παρέχειν τὴν ῥοπὴν ἐφ’ ἑκάτερα; Εἰ γὰρ ἐκ τοῦ νόμου ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ παρελεύσεται, πῶς ἂν ἡμῖν ἀσφαλὲς ὑπερβαίνειν καὶ τὰ σμικρότατα;» (PG 32, 69C)· ὁ δὲ Μέγας Φώτιος, παρερμηνευόμενος καὶ αὐτὸς δυστυχῶς ἀπὸ τοὺς ἕλληνες οἰκουμενιστὲς θεολόγους τῆς Γερμανίας ὡς δῆθεν σύμφωνος μὲ τὴν «ἑνότητα στὴ διαφορετικότητα», ἔγραψε στὴ Μυριόβιβλο ὅτι: «Ἡ μὲν γὰρ περὶ πίστεως ἔρευνα τῆς ἀληθείας παρατραπεῖσα ναυάγιον μέγα τῇ ψυχῇ προξενεῖ, διὸ δὴ καὶ βραχείας τῆς εἰς αὐτὴν τελούσης ἀντέχεσθαι δεῖ συλλαβῆς». (PG 103, 988B).
   Ἀλλὰ τὸ καταληκτήριο σημείωμα τοῦ ἀγαπητοῦ κ. Ἀνδριόπουλου, ὅτι ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος καὶ ὁ Καθηγητὴς κ. Ἰωάννης Κουρεμπελὲς «ἔχουν συμμετάσχει στὸ παρελθὸν – καὶ ὄχι στὸ ἀπώτατο – σὲ ἐκδηλώσεις τῆς Ἀκαδημίας τοῦ Βόλου» τί σημαίνει; Μήπως ὅτι εἶναι ὑποκριτὲς καὶ μοιράζονται τὰ χαρτιά τους μὲ δύο στρατόπεδα; Μήπως ὅτι εἶναι ἀσταθεῖς στὸ θεολογικό τους προσανατολισμὸ καὶ συνεπῶς ἀνυπόληπτοι ὡς διδάσκαλοι τῆς Θεολογίας; Μήπως, ὅτι ὄφειλαν - ἐπειδὴ προσκλήθηκαν καὶ μίλησαν στὴν «Ἀκαδημία» - νὰ εἶναι ἐσαεὶ δουλικῶς εὐγνώμονες ἐν σιωπῇ, ὡς ὑποζύγια τῆς ἀνθρωπαρεσκείας, σὲ ὅσους τεκταίνονται κακά («Τέκτονες κακῶν») ἐναντίον τῆς ὀρθόδοξης αὐτοσυνειδησίας; Ἢ μήπως ὅτι ἐνοχλεῖ ἡ κατάθεση θεολογικῆς μαρτυρίας κάποιων Ὀρθοδόξων («ἀντι-οικουμενιστῶν») θεολόγων σὲ fora οἰκουμενιστῶν, ὅπως ἡ «Ἀκαδημία», ὁπότε εἶναι προτιμότερο νὰ ἀπομονωθοῦν γιὰ νὰ στοχοποιοῦνται καὶ ἀπομονώνονται εὐκολότερα ὡς «κυνηγοὶ μαγισσῶν», «ζηλωτές» καὶ «ἱερο-εξεταστές»; Τί σημαίνει ἡ ἀναφορὰ αὐτὴ ὡς ὑστερόγραφο;